Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

Πάρβας, Άγονη Γραμμή


Σκηνοθεσία: Γεράσιμος Ρήγας
Παραγωγής: Greece / 2008

Διάρκεια: 78'


Σε μια μυθοπλαστική ταινία το κομμάτι της σκηνοθετικής καθοδήγησης των ηθοποιών περιλαμβάνει, κυρίως, το πλάσιμο ενός ρόλου-χαρακτήρα, και την ενσωμάτωση αυτού στο οργανικό "είναι" του ερμηνευτή. Ούτως ώστε ο ηθοποιός να μην υποδύεται, αλλά να έχει μεταμορφωθεί στο "είναι" εκείνου του "άλλου" που καλείται να ενσαρκώσει. Σε ένα ντοκιμαντέρ τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Η προγραμματισμένη διαδικασία του χτισίματος ενός ρόλου δεν υπάρχει. Ο σκηνοθέτης καλείται να κερδίσει την εμπιστοσύνη των, κατά συνθήκη, ηθοποιών, και να κάμψει την αυτολογοκρισία που επιβάλλει η παρουσία του τρίτου προσώπου της κάμερας. Ούτως ώστε οι απεικονιζόμενοι να παραθέσουν τους εαυτούς τους, μ' έναν αφιλτράριστα φυσικό τρόπο. Δηλαδή η διαδικασία της κινηματογραφικής καταγραφής, οφείλει με κάποιο τρόπο να μένει αδιόρατη, ώστε να επιτυγχάνεται η ανεπηρέαστη παρουσία αυτού που κινηματογραφείται.

Και ο Γεράσιμος Ρήγας τα πάει περίφημα στην αδιορατοποίηση της κινηματογραφικής διαδικασίας, και στην άντληση της φυσικής παρουσίας της επί Αμοργού εικονιζόμενης οικογένειας. Οι κύριοι παράγοντες που συντελούν σε αυτό μοιάζουν να πηγάζουν από τις σχέσεις κινηματογραφιστή-κινηματογραφούμενου. Όχι, δε μιλάμε για καθόλου επαγγελματικές σχέσεις. Αλλά για μια σχέση συνεπαφής, τέτοια, που ο σκηνοθέτης και η κάμερά του αποκτούν ένα φυσικό ιδίωμα, που η παρουσία τους μοιάζει ως προέκταση του κινηματογραφημένου χώρου. Ουσιαστικά η κάμερα και ο σκηνοθέτης γίνονται αναπόσπαστα στοιχεία του χώρου που κινηματογραφείται. Επίσης, η διακριτικότητα του συνεργείου είναι περισσότερο από εμφανής. Τα λιτά, ή και ανύπαρκτα φώτα, σε συνδυασμό με την περιορισμένη κίνηση της κάμερας καθιστούν αθόρυβη την παρουσία του συνεργείου. Που με μια απέριττη και λιτή φόρμα κινηματογραφεί την καθημερινότητα των προσώπων με συγκροτημένο τρόπο και με τη δέουσα ωριμότητα.


Κάτι ακόμα που ξενίζει, με τον πλέον ευχάριστο τρόπο, είναι ότι ενώ πρόκειται εν μέρει για τηλεοπτική παραγωγή(Σκάι), ο Γεράσιμος Ρήγας χρησιμοποιεί αυστηρά κινηματογραφική γλώσσα. Κινηματογραφική γλώσσα με κοντινά πλάνα, στιβαρή αφαίρεση στην αναπαράσταση του χώρου, καθώς και σκηνοθετικά αιτιολογημένες γωνίες λήψης. Δεν υπάρχει ούτε ένα "τουριστικό πλάνο" τηλεοπτικού ενδιαφέροντος. Ενώ και η αφήγηση, που ίσως κουράσει τον μέσο θεατή-καταναλωτή γεγονότων, είναι πέρα για πέρα κινηματογραφική. Με έναν αργό ρυθμό αρνείται να παρακολουθήσει ηδονοβλεπτικά την καθημερινότητα των ηρώων μέσα από μια στείρα συναρμολόγηση γεγονότων. Κάτι που είναι ευδιάκριτο και στην ενσυνείδητη επιλογή του Γεράσιμου Ρήγα να σπάει πολλάκις τον κανόνα που θέλει ένα υποκειμενικό πλάνο να διαδέχεται ένα αντικειμενικό, ποιώντας μια αφαιρετική απεικόνιση του φιλμικού χώρου, έξω από τις συμβάσεις της παραδοσιακής αφήγησης. Τα πλάνα συνενώνονται υπό ένα πολύ πιο ευάερο πρίσμα. Συλλαμβάνοντας την μοναδικότητα της εκάστοτε στιγμής, έξω απ' το κοινότοπο. Χωρίς δεσμευτικές χρονικές αλληλουχίες. Σχηματογραφώντας την "αλήθεια" των κατοίκων της παραγκωνισμένης νησιωτικής Ελλάδας, μέσα από τους ψιθύρους του εκάστοτε "τώρα", και όχι μέσα από λέξεις και προτάσεις που στενόχωρα καθοδηγούν τη θέαση.


Και μέσα από την ιστορία του το "Πάρβας, Άγονη Γραμμή" επιτυγχάνει να προβληματίζει. Όχι με λόγια μιας "μπουκωμένης" πολιτικής στράτευσης. Αλλά μέσα από ένα ευάερο τοπίο αλήθειας που περιέχει αφαιρετικά και οργανικά τους πολυάριθμους στοχασμούς που προκύπτουν από τη θεματολογία του. Με κυριότερο προβληματισμό αυτόν τον κόσμο των δύο ταχυτήτων. Όπου στη σκιά του "ανεπτυγμένου κόσμου", υπάρχει ένας υπανάπτυκτος, γεωγραφικά χαοτικά μεγάλος, που μπορεί να αυτοϊκανοποιείται και να ολοκληρώνεται μέσα από το πιο ασήμαντο. Σε αντίθεση με τον επιβεβλημένο κόσμο των ανεπτυγμένων κοινωνιών, όπου τα συμβάντα αλληλοδιαδέχονται το ένα το άλλο με διαστημική ταχύτητα. Μια ταχύτητα που όμως αδυνατεί να νικήσει τον χρόνο. Ουσιαστικά μας αναιρεί μέσα στην υπέρμετρη ροή του, αφήνοντας διαρκώς μια επίπονη γεύση ανικανοποίητου. Αυτή η ιστορία έχει τους κανόνες της. Και ο αποκλεισμός δεν είναι τυχαίος. Όλα αυτά εμφανίζονται με χαμηλόχρωμες πινελιές στο ντοκιμαντεριστικό ποίημα του Έλληνα σκηνοθέτη. Συνθέτοντας ένα καίριο ερώτημα: τελικά κατά πόσο είμαστε υπεύθυνοι για τις επιλογές μας, ποιος ο βαθμός της ελευθερίας μας, όταν οι πράξεις μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με το τοπικό πλαίσιο στο οποίο τυχαιοκρατικά εντασσόμαστε; Αν είμαστε όντως οι καθρέφτες των γεωγραφικών συντεταγμένων μας, του υλικού χώρου, τότε ποια η ελευθερία μας, και ποια η δυναμική του εσωτερικού μας τοπίου;
Βαθμολογία 8,5/10

2 σχόλια:

fpf είπε...

"η αιώνια αναγκαιότητα της αντικατάστασης του παλιού με το νέο" , το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά και η συνείδηση του θανάτου σαν μια δημιουργική διεργασία…
Απ την άλλη η ερήμωση μικρών ανθρώπινων κοινωνιών σε απομονωμένα μέρη του τόπου ελέω της διαστρέβλωσης, της υπερτροφικής ανάπτυξης, η διάλυση των μικρών οικονομιών, της οικονομίας του τσοπάνη, του ψαρά υποσκάπτουν αυτή την φυσική αλληλουχία αντίστοιχα όπως συμβαίνει με την οικολογική καταστροφή…
Ένα μεγάλο μπράβο για την καταχώρηση !

kioy είπε...

υγνώμη για την ΠΟΛΥ αργοπορημένη απόκριση.

Καλημέρα, πολύ ωραία η πυκνή καταγραφή της ανάγνωσής σου...

Η υπερτροφική ανάπτυξη και η παραγωγή δυο κόσμων. Ο Υποσιτισμός δίπλα στην αδηφαγία. Τελικά, πίσω απ' το οτιδήποτε, υπάρχει μόνο ο άνθρωπος.