Παρασκευή 28 Μαρτίου 2008
Διόρθωση
Σκηνοθεσία: Thanos Anastopoulos
Παραγωγής: Greece/ 2007
Διάρκεια: 87'
Κάθε φορά που μου δίνεται η ευκαιρία να σχολιάσω μια ελληνική ταινία καταλαμβάνομαι από μια επιθυμία για να γράψω για το πλαίσιο που κινείται ο κινηματογράφος στην Ελλάδα. Αυτό το απαισιόδοξο πλαίσιο, που απ' τις θεσμικές δομές εξωθούμενο αλλά και από το ελληνικό κοινό, μετατρέπει τον ελληνικό κινηματογράφο σε μια φτηνιάρικη πραγματικότητα. Κατ' αρχάς θέλω να εκφράσω τα καλύτερα για αυτή την ταινία, την Διόρθωση, που με ελάχιστα παλεύει να κάνει, και κάνει, ένα μάχιμο cinema.
Κατ' αρχάς νομίζω πως θα 'πρεπε να προσκομίσομε ιδιαιτέρως τα συγχαρητήρια μας σε τέτοιες ταινίες που προσπαθούν να "διορθώσουν" μάλλον άνισα τις σχέσεις του κινηματογράφου με την χώρα μας. Σχέσεις που έχουν πληγεί βαθέως από την λαϊκή απαίτηση και συντήρηση του φτηνιάρικου τηλεσκουπιδιού ως cinema (βλέπε μόλις χώρισα κλπ) αλλά και από άλλες ταινίες που καθόλου ανιδιοτελής και αθώες δεν είναι, και παρ' ότι υποστηρίζουν και έχουν την δυνατότητα να ανεβάσουν ποιοτικά το επίπεδο της κινηματογραφικής παραγωγής εμμένουν πιστά στις οδούς που θα εξασφαλίσουν την επιθυμητή για αυτούς εμπορευσιμότητα( βλέπε El Greco). Αυτές οι στάσεις μόνο επιζήμιες είναι για εμάς που λαχταρούμε ένα ανεβασμένο ποιοτικά ελληνικό cinema. Λοιπόν άλλη μια φορά μπράβο σε αυτή την Διόρθωση που αν μη τι άλλο κρύβει πίσω της μια τεράστια προσπάθεια. Μια μοναχική προσπάθεια, καθώς το Ε.Κ.Κ(Ελληνικό κέντρο κινηματογράφου) όλο και λιγότερο ρίσκα παίρνει να βοηθήσει τέτοιες ταινίες που παρουσιάζονται πιο "underground". Έτσι ο Θάνος Αναστόπουλος με μια ελάχιστη χρηματική υποστήριξη και με τακτική κλεφτοπολέμου(ελάχιστος χρόνος γυρισμάτων, προσεκτικά επιλεγμένες σκηνές, τεχνολογίες, συνεργεία κλπ) κατάφερε να κάνει ένα πολύ ανταγωνιστικό cinema. Άλλωστε η αναγνώριση ήρθε από την συμμετοχή της "Ελληνικής" αυτής ταινίας στο forum του φεστιβάλ του Βερολίνου. Και τονίζω τον όρο Ελληνική γιατί νομίζω πως η ταινία απευθύνεται περισσότερο σε εμάς από οποιονδήποτε άλλο. Κάνοντας μια στυγερή καταγραφή της ελληνικής κοινωνίας που πλήττεται από εθνικόφρονες συμπεριφορές, ρατσισμούς, εκτόξευση μεταστατικού πληθυσμού που βιώνει την κοινωνική περιθωριοποίηση κ.λ.π.
Για την ταινία τώρα. Σημείο εκκίνησης είναι ένα υπαρκτό γεγονός. Ο φόνος ενός Αλβανού από έναν Έλληνα φίλαθλο, στους μεθεόρτιους πανηγυρισμούς, στα πλαίσια ενός ποδοσφαιρικού αγώνα που είχε αναδείξει νικήτρια την εθνική της Αλβανίας. Ένα θέμα που χειρουργικά παραγκωνίσθηκε από την δημόσια γνώμη, αλλά καθόλου αδιάφορο δεν άφησε τον δημιουργό της ταινίας. Όχι από γεγονοτολογικής άποψης, αλλά ως έδαφος εξόρυξης του θέματος της βίας, του εθνικού ρατσισμού, του κοινωνικού περιθωρίου των μεταναστών αλλά κυρίως των δομών της ελληνικής κοινωνίας που επιτρέπουν και υποθάλπουν τέτοιες συμπεριφορές. Συμπεριφορές κατάλοιπα του προ σαρανταετίας φασιστικού καθεστώτος που ποτέ δεν σβήστηκαν από τις λαϊκές συνειδήσεις. Όπως είπαμε το γεγονός είναι απλά η αφορμή. Άλλωστε όσα ακολουθούν καθόλου εμπνευσμένα δεν είναι από αληθινά γεγονότα και απλά υπηρετούν δραματουργικά τους στόχους της ταινίας.
Ας δούμε τώρα λοιπόν αυτά τα αόριστα και υποθετικά γεγονότα. Ο Γιώργος Σημαιοφορίδης(ω, ειρωνεία!) φονιάς αποφυλακιστέος πλέον βασανίζεται από το βάρος των πράξεων του. Σαν να δραπέτευσε από τις σκιές απόκληρος και αυτοεξορισμένος από το παρελθόν του αποφασίζει να διορθώσει ένα άλλο παρελθόν. Αυτό της Αλβανίδας συζύγου και του ανήλικου παιδιού της. Περιφέρεται λοιπόν και αυτός δίχως σπίτι στους εθνωτικούς δρόμους της Αθήνας και στους πολυπολιτσμικούς "μαχαλάδες" των ημιζώντως μεταστατικών πληθυσμών. Έχει ανάγκη να γίνει το θύμα, όμως αυτή η χώρα είναι ο μόνος θύτης. Ευτυχώς για την ταινία, ο Αναστόπουλος καθόλου δεν συνεπαίρνεται από το μελοδραματικό θέμα του που βρίσκεται σε πρώτο πλάνο. Άλλωστε από την δέση του μύθου η αδυναμία του σεναρίου είναι εμφανής στο να πατήσει η ταινία σε αυτή την αοριστόλογη ιστορία συγχώρεσης. 'Έτσι η ζωή του Σημαιοφορίδη είναι πρωτίστως η άμαξα που ο θεατής μεταφέρεται στους πεπαλαιωμένους και εθνωτικά ντοπαρισμένους δρόμους της Αθήνας. Διαγράφοντας κατά αυτόν τον τρόπο την ιστορία της "διόρθωσης" που καθόλου αδιάφορη δεν είναι, αλλά αδυναμωμένη σεναριακά εμφανίζεται...
Έτσι ο θεατής με κινητήριο μοχλό τον Γιώργο Σημαιοφορίδη τον οποίον απαράμιλλα ενσαρκώνει ο Γιώργος Συμεωνύδης έχει μια μοναδική ευκαιρία να περιπλανηθεί στην όχι και τόσο καλαίσθητη αλήθεια της Αθήνας. Η απειλή της επιβίωσης, η αγωνία της ανέχειας, η προσήλωση σε μια καταπατητική εργασία είναι οσμές που επίπονα αναδύονται και ταλανίζονται από τα πληγμένα κορμιά των πολυάριθμων μεταναστών. Η απαρχαιωμένη αντίληψη του "Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια" ριζωμένη στις αντιλήψεις των Ελλήνων ποτίζουν το εθνικό σχόλιο. Έλληνες που το νου τους καθόλου δεν έχουν στην τίμια εργασία, και καθόλου δεν δείχνουν να επικοινωνούν αλλά και να ενδιαφέρονται για την αλήθεια. Ενώ η βία, σωματική είτε ψυχολογική είναι έτοιμη προς άσκηση απέναντι στους ανυπεράσπιστους που συνειδητά και υποσυνείδητα έχουν χαραχθεί ως κάτι μη ανθρώπινο στους εθνικοφρονούντες εγκεφάλους τους. Μια τολμηρή καταγραφή της υπαρκτής εικόνας του αστικού κέντρου που ο Έλληνας επιμελώς αγνοεί...
Η κάμερα του Αναστόπουλου πολύ λιτή εμφανίζεται στην καταγραφή της. Ενώ κερδίζει και ένα μεγάλο στοίχημα, αυτό της φορητής κάμερας που επιστρατεύεται σε πολλές σκηνές χωρίς να αλλοιώσει ούτε στο μηδαμινό την δυναμική των εικόνων του. Ο κοινωνικός ρεαλισμός βρίσκεται στο απόγειο, δίχως ίχνος επιτήδευσης. Ένας κοινωνικός ρεαλισμός σε τόσο υψηλό επίπεδο που μας παραπέμπει στις αυθεντίες του είδους όπως ο Ken Loach. Επίσης ο θεατής βλέποντας έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει μια υποδειγματική χρήση σκληρών τηλεφακών. Οι οποίοι εναλλασσόμενα εστιάζοντας σε διαφορετικά υποκείμενα μετατοπίζουν τους δραματουργικούς άξονες και το κέντρο εξιστόρησης του μύθου.
Μια πολύ δυνατή ταινία ως προς την σύνθεση της Ελληνικής τοιχογραφίας. Οι όποιες αδυναμίες της εντάσσονται στην αδυναμία του σεναρίου να ολοκληρώσει αλλά και να αφηγηθεί μια ιστορία συγχώρεσης και μετάνοιας...
Βαθμολογία 7/10
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
3 σχόλια:
Δεν έχω δει καμμία από τις ταινίες που έγραψες πρόσφατα, δράττομαι όμως της ευκαιρίας να σε συγχαρώ για την προσπάθεια που τώρα, μετά την καταφανή επιμέλεια των κειμένων, προβάλλει (κατά πολύ) καθαρότερη.
Να 'σαι καλά φίλτατε Ηλία... Πολύ ευχαριστώ για το ειλικρινή feedback αλλά και την ευαισθησία με την οποια ασχολείσαι με τα κειμενά μου!
Αλήθεια δεν έχεις δει το "Όταν περνούν οι γερανοί" ; Νόμιζα πως ήταν μια classic ταινία... Αν πάντως την παρακολυθήσεις με πολύ αγωνία θα περιμένω την άποψη σου... Εμένα με άγγιξε!
Εδώ μέχρι πριν δυο χρόνια δεν είχα δει το Blues Brothers...
Δημοσίευση σχολίου