Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010

Io sono l'amore


Σκηνοθεσία: Luca Guadagnino
Παραγωγής: Italy / 2009

Διάρκεια: 120'


Είμαι ο έρωτας λέει σχεδόν ναρκισσιστικά ο Luca Guadagnino για τον εαυτό του. Αφού τα 120 λεπτά μαγείας που ακολουθούν είναι, μεγαλόστομα, ένα εκνευριστικό σκηνοθετικό κονσέρτο επίδειξης! Υπάρχει μια ιδιότυπη σχέση μεταξύ των ηθοποιών και του σκηνοθέτη, σε οποιαδήποτε ταινία. Και οι δύο ουσιαστικά δίνουν μια παράσταση. Η σχέση τους όμως ενέχει μια σημαντική διαφορά που συνοψίζεται στο δίπτυχο "φαίνεσθαι"-"μη φαίνεσθαι". Αφού οι ηθοποιοί συνηθίζεται να παρίστανται στο κάδρο την ίδια ώρα που η παρουσία του σκηνοθέτη, που απουσιάζει απ' τα κάδρα, υπονοείται πίσω απ' το αόρατο επίπεδο της κάμερας. Το ορατό(ηθοποιοί) κινηματογραφείται απ' το αόρατο(σκηνοθέτης). Κι όμως, το αόρατο προδίδει την "εικόνα" του μέσα απ' τις μετατοπίσεις στο χώρο -δηλαδή την κινητικότητα της κάμερας-, τις πολλαπλές γωνίες λήψεις, την παρέμβαση των φακών στο βλέμμα κ.ο.κ. Για παράδειγμα, ένα στατικό μακρύ πλάνο, μέσα απ' τη μεγάλη χρονικότητα της σταθερότητάς του -δηλαδή της αυτοσυγκράτησης του σκηνοθετικού βλέμματος- καθιστά την παρουσία του σκηνοθέτη -δηλαδή το αόρατο επίπεδο- πολύ διακριτική, σε σχέση με το ορατό επίπεδο, δηλαδή τους ηθοποιούς ή τα τοπία που κινηματογραφούνται. Αντιθέτως, στο πλαίσιο της υπερσκηνοθεσίας, το αόρατο επίπεδο του δημιουργού κυριαρχεί έναντι στο ορατό. Το "μη φαίνεσθαι" υπερακοντίζει το "φαίνεσθαι". Ο Αντονιόνι έλεγε πως η τοποθέτηση της κάμερας είναι ζήτημα ηθικής. Καθώς υπαγορεύει τη θέση της σκηνοθετικής άποψης. Και εδώ ο Luca Guadagnino, με την κυριαρχική κινηματογράφηση, την συνεχή κινητικότητα, τα αλλεπάλληλα Zoom in-Zoom out, τα μεγάλου βάθους πεδίου πλάνα και τον τρόπο που τοποθετεί τους ήρωες στην άκρη τους, μοιάζει να 'χει κηρύξει μια άτυπη κόντρα με τους ερμηνευτές του, πασχίζοντας να τους εξαφανίσει, να τους εκμηδενίσει. Να υπερισχύσει έναντι της φαινομενικής παρουσίας τους στα κάδρα.


Βέβαια, ο σολίστας Luca Guadagnino δεν αντιμάχεται τους ερμηνευτές του, αλλά αυτό που αντιπροσωπεύουν: την αριστοκρατία. Συγκεκριμένα, απ' το πρώτο πλάνο, χρείζουσας κινηματογραφικής ανάλυσης, βλέπουμε τον πάτερ φαμίλια των Recchi, δηλαδή τον παππού Recchi, στο βάθος ενός απύθμενου κάδρου οικογενειακής συνεστίασης, να μεταβιβάζει την επιχείρησή του -έναν οικονομικό κολοσσό- στους βιολογικούς κληρονόμους του. Χωρίς σε καμία περίπτωση να γίνεται δεικτικός, παρά τις κάποιες σχηματικότητες, ο σκηνοθέτης μας παρουσιάζει την έκπτωση της μπουρζουαζίας. Ένα περιβάλλον νοσηρό, αποστειρωμένο και γεμισμένο με ένοχα μυστικά μοιάζει να περικυκλώνει τους οργανικούς κύκλους των Recchi. Συναισθηματική νέκρωση, εσωτερική σκλήρυνση και εξωτερική αδιαφορία. Ο μόνος που μπορεί να ασκήσει κάποια γοητεία, τόσο στον θεατή, αλλά και στα μέλη αυτής της αριστοκρατικής οικογένειας είναι ο Antonio. Ένας μάγειρας, που καθόλου τυχαία, προέρχεται από μια κατώτερη κοινωνική τάξη. Η γοητεία της απλότητας που ανέκαθεν, στη ζωή και στον κινηματογράφο, αποπλανούσε την ανούσια και αυτοκαταπιεστική περιπλοκότητα της αριστοκρατίας.


Σ' ένα επικό φινάλε, σκηνοθετικής εγωμανίας, ο Ιταλός διερωτάται: υπάρχει διέξοδο φυγής απ' το νεκρικό οργανόγραμμα της μεγαλοαστικής τάξης; Την απάντηση θα τη δώσει η εκπληκτική Tilda Swinton. Μια Ρωσίδα, μέλος πλέον της δυναστείας των Reechi, ως μητέρα. Η πόρτα φυγής, εντός κι εκτός, από και προς, είναι ο έρωτας. Ο έρωτας που απλόχερα χαρίζει το δώρο της αυτοματαίωσης, της ανυπαρξίας(όπως ακούμε και στην εύστοχη σκηνή του ναού). Μιας ανυπαρξίας που επιτρέπει, ανά πάσα στιγμή, να επαναπροσδιορίζεις τον εαυτό σου μέσα απ' τη ρευστή φλόγα των συναισθημάτων! Κυλώντας, όχι κατ' επιταγή, κατά πρόφαση και κατά νομοτελειακή κληρονομιά: αλλά κατά την εσωτερική προέκταση της επιθυμίας για ανακάλυψη ενός διαρκώς αχαρτογράφητου κόσμου.
Βαθμολογία 7,5/10

6 σχόλια:

ναυτίλος είπε...

Προσωπικά η ταινία με απογοήτευσε... Θα έλεγα ότι η Τίλντα Σουίντον ήταν παντού... παραγωγός και πρωταγωνίστρια. Οι περισσότεροι χαρακτήρες ήταν σχηματικοί χωρίς βάθος και οι περισσότεροι ηθοποιοί (ιδιαίτερα ο νεαρός Ρέκι) μετριότατοι. Οι διάλογοι αφελέστατοι και τα περί φθοράς της αριστοκρατίας με τα σχετικά περί αγορών και κρίσεις, χιλιοειπωμένα. Ο Βισκόντι, για να παραμείνω στην Ιταλία, τα έχει πει όλα πριν από χρόνια με πολλές ταινίες του (βλ. Γατόπαρδο). Η καταπληκτική μουσική του Άνταμς λειτουργούσε ως δεκανίκι σε ένα σωρό ανάπηρες, από ένταση συναισθημάτων, σκηνές. Τι θα ήταν η τελευταία σκηνή χωρίς τη μουσική επένδυση. Η σύζυγος που κάνει την επανάσταση της, το σόι που ανελέητα την αποπέμπει και η ομοφυλόφιλη κόρη που της χαμογελάει γιατί την καταλαβαίνει... έλεος... ούτε σαπουνόπερα να ήταν.
Βέβαια θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλα αυτά (σχηματικοί χαρακτήρες, ασυνέπειες, κλισέ, μεγαλοστομίες, μουσική) παραπέμπουν σε μια ηθελημένα οπερατική σκηνοθετική σύλληψη. Δες όμως το Σένσο (πάλι Βισκόντι) για να καταλάβεις τη διαφορά.
Για μένα ο σκηνοθέτης με τα λεφτά της Σουίντον έφτιαξε μια ταινία για την Σουίντον, όπου έκανε ένα κολάζ από αγαπημένες του και εξαιρετικές ταινίες κυρίως του Βισκόντι, λίγο Γκόσφορντ Παρκ, λίγο Μοιραία σχέση του Λουί Μαλ, λίγο Δείπνο της Μπαμπέτ (εδώ βέβαια το πιάτο του μάγειρα σχεδόν οδηγεί την Σουίντον σε οργασμό και στη συνέχεια στην αγκαλιά του , Ω, γλυκιά γαρίδα της νιότης σε βρήκα πάλι!). Και βέβαια να δείξουμε και λίγο Μιλάνο (τον περίφημο καθεδρικό ναό , δεν έχει και τίποτα άλλο, όπου η Τίλντα ανεβαίνει για να διαλογιστεί) και λίγο Σαν Ρέμο, Ιταλία είναι αυτή... oι Αμερικανοί θεατές τα εκτιμούν κάτι τέτοια...

europanos είπε...

Τη λάτρεψα, φίλε Γιώργο, την ταινία! Σίγουρα μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς.

Η κριτική μου εδώ: http://cineparmenos.blogspot.com/2010/10/2009-10-10.html

Γιώτα Παπαδημακοπούλου είπε...

Μια ταινία για την οποία έχω ακούσει καλά σχόλια και θέλω σε πρώτη ευκαιρία να παρακολουθήσω.

kioy είπε...

@ναυτίλος
Καλησπέρα. Χμ, κάπως αυστηρή μου φαίνεται η τοποθέτηση, χωρίς να διαφωνώ σημαντικά σε αρκετές απ' τις παρατηρήσεις του... Χμ, η οπερατική σύλληψη που λες, κατά τη γνώμη μου δικαιολογεί πολλές από τις "αφέλειες" που υπογραμμίζεις. Ενώ και ο τρόπος αντιμετώπισης της μπουρζουαζίας, μέσα από αυτή τη χροιά του απλοϊκού, μου μοιάζει εντεταγμένος στο ενιαίο πλαίσιο της απαξίωσης, υποτίμισης της αστικής τάξης. Αρκεί κανείς να δει το βάθος πεδίου που δίνει ο Luca στα πλάνα του, μόνο και μόνο για να τους υποβαθμίσει, να τους μικρύνει, στον ανιαρό πυθμένα των πλάνων του. Αν μη τι άλλο μια ιδιαίτερη κινηματογραφική σύλληψη.
Η μόνη σάρκινη μου ένσταση είναι για τη σκηνή του ναού. Δε γνωρίζω, ούτε κανείς μας/ούτε και έχει σημασία, τα κίνητρα του σκηνοθέτη. Αλλά για μένα αυτό το τέχνασμα αποδίδει. Ο ναός δίνει μια διαφορετική ακουστική μέσα σ' αυτή την ευρυχωρία του. Μια ακουστική που παραμορφώνει τους ήχους. Μια παραμόρφωση δραματουργικά χρήσιμη και ταιριαστή με την ένταση της σκηνής...
Αυτά!

@europanos
Νωρίς δεν είναι; :P

@Γιώτα
Σε περιμένουμε λοιπόν με.... την πρώτη ευκαιρία! :)

synephilidikos είπε...

Κατά την γνώμη μου μια άνιση ταινία ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος. Όσο χτίζονται οι χαρκτήρες και οριοθετούνται τα πλαίσια των συμπεριφορών τους, υπάρχει σκηνοθεσία. Στην συνέχεια παρατηρώ μια ευκολία σε σημείο να θυμίζει τηλεοπτική σειρά. Η ερωτική σκηνή σε αντιπαραβολή με τα έντομα που τρυγούν την γύρη των λουλουδιών (το στιγμιαίο, το δυνατό, το μοναδικό) έρχεται ακριβώς να τονίσει αυτό το στέρεμα ιδεών.

Chris Z. είπε...

Έχω την εντύπωση ότι αυτή η ταινία πάσχει σοβαρά από έλλειψη δουλεμένου σεναρίου. Ο φίλτατος ναυτίλος με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο σε ό,τι λέει για τον Visconti. Ο Guadagnino δεν με απογοήτευσε απλά αλλά με θύμωσε κιόλας έχοντας κλέψει την αισθητική παλιότερων σκηνοθετών χωρίς να μπορεί όμως να την διαχειριστεί σωστά. Και αυτή του η αδυνατότητα είναι διάχυτη σε όλη την διάρκεια της ταινίας. Και αυτό δύσκολα συγχωρείται. Συμφωνώ όμως με το φινάλε, έχει κάνει καλή δουλειά αλλά δυστυχώς επισκιάζεται από κάθε σκηνή που προηγήθηκε. Και να πω την αμαρτία μου, ήταν καλή η Tilda Swinton αλλά όχι κάτι το εξαιρετικό. Νομίζω έχουμε δει πολύ καλύτερες ερμηνείες στο παρελθόν.

Καλημέρα..