Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2008

Hancock


Σκηνοθεσία: Peter Berg
Παραγωγής: USA/ 2008
Διάρκεια: 92'


Οι παραδοσιακοί ένστολοι υπερήρωες ξεθωριάζουν πλέον στην συνείδηση του κοινού τους. Το οποίο αναζητεί πιο τρωτούς, πιο τσαλακωμένους superstars. Αντιλαμβάνοντας αυτή την τάση η κινηματογραφική βιομηχανία του Hollywood έχει εστιάσει τελευταίως στην κατασκευή των αντίστοιχων(όπως και ο τελευταίος Batman) υπερδύναμων τύπων. Έναν τέτοιον θα δούμε και εδώ δια χειρός Peter Berg. And his name is Hancock!


Ο Hanckock(Will Smith) είναι ένας παντοδύναμος, όμως ανθρώπινος χαρακτήρας, με προδιάθεση στο καλό. Μόνο που ο κάπως άτσαλος τρόπος του στην καταπολέμηση του εγκλήματος, παρά τη δεδομένη αποτελεσματικότητα, σηκώνει κύματα υλικών καταστροφών στο πέρασμα του. Κάτι που εξαγριώνει τους λοιπούς κάτοικους του Λος Άντζελες. Σε μια διάσωση ενός επαγγελματία των δημοσίων σχέσεων(Jason Bateman), θα βρει έναν άνθρωπο που θα ενδιαφερθεί για το image του. Έτσι ο Hanckock κατόπιν προτροπών του Jason Bateman και υπακούοντας στις βουλές των συμπολιτών του, ως έναν ύστερος Χριστός, θα δεχτεί να αφήσει για λίγο στην άκρη τις υπεράνθρωπες δυνάμεις του και να αυτοπεριοριστεί πίσω απ' τα κάγκελα της στενής. Με την πράξη του θα μεταστρέψει την κοινή γνώμη και σύντομα θα είναι ελεύθερος να προσφέρει κατά της ακμάζουσας εγκληματικότητας. Μόνο που κάπου εκεί θα γνωριστεί με την όχι και τόσο φυσιολογική,όπως αποδεικνύεται, γυναίκα του Jason Bateman(Charlize Theron). Μια μυστήρια έλξη μεταξύ τους και ένα υπαρκτό ιστορικό θα φέρει στην επιφάνεια την πραγματική ταυτότητα του υπερήρωα.


Η αρχική ψυχογραφική προσέγγιση στον Hancock, που πίσω απ' τις υπεράνθρωπες δυνάμεις του κρύβει έναν πληγωμένο γίγαντα, γεννά ένα κάποιο ενδιαφέρον στον θεατή. Σταδιακά επιστρατεύονται απ' το σενάριο και λοιποί προβληματισμοί(πάντα σε υποτυπώδη μορφή), που απευθύνονται κυρίως στις αντιθέσεις αιωνιότητας-θνησιμότητας και παντοδυναμίας-αδυναμίας, και έχουν ως σκοπό την υποστήριξη των άπλετων σκηνών δράσης με τα εντυπωσιακά εφέ. Όμως κάπου μετά τα μισά η ταινία ξεφεύγει. Η οδός της υπερβολής, της παιδικής απλοϊκότητας και των υπέρμετρων σαχλορομαντισμών μοιάζει να ασελγεί εις βάρος της νοημοσύνης μας! Με το film να αυτοπεριορίζεται και να απηχεί αποκλειστικά στο υπερηρωικό κοινό του.

Εν κατακλείδι, δε βλέπω κάποιο λόγο για να σας προτείνω αυτή την ταινία. Εκτός αν επιθυμήσατε τα αγαπημένα σας pop corn ή σας συγκινεί η ιδέα μιας ταινίας όπου συμπαρευρίσκονται ο (αδιάφορος κατ' εμέ)Will Smith, η (πάντα εύφλεκτη) Charlize Theron και ο (συμπαθής) Jason Bateman.
Βαθμομογία 3/10

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2008

Της ψυχής απροσδιόριστη φωτιά


Μέρες τώρα, μέσα μου κάτι βράζει.
Λάθος!
Χρόνια τώρα, μέσα μου κάτι βράζει...
Ανομολόγητο μένει, ίσως για αυτό να καίγομαι μαζί του.
Όσο και αν προσπάθησα.
Το εναπόθεσα σε λευκές κόλλες και αυτές γίνανε στάχτη
Με τα μάτια μου το ζωγράφισα πάνω σε ανθρώπινα τείχη.

Κάθομαι πίσω απ' το παράθυρο.
Κάθομαι πίσω απ' το τζάμι του λεωφορείου.
Μέσα στην τρικυμία διαβατάρηδες περαστικοί πατούν το βρεγμένο κράσπεδο του μυαλού μου.
Οι δικοί μου, την πλάτη μου σκουντάνε,
"Μη μαυρίζεις", λένε χαμογελώντας.
"Διασκέδασε, τα χέρια σου άπλωσε τη ζωή να δαμάσεις."
Πάντα απόντες ήσασταν.
Δε σας κρατώ κακία.
Πιο συχνά οι άνθρωποι απουσιάζουν όταν δεν αντέχουν να μην είναι παρόντες.

Οι εχθροί μου φανερώνονται μέσα από τη σκιεράτσα.
Ασφαλής είναι, το καζάνι μου δε τους αγγίζει.
Ένα περιπαικτικό γέλιο μόνο.
Πιο έντονο, πιο έντονο.
Ένα δωμάτιο ο κόσμος όλος.
Ένα δωμάτιο αντηχήσεις χαχάνων που ροκανίζουν τα τύμπανα μου.

Και εσύ που είσαι;
Εσύ που δήλωνες το κορμί απ' την ψυχή μου.
Που μου 'λεγές, "μη φοβάσαι".
"Τον κόσμο εμείς θα αλώσουμε στα γέρικα άλογα μας."
Που;
Και εγώ χαράματα μόνος παλεύω τις πληγές μου...
Πόση παγωνιά να βαστάξουν τα κόκαλα μου;

Και ύστερα φάνηκε εκείνη...
Μια απροσδιόριστη φιγούρα, μα τόσο απτή.
Της ζωής παράξενη ταξιδιώτισσα σε βάφτισα μόλις σε πρωτοείδα.
Ένα της βλέμμα αρκούσε να καεί μαζί μου.
Τα μάτια σαν να διάσχισαν τα χρονολόγια αιώνων...
Μια επαφή στιγμιαία.
Και τα δεσμά μου λύθηκαν.
Και ύστερα έφυγες...
Και η ύπαρξη ανεξίτηλο σημάδι μέσα στην απουσία.

(Πηγή αφίσας: Deviantart
Χρήστης: ~mudakisa)

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2008

Chiko



Σκηνοθεσία: Özgür Yildirim
Παραγωγής: Germany/ 2008
Διάρκεια: 92'


Η πρώτη μεγάλου μήκους απόπειρα του Özgür Yildirim τον βρίσκει αντιμέτωπο με τον δικό του Scarface. Μόνο που οι φιλοδοξίες περιορίζονται νωρίς, καθώς ο ασυμβίβαστος Chiko ακολουθεί απαρέγκλιτα την πεπατημένη.


Μεταφερόμαστε στη Γερμανία. Τούρκοι μετανάστες που σε hip hop ρυθμούς ονειρεύονται τον "μαύρο" πλούτο και τη δόξα της νύχτας. Το προλεταριάτο ασφυκτιά στον καπιταλισμό του Δυτικού κόσμου. Μια καθημερινότητα που πασχίζει να καλύψει τις βασικές ανάγκες της ύπαρξης και να αντιμετωπίσει τα απροσδόκητα προβλήματα. Μίσος, φθόνος και αγάπη ένα κολάζ συναισθημάτων που αλληλοσυμπληρώνονται και διεκδικούν τον εύκολο πλούτο σε μια στενόμυαλη προσέγγιση της ευτυχίας.


Ο Chiko και ο Tibet, δυο αδερφικοί φίλοι, θα σχεδιάσουν την απόδραση από την εξαθλίωση. Ο πρώτος είναι φτιαγμένος για τη νύχτα και σύντομα θα διαβεί το κατώφλι της επιτυχίας. Ο δεύτερος έρμαιο των παθών και των αδυναμιών του κατρακυλάει στο πηγάδι της ανέχειας. Από παντού η πραγματικότητα είναι το ίδιο σκοτεινή και έκφυλη. Η επιτυχία δίνει το προνόμιο να είσαι μαστουρωμένος συνέχεια. Μαστουρωμένος με υλικά αγαθά και ότι σε απομακρύνει από την εσωτερική κενότητα που κλιμακωτά αποκαλύπτεται.


Ο χρόνος κυλάει και γεννάει μεταξύ των δύο φίλων μια κατασπαραχτική εχθρότητα. Η αφήγηση με κλισέ μεταχείριση ξεδιπλώνεται μέσα από τις ρηχές εκφράσεις των πρωταγωνιστών οι οποίες προωθούν την πλοκή και τη δραματουργία. Ο Özgür Yildirim διαχειρίζεται πρόσωπα(μητέρες-ερωμένες) και καταστάσεις(εκδίκηση, ερωτικές σχέσεις, οικογενειακές σχέσεις) με εμφανή πρόθεση τον συναισθηματικό εκβιασμό. Η θεματολογία δείχνει να απορρέει απ' το κοινής αποδοχής Scarface. Ο Tibet με τη σειρά του αποτελεί μια έμμεση παραπομπή στον Travis του Taxi Driver. Το Chiko όμως εγκλωβισμένο στις επιτηδευμένες επιδιώξεις του δε μπορεί να αγγίξει ούτε στο ελάχιστο τους προαναφερθέν γκανγκστερικούς κολοσσούς.

Το τέλος επιθυμεί να αποκρυσταλλώσει το τοπίο του προλεταριάτου. Η έλλειψη παιδείας, η έλλειψη συνείδησης αποδίδουν στον καθένα τα ιμάτια του. Ο Chiko με τα ματωμένα χέρια απαρνείται χαρακτηριστικά το δοξασμένο όνομα των δρόμων, αποδέχοντας για πρώτη φορά το θνητό βαφτιστικό του. Και οι τίτλοι τέλους βρίσκουν αυτόν και τον αδερφικό του φίλο Tibet αποδεκατισμένους και σακατεμένους να ασθμαίνουν στους βουρκότοπους των μέχρι πρότινος ονείρων τους!

Αν και το Chiko έχει ενδιαφέρον κοινωνικοπολιτικές ρίζες, θα ασχοληθεί μόνο επιφανιακά μαζί τους. Η ρηχότητα στην αφήγηση θα αποκόψει εξ' αρχής την ελευθερία του θεατή ενώ η συναισθηματική εμμονή και εκμετάλλευση σύντομα θα προκαλέσει αποστροφή.
Βαθμολογία 3/10

Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2008

Αχ άγνοιας αγνό μου φως




Βαρέθηκα να τρέχω στις ασφαλστρωμένες τους υποχρεώσεις,
τα ξένα τους μηχανήματα να συντηρώ,
μια άγνωστη ζωή να εξοφλώ σε δόσεις,
και σε κουστούμια παστρικά να ασφυκτιώ.

Βουνοκορφές να ψάχνω να πατήσω,
τα θέλω μου στιγμιαία να αντικρίσω από ψηλά,
καρδιά και ψυχή να εξαπατήσω,
όσο θα σέρνομαι σε αλώνια χαμηλά.

Και αν απ' το σκοτάδι το 'σκαγά μια μέρα,
της παντελής μου άγνοιας θα διάλεγα το φως,
εκεί που μοιάζουν όλα όμορφα και ευτυχισμένα,
και βασιλιάς φαντάζει το αφελές μου σ' αγαπώ...

1-11-07

(Πηγή αφίσσας: Deviantart
Χρήστης: ~Ashlomi)

Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2008

Wall-E


Σκηνοθεσία: Andrew Stanton
Παραγωγής: Usa/ 2008
Διάρκεια: 98'


-EVA
-WALL-E
Λίγο μετά της φρέσκιας της επιτυχίας(Ratatouile), η Pixar δημιουργεί, δια χειρός Andrew Stanton, το "Ρωμαίος και Ιουλιέτα" σε animation με πρωταγωνιστές δυο ρομπότ.


Ο Γουόλ-υ (Γενικός Οριστικός Υπεύθυνος Οχετού Λύτρωσης-Υδρόγειος) είναι ένα απορριμματοφόρο ρομπότ, που έχει ξεχαστεί από τους ανθρώπους επί 700ετίας στην ολοκληρωτικά κατεστραμμένη γη. Διάστημα στο οποίο αποκτά σπάνιες συναισθηματικές και λογικές δεξιότητες. Μια μέρα, ένα διαστημόπλοιο προσγειώνεται και αφήνει την Eva, μια μηχανή ανίχνευσης ζωής. Σύντομα θα ανακαλύψει την ύπαρξη φυτικής ζωής. Το διαστημόπλοιο Αxiom, όπου ζει ταξιδεύοντας στο διάστημα επί 8 αιώνες το κάπως ... μεταλλαγμένο ανθρώπινο είδος, θα επιστρέψει για να την συλλέξει και να ερευνήσει την κατάσταση. Μόνο που στο διαστημικό ταξίδι που ακολουθεί, συμπαρευρίσκεται ο ερωτοχτυπημένος Wall-E και σταδιακά θα αναπτύξει με την Eva μια ιδιότυπη ρομαντική ιστορία, δίνοντας βαθύτερο νόημα στην ύπαρξη τους.


Το πρώτο τριαντάλεπτο της ταινίας είναι βγαλμένο απ' τα αριστουργήματα του βουβού κινηματογράφου. Με παντελή έλλειψη ήχου, η αφήγηση ξεδιπλώνεται χάρις την δημιουργικότητα του σεναρίου και την εκφραστικότητα των τρισχαριτωμένων ρομπότ. Σε ένα ρομάντζο, που όσο βέβηλο και αν ακούγεται, θα μπορούσε να σταθεί ως ένα animation ομοίωμα ταινιών σαν το City Lights. Καθώς όμως αποχωρούμε από τη γη και μεταφερόμαστε στο διαστημικό ταξίδι επιστρατεύεται μια πιο παραδοσιακή animation αφήγηση που πλήττει εν μέρη τις υψηλές προσδοκίες που έχουν δημιουργηθεί. Εκεί στο διαστημόπλοιο Axiom, θα παρακολουθήσουμε την ιστορία του πρωταγωνιστικού ζεύγους ανάμεσα στους τετράπαχους ανθρώπους που σφηνωμένοι στις κινούμενες τους πολυθρόνες περιτριγυρίζουν (άσκοπα) το πολυτελής αεροσκάφος. Η Eva φέρνει το μήνυμα της επιστροφής. Μόνο που μερικά αυθάδη ρομπότ έχουν άλλη άποψη. Τελικά το πρωταγωνιστικό ζευγάρι, με την υποστήριξη των ανθρώπων, αναλαμβάνει δράση, μέσα από ξεκαρδιστικές και υπερπλήρης συναισθηματικά σκηνές που παρασύρουν κάθε θεατή.


To Wall-E εκ πρώτης όψεως, προμηνεύοντας το μέλλον, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την περιβαλλοντική κατάσταση που έχει επέλθει η γη. Εν συνεχεία όμως, με μια πιο ενήλικη ματιά θα μπορούσαμε να του καταλογίσουμε ορισμένες ευκολίες. Αρνείται χαρακτηριστικά να ασκήσει ευρύτερη κριτική. Κατ' αρχάς οι άνθρωποι παρουσιάζονται οκνηροί σε μια ανιαρή καθιστική ζωή. Αυτή τους η επιλογή όμως έχει επέλθει αποκλειστικά ως κληρονομιά των προηγουμένων γενιών χωρίς καμία σύνδεση με τον σύγχρονο διαβρωμένο υλιστή άνθρωπο του καπιταλισμού. Ακόμα, όταν το νέο για τη δυνατότητα επιστροφής καταφτάνει όλοι οι άνθρωποι παρουσιάζονται απροσδόκητα θετικοί(θα αναμέναμε κάποιοι να είχαν συμφέροντα απ' αυτό το αέναη ταξίδι). Αντίθετη στάση προβάλουν μόνο ορισμένα "κακά" ρομπότ, που παρουσιάζονται περισσότερο να έχουν αυθύπαρκτη ζωή παρά να είναι ανθρώπινα δημιουργήματα. Έτσι σε γενική περίπτωση παρακολουθούμε μια συστηματική απενεχοποίηση στο ανθρώπινο είδος, που η δεινή του θέση προβάρει ως αποτέλεσμα μιας "μεταφυσικής" μοίρας παρά των συστηματικών του λαθών.

Το Wall-E αποτελεί μια ξεχωριστή ταινία που διευρύνει το τοπίο στην animation αγορά. Μια αθώα ρομαντική ιστορία έτοιμη να συμπαρασύρει μικρούς και μεγάλους. Όμως μπορούμε να της καταλογίσουμε την συνειδητή απροθυμία της να ασχοληθεί βαθύτερα με το περιβάλλον της.
Βαθμολογία 6/10
(Για animationαδες 8+)

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2008

Ennemi intime, L'


Σκηνοθεσία: Florent Emilio Siri
Παραγωγής: France/ 2007
Διάρκεια: 108'


Ο Florent Emilio Siri θα φτιάξει ένα συγκινητικό πολεμικό δράμα μέσα από σκηνές υπονόμευσης της εξουσίας και του θεσμού του στρατού, αναδεικνύοντας τη φρίκη του πολέμου. Τα γεγονότα βασίζονται στον υπαρκτό Γαλλοαλγερινό πόλεμο του 1959, που μόλις πρόσφατα(1999) επιβεβαιώθηκε απ' τους Γάλλους.

Μεταφερόμαστε λοιπόν στην εμπόλεμη ζώνη της Αλγερίας. Όπου ο Γαλλικός στρατός, με το πρόσχημα της ειρηνικής επιβολής, προωθεί με βαρβαρότητα τα ιμπεριαλιστικά του σχέδια. Απέναντι βρίσκονται οι Αλγερινοί, που διεκδικούν την ανεξαρτησία τους με επιθετικότητα που δεν υστερεί του Γαλλικού τρόπου. Εμείς παρακολουθούμε τα χρονικά του πολέμου σχεδόν αποκλειστικά μέσω μιας Γαλλικής διμοιρίας και των στρατιωτικών επιχειρήσεων της. Μέσα σε αυτή την σαθρή στρατιωτική πραγματικότητα ξεχωρίζει ο κεντρικός ήρωας Lieutenant Terrien(Benoît Magimel). Ο οποίος είναι ένας ιδεαλιστής και ανθρωπιστής αξιωματικός, εντελώς παράταιρος στη φιλοσοφία του πολέμου. Μια αντίθεση που τροφοδοτεί κυρίως με δραματικά στοιχεία τις αρτηρίες της ταινίας.


Ο Florent Emilio Siri κινηματογραφεί με αμεσότητα, αναπαράγοντας μέσω των αιμοσταγή επεισοδίων όλη τη φρίκη του πολέμου. Όμως, σταδιακά ως πραγματικός εχθρός οριοθετείται η εσωτερική κενότητα και κατ' επέκτασιν η στρατιωτική ανηθικότητα. Οι άνθρωποι του στρατού δεν είναι παρά τα χιλιοχτυπημένα γρανάζια μιας πολιτικής εξουσίας, η οποία πάντως στην ταινία μόνο υπονοείται. Στρατιώτες, λοχίες, αξιωματικοί που μέσα στη σήψη του πολέμου εκφυλίζονται, διαβρώνονται και χάνουν εντέλη την ταυτότητα τους. Αποκτώντας μια νέα άλογη και άνευ ηθικής υπόσταση, με μοναδικό σκοπό την υπακοή στις διαταγές που εξυπηρετούν ταυτόσημα και τα προσωπικά κίνητρα εκδίκησης και ανταπόδοσης της ούτως ή άλλως αμφίπλευρης δυστυχίας.


Μεγάλο ενδιαφέρον αποκτά και η κινηματογράφηση του κεντρικού ήρωα. Ο ανθρωπιστής Benoît Magimel, που διανύει περίοδο φόρμας, μεταλλάσσεται και ομοιάζει σταδιακά στις λοιπές μισητές μας φιγούρες, ως αποτέλεσμα του ασήκωτου φορτίου της στρατιωτικής αισχρότητας. Αν και η ταινία παρουσιάζει εξαίρετο ενδιαφέρον, η επιλογή του Florent Emilio Siri να μην τηρήσει τις πρέπουσες αποστάσεις απ' το θέμα του και απ' τους ήρωες(οι οποίοι μοιάζουν χάρτινοι στην πλειοψηφία τους), την μετατρέπει σε μια πιεστική συγκινησιακή πράξη. Επίσης, η προαναφερθέν τακτική, σε μεγάλο βαθμό, μοιάζει απαγορευτική στον αυτοπροσδιορισμό του L' Ennemi intime ως ένα βαθύτερο πολεμικό δράμα.

Συνοψίζοντας, πρόκειται για μια καλή κινηματογραφική πρόταση(ειδικά αν είστε fun του είδους), η οποία όμως αποτυγχάνει να ξεγλιστρήσει των πιεστικών διαθέσεων της για συγκίνηση.
Βαθμολογία 6/10

Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2008

Kunsten å tenke negativt



Σκηνοθεσία: Bård Breien
Παραγωγής: Norway/ 2006
Διάρκεια: 79'


Η αρμονία ενός παντρεμένου ζευγαριού διαταράσσεται καθώς ο σύζυγος, έπειτα απ' ένα γεγονός που τον καθήλωσε στην αναπηρική καρέκλα, αποκτά μια απαξιωτική-μηδενιστική στάση για τη ζωή. Η σύζυγος νιώθει αβοήθητη και απευθύνεται στην πρόνοια. Σύντομα καταφτάνει εντός του πλούσιου οικήματος μια κοινωνική λειτουργός, συνοδεία με λοιπούς προβληματικούς ασθενής. Οι εντάσεις οξύνονται, η "σωτήρας" γίνεται αποδέκτης μιας βίαιας απόρριψης, και οι υπόλοιποι γίνονται μια τρελή τρελή παρέα που μυημένοι στο δόγμα της αρνητικής σκέψης διεκδικούν τον τίτλο του μεγαλύτερου αποτυχημένου. Τσιγαριλίκια, σπασμένα έπιπλα, πολυπρόσωποι διαπληκτισμοί και ένας Δούναβης αλκοόλ είναι τα βασικά εργαλεία του εν λόγω δόγματος.


Πρόκειται για μια μικρή παραγωγή από τη Νορβηγία. Ο Bård Breien παρατηρώντας όλη αυτή τη σήψη του υλικού κόσμου και την κενότητα του σύγχρονου μέσου "υγιή" ανθρώπου θα φτιάξει μια άναρχη επαναστατική μαύρη κωμωδία που εξεγείρεται προς πάσα κατεύθυνση.
Οι σωματικά ασθενής(κουβαλώντας κάθε είδους αναπηρία) χαρακτήρες ζυγίζονται συχνά πυκνά με τους φαινομενικά υγιής με την πλάστιγγα να γέρνει προς του πρώτους, που δείχνουν να αντιλαμβάνονται την ματαιότητα του εγκόσμιου παιχνιδιού. Όμως η ταινία εξαντλείται θεματικά και αποπροσανατολίζεται σύντομα. Διατηρεί την επιθετική της ματιά και τα rock ακούσματα δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα καταστροφής και αποδιοργάνωσης. Η οποία, μάλλον άσκοπα, περιορίζεται σε ένα φτηνό παιχνίδι εντυπώσεων.

Έτσι αν και η "Τέχνη της Αρνητικής Σκέψης" γεννάται ως ένα βαθμό από τις ανάγκες του σύγχρονου κόσμου, μάλλον το όλο εγχείρημα αυτοπεριορίζεται στην άσκοπη επιθετικότητα του. Πάντως, απ' όσα είδαμε δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε την ξεκαρδιστική αναφορά στο Deer Hunter.
Βαθμολογία 5/10

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2008

Manhattan


Σκηνοθεσία: Woody Allen
Παραγωγής: Usa/ 1979
Διάρκεια: 96'


Μια από τις πιο αναγνωρίσιμες, αν όχι η πιο αναγνωρίσιμη, στιγμές στην διαμαντένια φιλμογραφία του σπουδαίου Νεοϋορκέζου σκηνοθέτη είναι ετούτο το Manhattan. Που πιότερο αποτελεί ένα φόρο αγάπης του καλλιτέχνη, στην πόλη που αγάπησε.

Η ταινία έχει αρχίσει. Ο αφηγητής(ίσως ο πιο αγαπητός άνθρωπος στη σινεφίλ κοινότητα, Woody Allen) μάταια προσπαθεί να προσδιορίσει το περιεχόμενο του ήρωα του, ενώ ταυτόχρονα η Νέα Υόρκη αυτοπροσδιορίζεται μέσα από σεληνιακά ασπρόμαυρα κάδρα, όπου καθρεφτίζεται κάθε γωνιά της. Ασπρόμαυρα κάδρα που ξεχειλίζουν από συναίσθημα, και που αποτελούν αντικείμενο φωτογραφικής λατρείας. Συνοδεύονται απ' την καλαίσθητες μουσικές επιλογές του George Gershwin που συντροφεύουν την μεθυστική ξενάγηση μας σε αυτό το παραδεισένιο αστικό τοπίο!

Άραγε υπάρχει παραδεισένιο αστικό τοπίο; Πολλές φορές έχει τύχει σε όλους μας να βρισκόμαστε σε μια κουβέντα για την οποία μέχρι προσφάτως αισθανόμασταν την πλήρη αδιαφορία. Όμως η αγάπη του ομιλητή για το θέμα δύναται να προσδώσει τη δέουσα
γοητεία. Έτσι συμβαίνει και στο Manhattan. Άλλωστε κάθε κινηματογραφική ταινία δεν είναι παρά μια ιστορία ειπωμένη με εικόνες. Αυτές οι εικόνες εδώ είναι παρμένες από την ατόφια αγάπη της καθαρής ματιάς του δημιουργού τους. Μια αγάπη που μας συμπαρασύρει σε ανεξέλεγκτες εκδηλώσεις λατρείας. Οπότε ναι, το cinema μπορεί να κάνει μια πόλη παραδεισένια. Και ο Woody ίσως "γέννησε" την πιο όμορφη στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου.


Ο Woody Allen καταπιάνεται με ένα από τα αγαπημένα του θέματα. Τις ανθρώπινες σχέσεις, με κύριο άξονα τις ερωτικές, που αναβλύζουν στην επιφάνεια τις αδυναμίες, τους ψυχικούς νευρωτισμούς και περισσότερο όλων την καλά κρυμμένη ανωριμότητα. Ερωτικές επιλογές που καθρεφτίζουν σε βάθος την ταυτότητα των ατόμων, η οποία είναι επιμελώς θαμμένη πίσω απ' ένα μεθοδικά επιλεγμένο κοινωνικό πρόσωπο. Ο Woody Allen, σε ρόλο πρωταγωνιστή, υποδύεται έναν ασυμβίβαστο τηλεσεναριογράφο. Ο οποίος απορρίπτει τις σύγχρονες rubbish τάσεις της tv, και επιλέγει να μείνει άνεργος. Είναι δις χωρισμένος, καθώς η πρώην γυναίκα του(η απροσδόκητα εκπληκτική Meryl Streep) επέλεξε μια γυναικεία συντροφιά αντί αυτού. Τα πλήγματα είναι έκδηλα, και ο Woody επιλέγει προσωρινά ως σύντροφο μια 17χρονή μαθήτρια(την αξεπέραστη Mariel Hemingway). Στην αντίπερα όχθη υπάρχει ένα φιλικό ζευγάρι, που διατηρεί μια "τέλεια" δημόσια εικόνα. Τα παραστρατήματα όμως του άντρα, που στερείται προσωπικότητας στη λεπτομερή παρουσία του, τον φέρνουν στην αγκαλιά της δυναμικής αλλά και εύθραυστης Diane Keaton. Η σχέση τους φτάνει σε αδιέξοδο, δεδομένου του προαναφερθέν γάμου, και η Diane Keaton, κατόπιν των προτροπών του πρώην της, συνάπτει σχέση με τον μπερδεμένο Woody.


Μέσα σε αυτό το ερωτικό μπάχαλο o Woody Allen, ως σκηνοθέτης τώρα, με την συνήθη ιδιοφυή "φλυαρία" και την λεπτή ειρωνεία του, θα θίξει ορισμένα απ' τα προβλήματα της εποχής αλλά και τα μεταγενέστερα. Ανάμεσα τους: ο εκφυλισμός της τηλεόρασης, η απρόσωπη παρουσία των ανθρώπων, το οικονομικό "σφίξιμο κλπ. Αγαπημενέστερη αναφορά όμως είναι η σκηνή όπου η τετραμελής παρέα τσακώνεται περί κινηματογράφου και Τέχνης κατ' επέκτασιν. Αναδεικνύοντας το αμφησβητισημό ως και βέβηλο ύφος των νεοκουλτουριάρηδων προς την "αδιαπραγμάτευτη"(στάση Woody Allen) ιστορία. Για να μην ξεχνιόμαστε, όλα αυτά συμβαίνουν καθώς τα υποκείμενα σέρνονται στους μεθυστικούς δρόμους της Νέας Υόρκης. Όπου η ασπρόμαυρη φωτογραφία(με αποκορύφωμα τη σκηνή Woody Allen-Diane Keaton κάτω από τη γέφυρα) συνεχίζει να προσδίδει γοητεία στη πόλη.


Ωστόσο αυτός ο ιδιότυπος και εγωκεντρικός καλλιτέχνης θα εμμείνει περισσότερο όλων στις ερωτικές σχέσεις. Θα δηλώσει την καθημερινότητα ως μέγιστη φθοροποιό δύναμη. Τα υποκείμενα με εσωτερικά ράμματα προσπαθούν να επιδιορθώσουν τα αλλεπάλληλα πλήγματα, αλλοιώνοντας εν μέρη το "είναι" τους. Ράμματα που εκφράζονται με την ασχήμια των νευρωτισμών και φανερώνονται σε καταστάσεις έντονης συναισθηματικής πίεσης, όπως οι ερωτικές σχέσεις. Ίσως για αυτό η νεαρά Mariel Hemingway θα αμφισβητήσει την σύμπλευση ενηλικίωσης-ωριμότητας. Με μια φυσική και παρθένα ομορφιά, που υποδηλώνει το ακέραιο του χαρακτήρα της, παραμένει αναλλοίωτη από τις επεμβάσεις του χρόνου. Και με την πλέον ώριμη συμπεριφορά, θα μας οδηγήσει σε ένα μεγαλειώδες finale, παρατείνοντας την αγωνία μας, αλλά περισσότερο φουντώνοντας τις ελπίδες μας για ένα αδιάφθορο μέλλον μέσα από τις στάχτες του παρόντος...


Το Manhattan πέραν όλων των άλλων κολακευτικών που προαναφέραμε, είναι και μια σπάνια ταινία από υποκριτικής άποψης, καθώς δε συνηθίζουμε να βλέπουμε σε μια ταινία τρεις μεγαλειώδης γυναικείες ερμηνείες.

Εδώ η Meryl Streep με μια σύντομη αλλά πολύ δυνατή παρουσία προφητεύει τις ύστερες ομοφυλοφιλικές τάσεις. Η σταθερή Diane Keaton εξωτερικεύει με λεπτό τρόπο μια εύθραυστη εσωτερική πραγματικότητα που αντιδιαστέλλεται με το δυναμικό κοινωνικό προφίλ της. Ενώ η Mariel Hemingway, ίσως στην πιο λεπτή και πιο συμβολική ερμηνεία της ταινίας, είναι απλά ανυπέρβλητη. Αποτέλεσμα των πολυπληθή στιβαρών θηλυκών ερμηνειών, ίσως είναι η καθοδήγηση του μεγάλου σκηνοθέτη, που όπως μας έχει αυτοπαρουσιαστεί μέσα από τις ταινίες του, φαντάζει λάτρης του ωραίου φύλου!
Βαθμολογία 9,5/10

υγ. Απ' όσα διάβασα στο διαδίκτυο για την ταινία, δε με μαγνήτισε κάτι περισσότερο απ' το κείμενο του φίλτατου Αχιλλέα. Το οποίο μπορείτε να βρείτε εδώ.


Manhattan 1979
Ανέβηκε απÏ� le-pere-de-colombe

Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2008

Άσε με να περιμένω




Στο θρυλικό "Όταν πετούν οι Γερανοί" του Mikhail Kalatozov ακούγεται: "Άσε με να ψάχνω την ελπίδα εκεί που δεν υπάρχει...". Αυτός ο στίχος ήταν αφορμή της κάτωθεν προσπάθειας για ένα ποίημα.


Άσε με να περιμένω


Τα χείλη μου είναι μουδιασμένα
και το μυαλό μηχάνημα καυτό,
τα κείμενά μου αλλοιωμένα,
στα χέρια μου λεπίδα το στυλό.

Δρομείς του χρόνου είναι οι δείκτες,
μα η άνοιξη θα μοιάζει μακρινή
και ας τόσα χρόνια πάταγα στις μύτες,
να μη με πείραζε που έφυγες εσύ.

Θα γύρναγα και όπου κοιτώ σκοτάδι,
δε θα με πλήγωνε καθόλου η σιωπή,
ο Ερμής να πέθαινε τούτο το βράδυ
και θα αγκάλιαζα την αιωνιότητα στιγμή.

Τον εαυτό μου θα 'πειθά πως θα 'ρθεις,
στην κόκκινη του ήλιου χαραυγή,
θα αρμάτωνα τα σύννεφα ξενύχτης,
καταμεσήμερο να περιμένω πρώτη αυγή.

27-3-08

(Πηγή αφίσας: Deviantart
Χρήστης: ~Triodante)

Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2008

Kung Fu Panda



Σκηνοθεσία: Mark Osborne-John Stevenson
Παραγωγής: Usa/ 2008
Διάρκεια: 92'


Το Kung Fu Panda έμπασε για τα καλά τον κόσμο στις αίθουσες τον ακόμα θερινό Σεπτέμβρη. Πρόκειται για το νέο animation με τον στρουμπουλό πρωταγωνιστή του τίτλου, στο οποίο συναντιούνται οι φωνές των Dustin Hoffman, Angelina Jolie, Jackie Chan, σε μια επιλογή του cast που επιδιώκει την πολυπολιτισμική προσέλκυση.


Θεοστρούμπουλο Panda, γιος ξερακιανού πετεινού εθισμένου στη μαγειρική, λατρεύει την πολεμική τέχνη του Kung Fu. Όμως η σωματική του διάπλαση και η στομαχική του διάθεση μοιάζουν περισσότερο από αποτρεπτικές. Η τεχνική του Kung Fu εξασκείται από μια ομάδα ζώων-πολεμιστών που κατοικούν στο υψηλότερο σημείο, και έχει ως σκοπό την άμυνα του χωριού. Ένας φονικός εχθρός εν ονόματι Tai Lung είναι προ των πυλών, και μια σειρά από ατυχή ή τυχερά γεγονότα(όπως θα έλεγε το Lemony Snicket) μετατρέπουν το Panda σε πολεμιστή, που μάλιστα θα κληθεί να αντιμετωπίσει τον παντοδύναμο Tai Lung.


Εξ' αρχής το Kung Fu Panda μοιάζει με μια ταινία που θέλει, εκτός των άλλων, να προβληματίσει. Με τον Dustin Hoffman να διασκεδάζει τον ρόλο του ποντικού-δάσκαλου-μέντορα και να απευθύνει μια σειρά από φιλοσοφημένους αλλά και διδακτικούς λόγους. Λόγους που περικλείουν νοήματα εσωτερικής ολοκλήρωσης και ουσιαστικότερης ανθρώπινης πίστης που μοιάζει να συγγενεύει ελαφρώς και με τη θρησκευτική. Ωστόσο, το νέο αυτό animation δείχνει να πνίγεται μέσα σε μια ευρύτερη βουλιμία εκμαίευσης γέλιου, που με την υπερβολική ποσότητα της ψαλιδίζει την ποιότητα του χιούμορ. Καθώς το χιούμορ στηρίζεται σχεδόν εξ' ολοκλήρου στην αντιμετώπιση των παχύσαρκων "αμαρτιών" του πρωταγωνιστή. Πάντως θα δούμε ορισμένα πετυχημένα σκετσάκια.


Τελικώς, το Kung Fu Panda πέραν της ευχάριστης χροιάς του μοιάζει να παγιδεύεται σε μια αντίθεση. Αυτή που συνθέτουν απ' τη μία η φιλοσοφική(παιδική) διάθεση και απ' την άλλη η διασκεδαστική λαιμαργία, αποκλείοντας έτσι τα ενήλικα παιδιά.
Βαθμολογία 5,5/10

Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2008

American Gangster



Σκηνοθεσία: Ridley Scott
Παραγωγής: Usa / 2007
Διάρκεια: 157'


Ο Ridley Scott, μετά από μια σειρά μάλλον άτολμων και αδιάφορων ταινιών, επιστρέφει με αυτό το γκανγκστερικό δράμα, για να πείσει, πρωτίστως τον εαυτό του, πως εκτός από ένας καλός επαγγελματίας και συνεργάτης των Αμερικάνικων studio, είναι και ένας αξιόλογος εν δυνάμει καλλιτέχνης.


Όλα ξεκίνησαν απ' τον σεναριογράφο Steven Zaillian, που ανακαλύπτοντας ένα άρθρο του Mark Jacobson ανάστησε την ιστορία του μεγαλύτερου κυκλώματος ναρκωτικών στην Αμερική περί την δεκαετία του '70. Όπου στην πραγματικότητα, έπειτα από δικαστική πράξη, ξεσκεπάστηκε ένα τεράστιο πέπλο διαφθοράς που έκρυβε την ανάμειξη πολυάριθμων αστυνομικών σε καταστάσεις του "λευκού" κυκλώματος, που μάλιστα βρίσκονταν στην κορυφή της εξουσιαστικής πυραμίδας. Εμείς παρακολουθούμε τις μέρες ενός αφροαμερικάνου που ονομάζεται Λούκας(Denzel Washington), ο οποίος αντιπροσωπεύει την πρόοδο, τη φιλοδοξία αλλά και τον επαγγελματισμό. Ο Λούκας ξεκινώντας ως ένας τυπικός σοφέρ, ανεβαίνει τα σκαλιά της νύχτας και καθιερώνεται ως ο κυρίαρχος μεγαλέμπορος ναρκωτικών στη Νέα Υόρκη. Στην πορεία του, υποβοηθάται αλλά και παγιδεύεται ταυτοχρόνως από την συνεργασία με την πολυάριθμη φαμίλια του. Σύντομα η παρουσία του θα γίνει αντιληπτή από την αστυνομία. Ο Ρίτσι(Russell Crowe) είναι ένας τίμιος αστυνομικός, όντας ασφαλώς η εξαίρεση. Και εμείς παράλληλα παρακολουθούμε τη δική του δράση δίωξης του εγκλήματος.


Κατ' αρχάς δοθέντος αφορμής αυτής της ταινίας, θα ήθελα να σχολιάσω την πολλές φορές εξαναγκαστική τακτική ταινιών να αναφέρουν πως βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα(δεν αναφέρομαι συγκεκριμένα στο American Gangster). Οι ταινίες, σε όλες τις περιπτώσεις, αποτελούν την αντανάκλαση ή καλύτερα την κατασκευή μιας κάποιας πραγματικότητας. Είναι πασιφανές πως δε μπορούμε να μιλήσουμε για αυτούσια πραγματικότητα σε μια ταινία, καθώς παρεμβάλλεται η "τεχνητή" και πολυδιάστατη κινηματογραφική διαδικασία. Όμως, όσον αφορά τον ρεαλισμό, μια δημιουργία "υποχρεούται" να μπορεί δυνητικά να αποτελέσει κομμάτι του υπαρκτού κόσμου. Έτσι, η τακτική-επιλογή ταινιών να διατυμπανίζουν πως είναι βασισμένες σε πραγματικά γεγονότα, ως ένα βαθμό μου μοιάζει περιττή, απ' τη στιγμή που οι ταινίες "υποχρεούνται" να είναι πραγματικοφανείς. Ενώ επίσης, στη χειρότερη μορφή, την εκλαμβάνω ως ένα εργαλείο στα χέρια κάθε σεναρίου να καπελώσει τις αναπαραστατικές αδυναμίες ενός film, και να πείσει πλαγίως το θεατή για τον φαινομενικό ρεαλισμό των πραγμάτων.

Εδώ, ο Ridley Scott κυρίως με τα αγαπημένα του κοφτά πλάνα καταφέρνει να μετουσιώσει την Αμερική της πολεμικής περιόδου του Βιετνάμ. Η ηθική και η πολιτική αποδιοργάνωση είναι διάχυτη παντού, ενώ η κοινωνία καταρρέει ποικιλοτρόπως. Τα πλάνα αναπαράγουν τα χρονικά ενός πολυεδρικού ξεπεσμού. Ενώ ο ρυθμός που αποκτά το film, χάρις την σεναριακή εξέλιξη, τη σκηνοθεσία και τη μουσική, καθιστά κάθε πλάνο ως ένα αλλεπάλληλο χτύπημα στην κοιλιακή χώρα. Ο κόσμος της νύχτας και των ναρκωτικών μέσα απ' τα ματιά των ρυθμιστών. Σε ένα σύμπαν βραχνιασμένο και παραλυμένο απ' τη διαφθορά. Τι στιγμή που η τραγικότητα του πολέμου αφανίζει κάθε ελπίδα. Σε αυτή την προσπάθεια του ο Ridley Scott έχει συνοδοιπόρους τους αναγνωρίσιμους πρωταγωνιστές του(Denzel Washington, Russell Crowe), που παραθέτουν μάλλον αναμενόμενες ερμηνείες.


Μιας και παραπάνω παρομοιάσαμε τις ταινίες ως κατασκευές, νομίζω πως το American Gangster επιχείρησε σαν κατασκευή να ακολουθήσει τα χνάρια του ανυπέρβλητου Godfather. Πειράζοντας ελαφρώς και αντικαθιστώντας την κλασσική Σικελική φαμίλια της νύχτας με την πιο άναρχη και ασυγκρότητη Αφροαμερικάνικη του πρωταγωνιστή. Επίσης παρατηρούμε την μετατροπή των μπάτσων σε πιο ζωηρές φιγούρες στη πιάτσα των δρόμων και την παράλληλη εκτόπιση των λοιπών gangsters. Εμφανή είναι και η προσπάθεια του Ridley Scott, κυρίως με διαλεκτικά και σκηνοθετικά τρικ, να βυθίσει την ταινία του στην πιάτσα της νύχτας. Πάντως αυτή η προσπάθεια μοιάζει πολύ πιεστική για να είναι αποδοτική. Ακόμα, το δημιούργημα του 70χρονού πλέον σκηνοθέτη δε μπορεί να αποδώσει το βάθος των χαρακτήρων του Godfather. Καθώς εστιάζει σε λιγότερα πρόσωπα παραμελλώντας χαρακτηριστικά κάποια άλλα(με χαρακτηριστικότερη περίπτωση τη γυναίκα του Λούκας). Ενώ και ο Λούκας, όσο και αν θέλει ο Denzel Washington, δε μπορεί σε καμία περίπτωση να φτάσει χαρακτηρολογικά το βάθος του Κορλεόνε.


Συνοψίζοντας το American Gangster αποτελεί μια καλή επιλογή, ιδίως αν είστε fun ταινιών του ύφους. Μα κυριότερα αποτελεί την αξιοπρεπή επανεμφάνιση του Ridley Scott,
τονίζοντας μας πως αν του επιτραπεί μπορεί ακόμα να φτιάξει το δικό του παιχνίδι.
Βαθμολογία 7/10

Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2008

P.V.C.-1


Σκηνοθεσία: Spiros Stathoulopoulos
Παραγωγής: Colombia / 2007
Διάρκεια: 85'


Ο Ελληνοκολομβιανός Σπύρος Σταθόπουλος έκανε εδώ μια περισσότερο πειραματική ταινία. Το P.V.C.-1, που γνώρισε τετραπλή διάκριση στο εγχώριο φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης και ξεχώρισε με την πρωτοτυπία του στο Φεστιβάλ των Κανών, είναι περισσότερο μια άσκηση ύφους που όμως δεν παραλείπει να θίγει τα προβλήματα των υπανάπτυκτων χώρων της Λατινικής Αμερικής(εδώ Κολομβία) στο να αντιμετωπίσουν επικίνδυνες καταστάσεις.


Συγκεκριμένα, τρομοκράτες επιλέγουν κατά την κρίση τους μια εύπορη πενταμελή οικογένεια την οποία και επιθυμούν να αρμέξουν οικονομικά. Τοποθετούν στη μητέρα έναν ογκώδη εκρηκτικό μηχανισμό(P.V.C.-1) που περικλείει το λαιμό της. Οι τρομοκράτες απομακρύνονται έχοντας γνωστοποιήσει τις οικονομικές τους διαθέσεις και δίνοντας σαφής οδηγίες. Ωστόσο η οικογένεια, παραβλέποντας αυτές, έρχεται σε επικοινωνία με πυροτεχνουργούς της αστυνομίας προκειμένου να απενεργοποιηθεί η περιλαίμια βόμβα. Ένα οικογενειακό δράμα ξετυλίγεται γύρω από τις απεγνωσμένες προσπάθειες της οικογένειας και εκτείνει τις ρίζες του σε ολόκληρη την Κολομβιανή κοινωνία.

Όσο και αν φαίνεται παράδοξο ή οτιδήποτε άλλο, ο σκηνοθέτης επιλέγει συνειδητά να μην καταπιαστεί με την τρομοκρατική δράση της οργάνωσης. Είναι σαφές πως η κινηματογραφική φόρμα της ταινίας υπερισχύει οποιουδήποτε άλλου παράγοντα. Ένα 85λεπτό μονοπλάνο, που αποτελεί μοναδική σινεφίλ εμπειρία(όπως στη Ρώσικη Κιβωτό του Aleksandr Sokurov), κινηματογραφεί νατουραλιστικά το δράμα της οικογένειας για επιβίωση. Οι διαρκής κινήσεις τόσο του εικονιζόμενου αντικειμένου όσο και της κάμερας
προσδίδουν στο φιλμικό χρόνο την αρμόζουσα ένταση των στιγμών. Το σενάριο μοιάζει κάπως παραγκωνισμένο της όλης αυτής διαδικασίας, που όμως με καίριους συμβολισμούς πλέκει ένα λιτό και απέριττο δραματουργικό ύφαντρο. Συμβολισμούς με τους οποίους θα ασχοληθούμε παρακάτω.


Όπως προείπαμε ο Spiros Stathoulopoulos δεν ασχολείται με τη δράση της τρομοκρατίας, αλλά περισσότερο προσπαθεί να καταλογίσει ευθύνες στους υπανάπτυκτους πληθυσμούς(όπως εδώ Κολομβία) σχετικά με την υποδεέστερη θέση τους στη σφαίρα του σύγχρονου κόσμου. Εδώ, στη πορεία ζωής-θανάτου της φαινομενικά αθώας μητέρας, ανασύρεται μια υπερβάλλον θρησκευτική προσήλωση. Άνθρωποι που έχουν εναποθέσει τις ελπίδες σωτηρίας περισσότερο από οτιδήποτε άλλο σε μια μεταφυσική Θεότητα. Μια Θεότητα που μοιάζει να έχει την πρωταρχική της μορφή, δηλαδή στηριγμένη και βγαλμένη μέσα από την άγνοια και την αδυναμία των ανθρώπων, που έχουν περισσότερο ανάγκη απ' οτιδήποτε άλλο μια μεταφυσική συμπαράσταση. Στα πλαίσια της οποίας επισκιάζονται οι ικανότητες των ατόμων καθώς και το αίσθημα αυτοσυντήρησης αλλά και κατανόησης της στιγμής(είναι χαρακτηριστική η σκηνή στην οποία η μητέρα ζητάει νερό). Για το σκοπό αυτό παρατίθενται ορισμένα θρησκευτικά σύμβολα, όπως οι χτύποι εκκλησιαστικών καμπανών και είδωλα πίστης όπως σταυροί. Όμως περισσότερο μέσω των διαλόγων και των αντιδράσεων των ηρώων θα εισβάλουμε σε αυτό το αυτοπεριοριστικό σύμπαν της μεταφυσικής λατρείας. Έτσι το τέλος, σαν μια προσομοίωση του υπαρκτού κόσμου και κουβαλώντας ιστορικό χρόνων, θα υπενθυμίσει στους ανθρώπους, πως τουλάχιστον η εγκόσμια σωτηρία είναι ασυσχέτιστη της Θεϊκής ύπαρξης ή ανυπαρξίας.

Το P.V.C.-1 πέραν οτιδήποτε άλλου είναι περισσότερο μια πειραματική ταινία. Όπου ο σκηνοθέτης στην πρώτη του μεγάλου μήκους απόπειρα θα τεστάρει τις αντοχές του κοινού, αλλά και τις δικές του, σε αυτή την υπερσύγχρονη κινηματογράφηση του μονοπλάνου.
Βαθμολογία 7/10