Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2017

Branded to Kill (Seijun Suzuki)


(στον Witold Gombrowicz)

Έχετε μυηθεί στην τέχνη της αποτυχίας; Μα τι λέω, είστε ήδη μυημένοι. Η τέχνη της αποτυχίας είναι το πεπρωμένο σας. Το έργο σας δεν είναι ποτέ καλό. Ποτέ αρκετά καλό. Το παρουσιάζετε, το φανερώνετε, ελπίζετε πώς μέσα απ' αυτό θα σας αναγνωρίσουν, ότι θα σας αποτιμήσουν ευνοϊκά, περισσότερο από ευνοϊκά, ότι θα σας αποδώσουν δάφνες. Ότι θα σας ξεχωρίσουν ως τον πλέον σημαντικό ανάμεσα στους πλέον σημαντικούς. Κι όμως το έργο σας δεν είναι ποτέ αρκετά καλό. Το σχέδιο χαλάει. Μόλις που έχετε εμφανίσει το έργο σας κι εκείνο σε λίγο έχει κιόλας ξεχαστεί. Περιφρονείται και τοποθετείται ανάμεσα στη λήθη και σ' απαξιωτικά μισοχάχανα. Εκεί τοποθετείστε κι εσείς. Εκεί που είχατε πιστέψει ότι η μοίρα θα γελάσει, οτι επιτέλους η μοίρα θα γελάσει σ' εσάς προσωπικά, το πρόσωπό της αλλάζει έκφραση, παίρνει ένα μειδίαμα που δε φανερώνει τη χαρά, αλλά την ειρωνεία. Οπισθοχωρείτε. Κι εργάζεστε. Εργάζεστε σκληρά. Βάζετε όλα σας τα δυνατά. Για να επιστρέψετε, να επανεμφανιστείτε με μια νέα πραγμάτια. Με μια νέα σοδειά. Την τέλεια μορφή του έργου σας. Στο μεταξύ βγαίνετε με συναδέλφους, με ανθρώπους από διαφορετικούς χώρους. Προσπαθείτε να τους πάρετε με το μέρος σας. Πασχίζετε για την εύνοια τους. Προσπαθείτε να φέρετε κοντά όλους όσους πιστεύετε ότι την κρίσημη ώρα της αποτίμησης του έργου σας, η κρίση τους θα μετρήσει. Κι όμως αποτυγχάνετε. Αποτυγχάνετε και πάλι. Η αποτυχία έχει γίνει για εσάς μια εμμονή. Εμφανίζεστε με τα καλά σας και κανείς δεν αναγνωρίζει σ' εκείνα τίποτα το καλό. Κανείς δεν σας ανακηρύσσει ως νούμερο ένα ειδήμονα στην ειδικότητά σας. Η αποτυχία σας στοιχειώνει. Αρχίζετε να τρέχετε. Και τρέχετε πολύ. Όμως το τρέξιμο σας δεν είναι αρκετά γρήγορο για να προσπεράσετε εκείνους που προπορεύονται, ούτε για να απομακρυνθείτε από εκείνους που σας πλησιάζουν. Για μια στιγμή σταματάτε. Προσπαθείτε να ξεχάσετε. Σχεδόν τα καταφέρατε. Σχεδόν ξεχάσατε. Σχεδόν ηρεμείτε. Κι όμως η αποτυχία σας την έχει στημένη στη γωνία για άλλη μια φορά. Σας περιμένει στο αυτοκίνητο που περνάει από μροστά σας κι εσείς αναγνωρίζετε τον κατασκευαστή, σας περιπαίζει στην επωνυμία των ρούχων του διπλανού σας. Η αποτυχία σας παίζει κρυφτούλι στο ντουλάπι σας, στη μάρκα του πακέτου των μακαρονιών σας. Καθένας διαπρέπει στον τομέα του, κι εσείς αποτυγχάνετε ξανά και ξανά και πάλι, αποτυγχάνεται σε όλα, σε όλα εκτός από το να αναγνωρίζετε την ανωτερότητα των άλλων στους τομείς τους. Η αποτυχία έχει γίνει για εσάς μια εμμονή. Τη συναντάτε παντού. Έχει ριζώσει στο βλέμμα σας. Στην αναπνοή σας. Η τέχνη της αποτυχίας είναι η φύση σας. Δε θα σας αναγνωρίσουν ποτέ σε κάποια ανώνυμη στάση του μετρό. Δε θα σας επευφημήσουν σε κάποια δεξίωση. Δεν θα σταματήσουν τις κουβεντούλες τους καθώς περνάτε από μπροστά τους. Οι νίκες σας ήταν μικρές. Πολύ μικρές. Τα κατορθώματα σας ελάχιστα. Για να είμαι δίκαιος, ίσως όχι και τόσο ελάχιστα αλλά ποτέ επαρκείς. Οι νίκες σας ίσως κι αυτές να μην ήταν τόσο μικρές, κι όμως ήταν ύπουλες. Δεν ήταν ποτέ αρκετές. Παρ' όλα αυτά σας πρόσφεραν μια ικανοποίηση, σας εφοδίαζαν με μια παροδική ικανοποίηση, σας εμφύτευαν τον απαραίτητο προσωρινό ενθουσιασμό, για να ριχτείτε ξανά στην τέχνη σας, στην αγαπημένη σας τέχνη, την αποτυχία. Και να ριχτείτε σ' αυτή για τα καλά, μ' όλη σας τη δύναμη, να ριχτείτε με τη θέλησή σας. Αυτό ήταν οι νίκες σας, οι νίκες σας ήταν η απαραίτητη θέληση για να συνθλίψετε και να ξανασυνθλίψετε την πίστη σας μπροστά στο πεπρωμένο σας της αποτυχίας. Το αναπόδραστο βασίλειο σας. Με τη σκιά του, την βαριά κι επίμονη σκιά, ριγμένη διαρκώς επάνω σας. Μέχρι να σας αφανίσει. Να σας εξαφανίσει. Να σας κάνει εντελώς ασήμαντους κι ίσως περίγελους μες σ' αυτή την τόσο χορταστική ασημαντότητα που εσείς αρνείστε πεισματικά να αναλάβετε. Η εμμονή της αποτυχίας σας παρέδωσε την αγωνία της αποτυχίας. Τον ιδρώτα. Το σύγκρυο. Τη διαρκής αναγνώριση του υστερήματος σας. Της υστερίας σας. Σε σύγκριση όχι μόνο μ' εκείνους που ανταγωνίζεστε, αλλά το υστέρημά σας, το συνεχές υστέρημα ακόμα και σε σχέση σ' αυτό που σας περιμένει, σ' αυτό που θα συναντήσετε στη στροφή του δρόμου, στη μακρινή αυτή στροφή, και που αναμφίβολα θα σας θάψει, θα σας εκτοπίσει στο μοναδικό ρόλο για τον οποίο είστε προορισμένος, την παραδοχή της κατωτερώτητάς σας. Κι όμως η αγωνία της αποτυχίας, σας οδηγεί στην αγωνία, που δεν παύει να είναι αγωνία. Μια κατάσταση εμπύρετη. Δηλαδή μια κατάσταση σχεδόν ευτυχής. Γιατί η αν η εμμονή της αποτυχίας δε σας εξωθούσε στην αγωνία της αποτυχίας και την αγωνία, τότε θα σας οδηγούσε στο θάνατο. Κι ένας τέτοιος θάνατος δεν θα ήταν ηρεμία. Δεν θα ήταν γαλήνη. Δεν θα ήταν ανάπαυση. Δεν θα ήταν ούτε το τέλος της αποτυχίας σας ωστόσο, αλλά μονάχα η απόλυτη ένδειξη της επιβεβαίωσης της αποτυχίας. Η εκμηδένισή σας. Η εκμηδένιση και ο αφανισμός σας αυτή τη φορά απέναντι και από την αποτυχία. Αφού ο θάνατος θα σήμαινε την αποτυχία σας να εκπληρώσετε τον μοναδικό σκοπό για τον οποίο είστε προορισμένος: να αποτυγχάνετε.

Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2017

The Killing of a Sacred Deer (Yorgos Lanthimos)


Συνηθίζουμε να επικαλούμαστε την κοινή λογική, τι θα γινόταν όμως αν για μια φορά ακολουθούσαμε το κοινό παράλογο;

Στο The Killing of a Sacred Deer δεσπόζει η χρήση των ευρυγώνιων φακών. Επιλογή συνυφασμένη με το θέμα των αποστάσεων που κυριαρχεί στην ταινία, και γενικότερα με την επανίδρυση κι αναζήτηση ενός συμφιλιωτικού(;) χώρου. Η χρήση ευρυγώνιου φακού σε ένα κοντινό πλάνο μετατρέπει δύο κοντινά σώματα-πρόσωπα-αντικείμενα σε απομακρυσμένους πλανήτες. Ενώ στα γενικά πλάνα, που προτιμούνται τακτικότερα κι έχουν μια χαρακτηριστική ένταση στη γλώσσα της ταινίας, ο ευρυγώνιος φακός προκαλεί μια συνεχή παραμόρφωση στα άκρα οτυ κάδρου και συνεπώς στη γενική εικόνα, ενώ αφαιρεί από τα επιμέρους τμήματα-σώματα το βάρος τους, την αυτάρκεια τους, καθιστώντας αδύνατο στον θεατή να συγκεντρωθεί σε κάποιο απ' αυτά. Γενικότερα να συγκεντρωθεί. Να εστιάσει. Η διαταραχή της συγκέντρωσης είναι διαρκής. Μια απώλεια καθαρής κρίσης.

Αλλά ας εξετάσουμε και την ανθρωπογεωγραφία της ταινίας. Κι εδώ οι αποστάσεις σχετικές. Μια αστική οικογένεια πλάι σ' έναν μικροαστό έφηβο. Οι τάξεις μοιάζουν να τους χωρίζουν. Πλάνη. Η μοίρα τους ενώνει. Αλλά μήπως όχι μόνο η μοίρα; Από τη μία οι ευκαταστατοί κρύβουν πίσω απ' την προσωπική τους επιτυχία μια απάθεια που τους εξουθενώνει. Από την άλλη ο μικροαστός νεαρός επιδεικνύει τρομερή βούληση σαν συνεπαγωγή και της βαθιάς στέρησης που έχει βιώσει. Ο ένας για τον άλλον είναι ελκυστικός. Το πάθος του νεαρού προκαλεί γοητεία και μυστήριο για την οικογένεια. Η προσωπική ευδαιμονία απ' την άλλη αποτελεί μάλλον διακαή πόθο για έναν άνθρωπο που ζει σε μια διαρκή αβεβαιότητα. Οι αποστάσεις είναι τόσο σχετικές. Αυτό που μοιάζει να χωρίζει, μοιάζει και να ενώνει. Την ίδια στιγμή που οι καθρεπτικοί χαρακτήρες στέκονται τόσο γυμνοί και ευάλωτοι ο ένας απέναντι από τον άλλο.

Μπορεί το σύμπαν του Λάνθιμου να δομείται από αυστηρούς κανόνες. Μπορεί οι ήρωες να βασίζουν την αυτοκυριαρχία τους στη μεθοδική χρήση της λογικής. Την δύναμή τους ακόμη να την μαρτυρούν άριστα δομημένες συνήθειες και πρακτικές. Μπορούν να αντλούν από αυτά την ευδαιμονία τους. Όμως, όταν βρίσκονται μπροστά στο ανεξήγητο, όταν ο κόσμος τους ανατρέπεται, τότε ενεργούν με αφέλεια, σαν νήπια. Αν ήταν στον εχέφρονα εαυτό τους σίγουρα θα αποδοκίμαζαν αυτές τις συμπεριφορές. Κι όμως μόνο μ' αυτές τις συμπεριφορές επιτυγχάνουν να κάνουν ένα βήμα προς αυτό που θα αποκαλούσαμε ζωή.

Η τάξη της λογικής, γιατί και η λογική μια τάξη είναι, ξαφνικά μοιάζει τόσο επίπλαστη. Όλα εκείνα που πάνω της έμοιαζαν άσειστα, τώρα διαφαίνονται απλά ως περιττά. Αποβάλλονται. Και το πιο ενδιαφέρον και παράξενο ταυτόχρονα είναι ότι η ίδια η λογική μας παρέχει το κλειδί της ψευδαίσθησης που μας ανοίγει ορθάνοιχτα την πόρτα του παραλόγου. Και τώρα ακόμα και η πιο κοινή λογική μοιάζει εντελώς απίθανη μπροστά στο κοινό παράλογο. Κι όταν λέω κοινό παράλογο εννοώ πάλι ότι και το παράλογο έχει την δική του τάξη, ίσως ανεξιχνίαστη, αλλά τάξη. Δεν είναι απλά μια απονενοημένη αταξία όπως θα υπαγόρευε η λογική.

Για παράδειγμα, η ενοχή φαντάζει κάτι το λογικό. Η λογική επιβουλεύεται την ενοχή. Όμως κατά πόσο η ενοχή δεν είναι κάτι το παράλογο; Σε πόσο στέρεο έδαφος πατάει η ενοχή; Γιατί να μην την έπαιρνε με το μέρος της το παράλογο; Γιατί η ίδια η ενοχή να μη βασίζεται σ' έναν καθαρό παραλογισμό στη δυσκολία του ατόμου να αντιμετωπίσει μια μορφή πραγματικότητας; Και είναι μόνο η ενοχή τόσο αβέβαιη; Η ηθική; Η έννοια του δικαίου; Έννοιες πάνω στις οποίες θεωρητικά χτίζεται η κοινή λογική, όπου ολόκληρες δομές βασίζουν το κοινωνικό οικοδόμημα και ιχνηλατούν μια κοινή γραμμή πλεύσης, σ' ένα άλλο πρίσμα, υπό ένα άλλο πρίσμα, μπροστά ίσως σ' ένα ευρυγώνιο φακό φανερώνουν το παράλογο, κάτι το εντελώς παράλογο, κάτι το υποκειμενικό πριν την αντικειμενικοποίηση του υποκειμένου και κυρίως κάτι το ασταθές. Ζωντανό, παλλόμενο. Ζωντανό παλλόμενο παράλογο που υπερισχύει ενάντια σε ότι θεωρούσαμε μέχρι εκείνη τη στιγμή βέβαιο. Όμως δεν είναι απλά η κατάρριψη των βεβαιοτήτων που συντελείται μπροστά σ' αυτό το θαύμα του παραλόγου. Είναι και η ταυτόχρονη γέννηεση ενός κόσμου, μέσα στον οποίο το άτομο ευλογημένα τοποθετείται, και λέω ευλογημένα, αφού πλέον οι πεποιθήσεις του, οι ιδέες του δε μπορούν να του εξασφαλίσουν κανένα πλεονέκτημα. Όλα συμβαίνουν στον παρόντα χρόνο. Ο παρόντας χρόνος είναι ο παράλογος χρόνος. Το κοινό παράλογο στο οποίο συναινούμε, θα συναινέσουμε, χωρίς καν να μας έχει τεθεί η ερώτηση.


Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2017

Tesnota (Kantemir Balagov)


Σήμερα είδα την ταινία οικογένεια. Ήταν μια όμορφη ταινία. Είχε φωτιστεί σε κάθε κάδρο της με υπερκορεσμό των ψυχρών και τη διακριτική παρουσία θερμών χρωμάτων σε σημεία του κάδρου. Μια αντίθεση που έφερνε διαρκώς μια ανισορροπία και μια φρεσκάδα. Ενώ και η μικρή της ιστορίας(Olga Dragunova), έπαιζε τόσο ελεύθερα και τόσο ζωντανά που διαρκώς γεννούσε καινούριες φυσαλίδες μπροστά στα μάτια μου.

Έχω όμως έναν προβληματισμό. Συχνά όσοι κάνουν έναν προσωπικό κινηματογράφο, με τη δική τους γλώσσα, με τη δική τους γραμματική, κατηγορούνται για εσωστρέφεια και πώς αγνοούν τον θεατή. Οι άλλες όμως, αν μου επιτραπεί ο διαχωρισμός, οι εξωστρεφείς-φεστιβαλικές ταινίες όταν καταπιάνονται με θέματα όπως ο φυλετικός/πολιτικός φανατισμός, η γονεϊκή καταπίεση/αυταρχισμός κι ένα σωρό άλλα κοινωνικά στερεότυπα, αναπτύσσονται πάντα λες και ο θεατής δεν έχει ξαναδεί ταινία με παρόμοια θεματολογία. Λες και του παραθέοτυν μπροστά του μια απόλυτη αλήθεια, που δεν είναι παρά το political correct, Που το υπηρετούν με μια ζέση λες και ο θεατής δεν το 'χει υπ' όψιν του. Λες και περίμενε αυτή την ταινία για να μάθει τι συμβαίνει. Κοινώς λες και δεν έχει ξαναδεί ταινία ή ζωή ή ό,τι. Τώρα αν δεν είναι αυτό εσωστρέφεια, τότε τι είναι;

Κυριακή 5 Νοεμβρίου 2017

Un beau soleil intérieur (Claire Denis)



Μία ταινία που δεν πάει πουθενά, για τις ανθρώπινες σχέσεις που δεν πάνε πουθενά.

Μόνο μην κλαίς.
Να χαμογελάς με ελαφρύτητα
Και να υποφέρεις καλύτερα.

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2017

Hors Satan (Bruno Dumont)


Σατανάς είναι η συνομωσία της φύσης κατά την οποία τα πράγματα επιτέλους μας αποκαλύπτονται όπως είναι, όχι όπως φαίνονται.

Αυτό το πέρασμα είναι ένα βίαιο πέρασμα.

Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

Sangue del mio sangue (Marco Bellocchio)


Η προσωπική εξομολόγηση είναι η αφέλεια. Έξω από την αφέλεια δεσπόζει η βλακεία.

Και θα παραμένει πάντα ως ανεξιχνίαστο θαύμα το πώς μια απλή προσφώνηση "μπορεί να έρθει και ο φίλος σου" στις αφελέις ταινίες έχει την ικανότητα να λύνει δάκρυα και να σου χαϊδεύουν το πρόσωπο.  

Zjednoczone stany milosci (Tomasz Wasilewski)


Οι ανθρωποι έχουν υποφέρει τόσο μακρά διαστήματα μοναξιάς -κι εδώ πρέπει να διαχωριστεί η μοναξιά απ' την μοναχικότητα- που λίγο να έρθει κοντά ο ένας με τον άλλο, είναι τέτοια η αδεξιότητα στο άγγιγμα που καταστρέφει.

Έχω ακούσει τόσο πολλά για τον ανθρώπινο πόνο που πλέον δεν διακρίνω τον πόνο αλλά την εξιστόρησή του.

Και κάποιος να πει σ' όλες αυτές τις μοντέρνες ταινίες με τα σοβαρά δραματικά θέματα, με τα άψογα καδραρίσματα και με την διπλο-τριπλομελετημένη σπουδή στο φως· πώς είναι πιο βαρετές κι από εικαστική έκθεση.


Τετάρτη 5 Απριλίου 2017

Neruda (Pablo Larrain)

Η σπουδαιότητα ενός έργου καθορίζεται απ' τις απομιμήσεις του. Όσο πιο αμίμητο παραμένει ένα έργο τόσο πιο σπουδαίο θεωρείται. Περισσότερο απ' το ίδιο το έργο, είναι οι απομιμήσεις του που φροντίζουν την υστεροφημία του.


Ο Νερούδα δεν ήταν ποτέ ο αμίμητος ποιητής. Αντιθέτως είναι ο ποιητής που εύκολα αντιγράφτηκε. Κι αυτή η ταινία δεν είναι μια ταινία για τον συγγραφέα. Δεν είναι ούτε μια ταινία για τον πολιτικό. Είναι μια ταινία για την συγγραφή.


Για την συγγραφή, που ως συγγραφή έχει κατακτήσει την αθανασία κι όμως έξω απ' αυτήν δεν έχει τίποτα άλλο. Όλα τ' άλλα πρέπει να τα επινοέι, να τα αποσπά. Να τα κλέβει. Ο Νερούδα, είναι μια ταινία για την συγγραφή, για την κούφια συγγραφή, που για να κατακτήσει την δόξα, την φήμη, την ισχύ, την αναγνώριση -πράγματα για τα οποία τόσο πολύ διψάει- πρέπει να επινοήσει πλάσματα γύρω απ' αυτήν και μέσα σ' αυτήν και να τα κλέψει. Είναι τα πλάσματα που πλάθει η συγγραφή που της προσφέρουν έναν εαυτό, έστω εφήμερο, τον εαυτό που δεν έχει, έναν πυρήνα, μια ζωή, που για χάρη της προσφέρει στα πλάσματα της φαντασίας της, όχι την αθανασία, αλλά την συγκίνηση ότι αυτή υπάρχει, και όχι μόνο την συγκίνηση της αθανασίας, αλλά και την συμπύκνωσή της αθανασίας μέσα σ' αυτό που ζει, σ' αυτό που ζει, που ζει, που ζει, και που μπορεί να ζήσει μονάχα στη σκια της συγγραφής, μονάχα εν απουσία της.

Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

An (Naomi Kawase)


Στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα ο κινηματογράφος έκανε ταινίες για να καταδικάσει τα εγκλήματα και τις αναταρραχές που απειλούσαν τα ήθη, τα έθιμα και τις αξίες που συγκροτούσαν την κοινωνική γαλήνη.

Στο δεύτερο μισό του αιώνα έγινε αντιληπτό ότι αυτά τα ήθη και οι αξίες περικλείονταν από παχιά στρώματα διαφθοράς που επιστρατεύονταν για να συντηρηθεί σχεδόν με την βία η ζωή στους 37 βαθμούς κελσίου. Κι έτσι οι ταινίες γέμισαν με υπονοούμενα, γροθιές ή επαναστατικές πινελιές εις βάρος της κατεστημένης τάξης.

Στον 21ο αιώνα που η γιόγκα έχει πλυμμηρίσει τη ζωή μας με νηφαλιότητα απ' ότι φαίνεται ο κινηματογράφος θα κάνει και ταινίες για να χαιρετήσει τον κύριο Ήλιο.

Παρασκευή 17 Μαρτίου 2017

Τα χρόνια της αθωότητας (Nova Melancholia)


Η μικροαστική τάξη, η μεγαλοαστική τάξη, το προλεταριάτο, οι χίπιδες, η τάξη των μποέμ, η τάξη των αναρχικών· δεν υπάρχουν. Υπάρχει μόνο η αστική τάξη. Ό,τι εξωκύλει είναι αταξία.

Έχει σίγουρα ενδιαφέρον το να περιγράφεις και να αποκαλύπτεις την αστική τάξη, μέσα από την σεξουαλικότητάς της, παραθέτοντας με ίση βαρύτητα και ίση φυσικότητα τόσο τα στοιχεία εκείνα που θα θεωρούνταν ταμπού όσο και τα στοιχεία που θα θεωρούνταν κεκτημένες συνήθειες. Μάλιστα, με τρόπο τέτοιο που το τι θεωρείται αποδεκτό και τι απαράδεκτο να μην είναι ευδιακρίτως αναγνωρίσιμο.

Το να περιγράφεις έχει ένδιαφέρον;

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2017

Sugisball (Veiko Ounpuu)


Ο εαυτός μου είναι ένα πολύ στενόχωρο μέρος. Θέλω να πω, εδώ γεννιέμαι και ξανά γεννιέμαι. Εδώ έχω ζήσει όλη μου τη ζωή. Είναι τέτοια δυσαρέσκεια που μου προκαλεί το γεγονός της ύπαρξης μου πού όταν μου φανερώνεσαι εσύ, ο όποιος εσύ, μου αποκαλύπτεσαι ως ο άλλος τόπος. Ο άλλος τόπος που τον αναγνωρίζω περισσότερο απ' την προσδοκία του "όχι εδώ" παρά απ' το γεγονός. Και είναι τέτοια η ορμή που επιστρατεύω για να σε προσεγγίσω, για να διαφύγω απ' το εδώ, που καταστρέφω το εκεί πριν καν υπάρξει.

Το εγώ κουβαλάω συνέχεια πάνω μου. Πασαλειμένο με εμμονές, με ανάγκες. Από αποφορά είναι καμωμένη η ιδιότροπη γλώσσα μου. Και κάπου μια ελπίδα "θα μπορούσε να ήταν αλλιώς". Και συνεχίζω λέγοντας μέσα μου, πώς όταν σε συναντήσω όλα αυτά θα τα ξεχάσω. Μα αν τα ξεχνώ δεν τα ξεχνώ, το εγώ κουβαλάω συνέχεια πάνω μου, τα ξεχνώ μόνο με τον τρόπο εκείνο που τα παραμερίζω μόνο και μόνο για να ζητήσω επιβεβαίωση. Κάθως στέκομαι δίπλα σου, έχεις ήδη αναλάβει έναν ρόλο. Είναι τέτοια η αδεξιότητα και η δίψα μου που καθώς σε κοιτάζω σου σβήνω τα χαρακτηριστικά, σου αφαιρώ το πρόσωπο. Το μόνο που μπορώ να σου προσφέρω είναι αυτό που θα πάρω. Η θλίψη μου προσλαμβάνει θλίψη για την θλίψη μου. Είμαι με τέτοιο τρόπο φτιαγμένος που απ' το τοπίο αφαιρώ το τοπίο, ποτέ το κάδρο.


Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2017

Le mani sulla città (Francesco Rossi)


Ίσως κάποτε θα έπρεπε να απογαλακτιστούμε απ' την επιστήμη και την ιστορία τέχνης ως τροχοπέδη της αντιμετώπισης ενός έργου. Ο εγκλωβισμός της τέχνης στο θεσμικό μικροσκόπιο της ιστορίας της τέχνης, της κοινωνιολογίας της τέχνης, της επιστήμης της τέχνης που τόσο αυτάρεσκα μας λένε ότι ο κινηματογράφος, με τα μόλις 100 και πλέον χρόνια ζωής, είναι ακόμα μια βρεφική, νηπιακή, εντελώς καινούρια τέχνη, είναι μια εξίσου αιρετική άποψη μ' αυτήν που θα διατυπώσω πιο κάτω. Ίσως με τον ίδιο τρόπο που μιλάμε για μοντερνισμό στον κινηματογράφο, κι ακόμα πιο άμεσα, απαλλαγμένοι απ' την ιστοριολάγνα βραδύτητα & σοβαρότητα θα έπρεπε να μιλάμε και για "σινεμά δεινοσαύρων". Και δεν είναι ένας όρος αυτός που θα επιστρατευτεί για να μειώσει το έργο τέχνης ή την κινηματογραφική ταινία. Αλλά ένας όρος έτοιμος να χαρακτηρίσει έναν κινηματογράφο, που αφού αφομειώθηκε, ξεπεράστηκε.

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2017

Denti ( Gabriele Salvatores)

το μόνο μέρος που μπορώ να κρυφτώ είναι το χαμόγελο της μητέρας μου

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2017

O Padre e a Moça (Joaquim Pedro de Andrade)


Κι ο ήλιος χρύσιζε τα στάχια, το χορτάρι. Ένας διάφανος ήλιος. Σχεδόν άρρωστος. Ριγμένος με μια κλίση πάνω στη γη που σχημάτιζε. Αναπάντεχα μία απροσδόκητη πύλη κάτω απ' τις φυλωσιές σχημάτιζε. Μια πύλη ελαφριά όπως άνεμος. Παράλογη όπως ο άνεμος. Μια πύλη αλλόκοτη, διαταρραγμένη. Καθώς την πλησιάζεις όλα χάνουν το βάρος τους. Η γέννησή σου αλλάζει ημερομηνία. Συνθλίβονται οι σημασίες. Καταργείται το νόημα. Τα ρούχα σου δε βαραίνουν στο σώμα σου. Δε μαρτυρούν τίποτα για αυτό. Ούτε οι ουλές, ούτε οι πόθοι σου. Το όνομά σου, αν είχες ένα, ελαφρύ κι αυτό. Παρασύρεται στο τσίριγμα των πουλιών. Λησμονιέται. Ιερέα αν σε λέγανε ή πόρνη, ο ιερέας και η πόρνη δεν έχουν πια σώμα, δεν έχουν λαιμό να κάτσει η ταμπέλα τους. Μπροστά απ' αυτή την πύλη το απόλυτο άγνωστο, το ευλογημένο χάος ευλογεί τις πυξίδες σου. Κάνει από πούπουλο τις ρίζες σου. Μπροστά απ' την πύλη δεν υπάρχει πλάνη. Όλοι οι δρόμοι ανοιχτοί. Απερπάτητοι. Η γάτα έχει εφτά ζωές. Η πύλη έχει όλες τις ζωές και τις εφτά της γάτας. Μόνο τα μαλλιά μου έχουν το ίδιο μήκος και το σφρίγος στα πόδια σου. Αυτά είναι το μόνο γνώριμο ευαγγέλιο σ' αυτή τη νέα γη, σ' αυτή τη νέα χώρα. Και τα χείλη μου, τα χείλη μας, ακόμα υγρά όπως μια γη φροντισμένη. Εσύ πλησίασες. Την πύλη πλησίασες. Ήθελες να δεις την σύνθλιψη των εικόνων. Τις ιδέες να κομματιάζονται. Τον καθρέφτη που δεν καθρεφτίζει. Το φως των κεριών που δεν τρέμει πάνω στα ασημένια κηροπήγια. Τα σύμβολα στην αληθινή τους διάσταση, εξανεμισμένα. Το παρελθόν, όχι πια παρελθόν. Το μέλλον, ούτε μέλλον, ούτε προσδοκία. Το άγιο δισκοπότηρο χωρίς χείλη να κρέμονται από πάνω του. Μ' ένα βήμα περνούσες. Μ' ένα βήμα διέσχιζες. Μ' ένα βήμα έκοβες. Η ανάσα κιόλας ανώνυμη. Τόσο πολύ πλησίασες. Κι εγώ σε κοιτούσα. Έξω απ' το σώμα μου. Ακουμπισμένη πιο πολύ στην σκιά μου. Είχα ήδη χάσει το βάρος μου. Μ' όλους τους τόπους μπροστά να πέφτουν, να κρέμονται σαν στολίδια απ' τις πλαγιές κι απ' τον ήλιο σου. Μα εσύ μπροστά δεν έκανες. Εσύ πίσω έκανες. Ένα βήμα πίσω έκανες. Στην απόσταση παρεμβαίνοντας. Στην βαρύτητα παρεμβαίνοντας. Την βαρύτητα που έκανε τον ήλιο να πέσει. Να χάσει το ύψος του. Να χάσει την θέση του. Να χάσει την κλίση του. Να σβήσει την πύλη του. Εσύ επέστρεψες. Είχες ένα όνομα κάτω απ' το μαξιλάρι να σε περιμένει και επέστρεψες. Σ' αυτό το όνομα. Εγώ δεν είχα όνομα. Σώμα δεν είχα. Κι έμεινα κάτω απ' τις φυλλωσιές. Εκεί που η πύλη έτεμνε το σύνορο του κόσμου. Το σύνορο του κόσμου μου. Αμετατώπιστου.