Τετάρτη 25 Ιουνίου 2008

London to Brighton


Σκηνοθεσία: Paul Andrew Williams
Παραγωγής: England / 2006
Διάρκεια: 85'


Αυτή η ταινία αποτελεί το σκηνοθετικό ντεμπούτο, στις μεγάλου μήκους, του 33χρονού Paul Andrew Williams. Πρόκειται για μια ιστορία υποκόσμου, πορνείας, παιδικής κακοποίησης στο δύσοσμο Λονδίνο. Στο Λονδίνο που τελευταία ολοένα και αποτελεί έμπνευση για τους εγχώριους και μη δημιουργούς.


Η Κέλυ είναι μια πόρνη. Πιεζόμενη από το αφεντικό της αλλά και την ανάγκη του χρήματος αναζητά στους αφιλόξενους και σκοτεινούς δρόμους της πόλης ένα ανήλικο κορίτσι που προορίζεται να εκπληρώσει τις ανήθικες "ανάγκες" ενός εκατομμυριούχου πελάτη. Εκεί θα βρει την Joanne, ένα 12χρονό κορίτσι που φαντάζει ιδανικό για αυτόν τον ρόλο. Όμως αφού φτάσουν στον προαναφερθέντα πελάτη κάτι "τρομακτικό" θα συμβεί. Η Κέλυ θα το σκάσει μαζί με την μικρή για το Brighton, ενώ ο γιος του εκατομμυριούχου, ένας νονός της νύχτας σε ανεξέλεγκτη κατάσταση, θα επιθυμήσει να επιβάλλει αντίποινα προς πάσα κατεύθυνση.


Λονδίνο- Μπράιτον, ένας δρόμος απ' την κόλαση στον παράδεισο. Έτσι τουλάχιστον σκέφτονται οι ηρωίδες όταν μπαίνουν στο τραίνο αφήνοντας πίσω ένα Λονδίνο που βράζει από τη βία, την πορνεία, τα ναρκωτικά και τις λοιπές σκοτεινές ιστορίες των δρόμων. Άλλωστε κάπως έτσι το Λονδίνο αναπαριστάται σκηνοθετικά. Με μαύρα κάδρα, γεμισμένο με χαρακτήρες του περιθωρίου και με μια έντονη grafiti σκηνογραφία που μας φέρνει στο νου κάτι από το περσινό Red Road. Από την άλλη το Μπράιτον είναι ένα σύμβολο ελευθερίας. Με τους αχανείς χώρους, την μουντή φωτογραφία που κοσμεί πανέμορφα φυσικά τοπία και τις γυναίκες της ταινίας απαλλαγμένες από το άγχος της πόλης να επιδίδονται σε σκηνές τρυφερής παιδικότητας. Μιας παιδικότητας ικανής να παρασύρει τον θεατή, παρά την ορισμένες φορές πιεστική απόχρωση της. Ωστόσο ένα λάθος της Κέλυ αρκεί για να οδηγήσει, τόσο τον προωθητή τους όσο και τον "τιμωρό" γιο, στα ίχνη τους. Και το Μπράιτον σύντομα θα γίνει μια δεύτερη κόλαση...


Το London to Brighton θα αναπτυχθεί με μια κομματιαστή αφήγηση. Έτσι το μπέρδεμα του χρόνου προσθέτει ενδιαφέρον και μυστήριο στην αρχική μορφή της ταινίας. Η σκηνοθεσία είναι αρκετά στυλιζαρισμένη. Κάμερα στο χέρι, σκληροί τηλεφακοί είναι κάποια από τα συστατικά που επιστρατεύονται για να δώσουν ένταση και ρυθμό. Η ατμόσφαιρα πολλές φορές γίνεται εφιαλτική. Ωστόσο κάτω από τα ξύσματα της βίαιας επιφάνειας κρύβεται μια αδικαιολόγητη γλυκύτητα και τρυφερότητα. Τέτοια που καθώς φτάνουμε στα τελευταία σκαλιά του φιλμικού χρόνου, θα διαπιστώσουμε πως βάζει την ταινία σε ένα σεναριακό τέλμα. Το φινάλε που θα ακολουθήσει, με την αναίτια γλυκερή μορφή του, θα εξασφαλίσει την συμπάθεια του ευαίσθητου κοινού. Ταυτόσημα όμως θα επιβεβαιώσει την αστάθεια του Paul Andrew Williams στο να χειριστεί το θέμα του.

Για να κλείσουμε, το London To Brighton επιβεβαιώνει την ακμή που γνωρίζει την τελευταία περίοδο η ανεξάρτητη Αγγλική σκηνή. Πρόκειται για μια ταινία με ενδιαφέρον, κυρίως σε αισθητικό επίπεδο, ωστόσο ο διψασμένος θεατής δύσκολα θα βρει εδώ κάτι καινούριο.
Βαθμολογία 6/10

2 σχόλια:

zamuc είπε...

Με βρίσκεις σύμφωνο στα περισσότερα.
Κακό το τέλος αλλά δεν καταδικάζει την ταινία.

kioy είπε...

Εντάξυ το καταδικάζει είναι πάντα σχετικό. Νομίζω όμως πως εν τέλη αναδεικνύει την αδυναμία του πρωτάρη Williams να κάνει μια ουσιαστική ταινία και την προτιμισή του σε μια κίβδηλη ηθικολογία!