Παρασκευή 23 Ιουλίου 2010

Tatarak


Σκηνοθεσία: Andrzej Wajda
Παραγωγής: Poland / 2009

Διάρκεια: 85'


Ο Andrzej Wajda συνεχίζει να αφηγείται στο απόγειο της κινηματογραφικής γλώσσας. Η λιτότητα στη χρήση των μέσων συμβαδίζει άρρηκτα με το μινιμαλισμό. Ο οποίος, εν τέλει, σχεδόν κατέστησε την ταινία αδιόρατη και περιφρονημένη στα βιαστικά μάτια της κριτικής και της διανομής.

Ο μεγάλος σκηνοθέτης ενσωματώνει ουσιαστικά στην ταινία του τρεις διαφορετικές ταινίες. Η επιλογή αυτή δεν έχει να κάνει με τις συνήθεις διαθέσεις της σπονδυλωτής ταινίας: την επίτευξη δραματουργικής έντασης μέσω της παράλληλης κατάτμησης του χωροχρόνου και τη σύζευξη στο οριακό σημείο τομής. Ούτε με τη δοκιμιακή ταυτότητα αποσπασματικών αφηγήσεων, που κατά αυτό τον τρόπο επιτυγχάνουν μια πολύτιμη, για το Λόγο, αποστασιοποίηση(βλέπε Haneke). Ο Wajda κατακερματίζει την αφήγησή του για να παρατηρήσει ένα θέμα κυρίως αισθαντικό: το εκκρεμές της ζωής και του θανάτου μέσα από τα όρια της ανθρώπινης εσωτερικότητας, με την ακρίβεια -ή καλύτερα την ανακρίβεια- της χειμαρρώδους ποιητικής γλώσσας.


Ένας θάνατος δεν υπάρχει ποτέ ως προς τον εαυτό του. Τοποθετείται, σαν σκιά, στο ροδαλό πορτραίτο της ζωής. Ορίζοντας έτσι ένα επίπεδο μετα-ζωής. Ο μονόλογος μιας γυναίκας· της γυναίκας που έχει χάσει το σύζυγό της, σέρνεται σαν κραύγασμα, εσωτερικό, σε αυτό το επίπεδο μετα-ζωής. Δικαιώνοντας και προσδίδοντας στην απώλεια, στο θάνατο, ένα βάρος μεγαλύτερο από αυτό της απτής ύπαρξης: το βάρος της παρουσίας μιας απουσίας. Κι αν ο μονόλογος, που αποτελεί τη μία από τις τρεις ταινίες που αναφέραμε, σ' ένα στατικό μονοπλάνο που τραβάει σε μάκρος, μοιάζει στη θεωρία να φλερτάρει με τα όρια της θεατρικότητας· πρακτικά αποτελεί ένα κινηματογραφικό μνημόνιο και μια ιδιαίτερη στιγμή της 7ης Τέχνης. Που αν μη τι άλλο χρωστάει τα μέγιστα στο σπουδαίο φωτογράφο Pawel Edelman.


Η δεύτερη ταινία, χρονικά αταξινόμητα, αποτελεί την υποθάλπουσα ερωτική σχέση που διαγράφεται μεταξύ ενός νεαρού άντρα και μιας γυναίκας σε μεσαία ηλικία. Ο φακός παρατηρεί τη σχέση στο εσωτερικό επίπεδο: στο Άγγιγμα που προηγείται της επαφής. Στο άγγιγμα των προσδοκιών και των υποσχέσεων, που διαγράφονται στα βλέμματα και διαμορφώνουν ένα μυστήριο και τραχύ χωρίο έρωτα στο εσωτερικό τοπίο των υποκειμένων. Και κάπου εκεί, ο Πολωνός σκηνοθέτης με μια κινηματογραφική καινοστομία, και μια αριστουργηματική σύλληψη -με μια και μόνο εναλλαγή της εικόνας στο μοντάζ(το κατ' εξοχήν εργαλείο της κινηματογραφικής γλώσσας)- μας πληροφορεί ότι το ερωτικό ειδύλλιο των δύο τοποθετείται στα γυρίσματα μιας ταινίας. Νεκρώνοντας έτσι την εσωτερικότητα και την αισθαντικότητα της σκηνής. Ξενερώνοντας! Και παράλληλα όμως, ελευθερώνοντας με μια και μόνο κινηματογραφική λέξη το ανείπωτο: η διαδικασία της εξωτερίκευσης, που αποτελεί το μεταίχμιο της μετάβασης από μια άυλη εσωτερική κατάσταση προς μια απτή εξωτερική(αυτή της έκφρασης), αποτελεί ταυτόσημα και τη "δολοφονία" του άυλου εσωτερικού τοπίου που προηγείται!


"Η μοναδική αλήθεια είναι αυτή που δεν γίνεται γνωστή και δεν μεταδίδεται, εκείνη που δεν μεταφράζεται σε λέξεις ή σε εικόνες, η καλυμμένη και η μη επιβεβαιωμένη, και ίσως γι' αυτό να αφηγούμαστε τόσα ή ακόμα και να τα αφηγούμαστε όλα, ώστε να μην έχει συμβεί τίποτα, από τη στιγμή που το έχουμε αφηγηθεί", λέει ο Χαβιέρ Μαρίας. Αν ξύσουμε λιγάκι την επιφάνεια της παραπάνω πρότασης θα αντιληφθούμε το μέσο έκφρασης, το μέσο εξωτερίκευσης, είτε αυτό αποτελεί κινηματογράφο, λογοτεχνία, μουσική, ζωγραφική κλπ -αφού σε κάθε περίπτωση μιλάμε για μια "γλώσσα"- ως έναν μηχανισμό που δολοφονεί την εσωτερική και άυλη κατάσταση Τέχνης, την πρωταρχική κατάσταση, που οδήγησε στη δημιουργία Άρα, μέσα από αυτή την οπτική, και κόντρα στην στερεοτυπική ταύτιση της δημιουργίας με τη γέννηση, θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε τη δημιουργία ως μια πράξη θανάτου. Όπως επακριβώς, εύστοχα και λακωνικά, σημειώνει ο Wajda. Γιατί ακόμα και αν η εξωτερίκευση της Τέχνης οδηγεί στην γέννηση και των πολλαπλασιασμό της αλήθειας -όπως αυτή προκύπτει στο εσωτερικό των πολυάριθμων θεατών-, προϋποθέτει αναγκαία έναν θάνατο: της εσωτερικής και καλυμμένης αλήθειας που προηγείται και μεταποιείται σε δημιουργία!
Βαθμολογία 9/10

7 σχόλια:

ΠΑΝΟΣ είπε...

ΝΑΙ ΡΕ ΦΙΛΕ

Σε λάτρεψα μόνο γι'αυτή την ανάρτηση, επιτέλους!

Κανείς δεν στήριξε αυτό το αριστούργημα, έλεγα θα παραξενευτεί κόσμος με την επιλογή μου για δεκάδα με αυτό, αλλά όπως φαίνεται όχι εσύ...

thanks ρε φίλε.

Johnny Panic είπε...

Βρίσκω πολύ εύστοχη την παρατήρησή σου για τη δημιουργία ως πράξη θανάτου.Μια που ανέφερες τον Χαβιέρ Μαρίας,παίρνω τη...λογοτεχνική σκυτάλη και παραθέτω ένα χωρίο από το opus magnum του Τόμας Μπέρνχαρντ,ΑΦΑΝΙΣΜΟΣ,όπου η ίδια η γραφή ιστορείται ως μέσο θανάτωσης των άλλων,του κόσμου,τελικά του εαυτού.

"Έχω ήδη κάτι στο μυαλό,πιθανόν ονομάζεται Αφανισμός,σκεφτόμουν,θα προσπαθήσω μ'αυτό να αφανίσω όλα όσα μου περνούν απ'το μυαλό,θα αφανίζονται όλα όσα γράφονται σ'αυτόν τον Αφανισμό,έλεγα μέσα μου.Μου είχε αρέσει αυτός ο τίτλος,ανέδιδε μια ιδιαίτερη σαγήνη για μένα αυτός ο τίτλος.Δεν ήξερα πια πώς μου είχε έρθει στο μυαλό.Πιστεύω πως είναι από τη Μαρία,που με είχε αποκαλέσει μια φορά αφανιστή.Είμαι ο αφανιστής της,ισχυρίστηκε.Και ό,τι γράφω στο χαρτί είναι το αφανισμένο
...

Πραγματικά είμαι έτοιμος να διαλύσω το Βόλφζεγκ και τους δικούς μου και να τους αποσυνθέσω,να τους εκμηδενίσω,να τους αφανίσω,και διαλύω τον εαυτό μου,αποσυνθέτω τον εαυτό μου,εκμηδενίζω τον εαυτό μου,αφανίζω τον εαυτό μου.Αυτό άλλωστε,είχα πει στον Γκαμπέτι,μου είναι πάλι μια ευχάριστη σκέψη,η αυτοαποσύνθεσή μου,ο αυτοαφανισμός μου."

Και κάτι τελευταίο.Η πρώτη εικόνα μου θύμισε αυτόν τον πίνακα του Hopper...

http://www.nytimes.com/2007/05/04/arts/design/04hopp.html


Ξέφυγα πάλι.... ;)

kioy είπε...

@ΠΑΝΟΣ
Χμ, ο Βάιντα κάνει ένα πολύ δυνατό φιλμ, και κατά τη γνώμη μου εμπεριέχει μια εικόνα(ή εναλλαγή εικόνας) που είχα πολύ καιρό να δω στο σινεμά: εννοώ για το πέρασμα από τον πνιγμό στα γυρίσματα. (όποιος δεν έχει δει την ταινία προφανώς δε καταλαβαίνει τι εννοώ).

Αριστούργημα man!

Περιμένω δεκάδα με τον μεγάλο Πολωνό λοιπόν!!!

@Ετερώνυμος
Χμ, όντως εκπληκτική ομοιότητα στον πίνακα! ίσως να πρέπει να ψάξουμε αν αποτέλεσε έμπνευση για το poster, αλλά και το μονόλογο της ταινίας. Και εξαίρετος πίνακας αν μη τι άλλο!

Χμ, όντως κονοί τόποι και για αυτοί του Μαρίας με τον Τόμας Μπέρνχαρντ. Και αυτός ο φορμαλισμός στη γραφή, με τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα, εμπεριέχει -για κάποιους ίσως φορτική- και μια αυτοσαρκαστική διάθεση μεγαλοφυΐας: αφού ο Αυστριακός δεν εκθέτει μόνο την "ανακάλυψή"(δημιουργία ως πράξη θανάτου) του με το Λόγο του, αλλά παίζει κιόλας μαζί της και με τον εαυτό της!

Ξέφυγες; Δε νομίζω...
Τι υπέροχο να μιλάμε με αφορμή μια ταινία, με την ταινία, για τόσα υποθάλποντα κείμενα;

Ανώνυμος είπε...

Με αφορμή την αναρτησή σου έψαξα και βρήκα την ταινία.

Συγνώμη για το πρακτικό του ερωτήματος, αλλά μηπως υπαρχουν αγγλικοί ή έλληνικοι(χλωμό) υπότιτλοι κάπου; γιατι στα Ρωσικα.. δεν!

kioy είπε...

@fidelio
καλησπέρα!
Δεδομένου ότι η Nutopia το κυκλοφόρησε στις ελληνικές αίθουσες, πιθανόν να βγει και σε dvd.
Αγγλικοί υπότιτλοι με μια πρόχειρη ματιά υπαρχουν στο διαδίκτυο.
Ο Γκούγκλης με "Tatarak English Subtitles" θα σου δώσει τη λύση.

Περιμένω εντυπώσεις μετά τη θέαση!
:)

theachilles είπε...

Ο Wajda είναι σκηνοθέτης του ύψους και του βάθους. Έχει δώσει μερικά αριστουργήματα (Ο άνθρωπος από Μάρμαρο, Μαέστρος, Όλα είναι για πούλημα) και μερικά φιλμ που φτάνει να θεωρώ ...κακά. Το Tatarak βρίσκεται κάπου στη μέση. Η φορμαλιστική προσέγγιση του Πολωνού σκηνοθέτη (και) εδώ, καθώς και η εμμονή με το θέμα του θανάτου, δεν θα εκπλήξει τους γνώστες του, παρά μόνον όσους έρχονται σε πρώτη επαφή με το έργο του. Γι αυτό και το Tatarak αποτελεί ίσως την τέλεια εισαγωγή στον Βάιντα. Minor προσθήκη στη φιλμογραφία του, αλλά σίγουρα εκπρόσωπους ενός άριστου κινηματογράφου που όλο και λιγότερο βλέπουμε στις μέρες μας.

kioy είπε...

Γεια σου Αχιλλέα!
Φοβάμαι ότι δε μπορώ να πάρω θέση στην υπόλοιπη εισαγωγή σου, καθώς δεν είμαι γνώστης του έργου του Wajda(στον βαθμό που θα έπρεπε), αλλά συμφωνώ απόλυτα με την τελευταία σου πρόταση...

Προσωπικά, η σκηνή, όπου το κινηματογραφικό συνεργείο, και η διαδικασία της κινηματογράφισης, απομυθοποιεί την αισθαντικότητα και την αλήθεαι της σκηνής που προηγείται στη θάλασσα, την είδα ως μια από τις πιο άριστες ποιητικο-φιλοσοφικές σκηνές της χρονιάς. Η δημιουργεία ως μα πράξη θανάτου, και επιχειρηματολογημένη με τον πιο απλό, τον πιο λιτό, και συνάμα κινηματογραφικό τρόπο: ένα cut στο μοντάζ(ειδοποιό στοιχείο της γλώσσας της 7ης).

Καλημέρα!