Πέμπτη 3 Ιουλίου 2008
Malos hábitos
Σκηνοθεσία: Simón Bross
Παραγωγής: Mexico/ 2007
Διάρκεια: 103'
Ο Μεξικανός Simón Bross με αυτές τις δυσκολερμήνευτες Κακές (διατροφικές) Συνήθειες κάνει ένα ηχηρό ντεμπούτο στον χώρο της σκηνοθεσίας. Μέχρι πρότινος κατείχε υψηλή εκτίμηση στον χώρο της διαφήμισης, όμως με αυτή την ταινία ανοίγει την πόρτα για κάτι πολύ σπουδαιότερο. Συνηγορώντας και αυτός στο γενικότερο ακμάζον κινηματογραφικό κλίμα της Λατινικής Αμερικής.
Η αφήγηση θα εξιστορήσει εξατομικευμένα τις ζωές τεσσάρων διαφορετικών προσώπων. Αυτές της μητέρας του πατέρα και της δεκάχρονης κόρης μιας τριμελούς οικογένειας καθώς και την ζωή μιας νεαρής καλόγριας που ακούει στο όνομα Ματίλντε. Ζωές που σε μικρότερο ή σε μεγαλύτερο βαθμό ενέχουν κοινά σημεία και συνυπάρχουν.
Η μητέρα έχει ως πρότυπο τα ανορεκτικά τηλεοπτικά μοντέλα. Εμείς θα την παρακολουθήσουμε μέσα από την έκδηλη ειρωνεία του σκηνοθέτη στις λυσσαλέες προσπάθειες της για να χάσει τα ελάχιστα γραμμάρια που έχουν απομείνει στο σκελετωμένο της κορμί. Η κόρη είναι ένας παιδικός οχετός. Καταβροχθίζει οτιδήποτε παχυντικό καταναλώνεται δίχως στοιχειώδη αυτοέλεγχο και αυτοσυγκράτηση. Θα βιώσει ως το ύστατο στάδιο την μητρική απόρριψη η οποία με κάθε τρόπο, παράλογο ή μη, προσπαθεί να της επιβάλλει το δικό της τρόπο ζωής. Οι ούτως ή άλλως ασθενής αντιστάσεις της κόρης κάμπτονται ενώ η βουλιμία ενισχύεται ως συστατικό αντίστασης. Ο πατέρας από την άλλη είναι ένας πανεπιστημιακός ο οποίος μοιάζει απλός παρατηρητής στην δομή της προβληματικής οικογένειας. Είναι χαρακτηριστική η απάθεια με την οποία αποδέχεται την κατάσταση ενώ θα αναζητήσει την όποια χαρά σε μια εξωσυζυγική σχέση με μια ευτραφή φοιτήτρια του. Τέλος η Ματίλντε, μια συμπαθής και υπερευαίσθητη καλόγρια(σε αντίθεση με τις υπόλοιπες), με το αίσθημα της κοινωνικής αλληλεγγύης ανεπτυγμένο σε νοσηρά επίπεδα και σε συνδυασμό τις υπερθρησκόληπτες εμμονές της, θα οδηγηθεί στην παράνοια μιας εκτενούς τροφικής αποχής με την πεποίθηση πως έτσι θα σώσει τον κόσμο.
Οποιαδήποτε προσπάθεια νοηματικής ενοποίησης της ταινίας μάλλον θα καταστεί ανέφικτη.
Ο Simon Bross θα καταλύσει ολοκληρωτικά την έννοια της σεκάνς και θα αποδώσει την ιστορία του με μια παράλληλη αφήγηση που αποτελείται από αυτόνομες και σύντομες σκηνές που περικλείουν συγκεκριμένες χρονικές στιγμές της ζωής των εκάστοτε ηρώων. Αν και αυτή η άναρχη ξεδίπλωση της ιστορίας ελοχεύει σοβαρούς κινδύνους νοηματικής αποσυγκρότησης, ο Μεξικανός σκηνοθέτης θα καταφέρει να ενοποιήσει τις σκηνές του χρησιμοποιώντας μια κοινή ανθρώπινη ανάγκη, το φαγητό. Έτσι οι διατροφικές συνήθειες των ηρώων είναι αυτές που πυροδοτούν και γεφυρώνουν τις σε μεγάλο βαθμό αγεφύρωτες ζωές των πρωταγωνιστών. Ένα εγχείρημα που αρχικά χάρις την καινοτόμα μορφή του αποκτά τεράστιο ενδιαφέρον ωστόσο κατόπιν της συστηματικής επανάληψης αποδεικνύεται μάλλον ασθενή για να στεγάσει τις πολυάριθμες αυτόνομες θεματικές ενότητες.
Η ταινία αν και χαρακτηρίζεται από μια γραμμική χρονική αλληλουχία δεν έχει ως αυτοσκοπό την αφήγηση μιας ενιαίας ιστορίας. Θα λέγαμε πως οι άπταιστου εικαστικού κάλλους σκηνές αποτελούν απλά οχήματα ανώτερων νοηματικά δηλώσεων. Οι ζωές της δραματουργικά εκμεταλλευόμενης Ματίλντε(την οποία υποδύεται η Ximena Ayala) και της τριμελούς οικογένειας είναι φιλτραρισμένες με μια υποδόρια και σκοτεινή ειρωνεία, και θα αποτελέσουν το στέγαστρο μιας ευρείας ζώνης νοημάτων. Νοήματα όπως η έλλειψη αυτοελέγχου, η απάθεια, η λαιμαργία, ο ψυχοπληγικά υπερβάλλον ζήλος, ο άδικος πλούτος του Δυτικού κόσμου, ο θάνατος είναι μερικά από αυτά. Ωστόσο αν και η εικονοκλαστική προσέγγιση αυτών των νοημάτων είναι χαρισματική, πολύ εύκολα κάποιος θα μπορούσε να κατηγορήσει την ταινία για εύκολες δραματουργικά επιλογές καθώς και για μια πιεστική προσπάθεια στην σύμπτυξη μεγάλων ιδεών.
Εικαστικά λοιπόν η ταινία αδιαμφισβήτητα έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Οι σκηνές απεικονίζονται με ένα ντεκουπάζ πολλαπλών και εντυπωσιακών γωνίων λήψης, μια λυρική κυκλική κίνηση στην κάμερα συνοδευόμενες με μια μελαγχολική μουντή φωτογραφία και ένα υποβλητικό και καλαίσθητο soundtrack. Ωστόσο αν ξεπεράσουμε τον πρώιμο εντυπωσιασμό θα διακρίνουμε πως όλα όσα προαναφέραμε λειτουργούν με διττό τρόπο. Πέραν λοιπόν της κινηματογραφικής καινοτομίας και της αψεγάδιαστης εικόνας θα ήμασταν αφελής αν δε διακρίναμε το υπερβολικό της χρήσης της μουσικής αλλά και ένα ναρκισσιστικό ύφος στον τρόπο ανάπτυξης της ταινίας που συνδυαστικά καταδεικνύουν μια υπερβολικά φορμαλιστική σκηνοθετική άποψη.
Το Malos habitos θα κλείσει με ένα αμφιμονοσήμαντο φινάλε. Το οποίο δεν επιβραβεύει τον θεατή ούτε ηθικά, ούτε νοηματικά αλλά θα τον θέσει σε έναν ουσιαστικότερο και βαθύτερο προβληματισμό για τις σύγχρονες συνήθειες του Δυτικού κόσμου. Νομίζω πως η ταινία στο σύνολο της αποτελεί μια αξιοπρόσεκτη δουλειά, κυρίως από αισθητική άποψη, που δικαίως θα μας επιστήσει την προσοχή για το σκηνοθετικό μέλλον του Simon Bross. Τα ερωτήματα γεννούνται και μαζί τους γεννάται η ανάγκη μιας εκτενέστερης αποδόμησης του Malos habitos.
Βαθμολογία 7/10
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου