Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2011
La coquille et le clergyman
Σκηνοθεσία: Germaine Dulac
Παραγωγής: France / 1928
Διάρκεια: 41'
Η Germaine Dulac υπήρξε κοινωνικά ενεργή. Ακτιβίστρια και φεμινίστρια. Ενώ το όνομα της, την εποχή των κινηματογραφικών ζυμώσεων, φιγουράρει στους πρωτοπόρους της Γαλλικής πρωτοπορίας. Εκτός από σκηνοθέτης, με περίπου 30 τίτλους φιλμογραφίας, υπήρξε θεωρητικός και κριτικός κινηματογράφου. Συμμετείχε παθιασμένα στο διάλογο της εποχής, τονίζοντας την ανάγκη του κινηματογράφου να αναζητήσει τη δική του ταυτότητα και να χειραφετηθεί απ' την αντίληψη που τον θέλει απλά ένα σημείο τομής των τεχνών που τον συνθέτουν. Στα πλαίσια αυτά το έργο της χαρακτηρίζεται από επαναστατικές αναζητήσεις στη φόρμα. Δραματικά χειρίζεται με άνεση τόσο την αφαίρεση όσο και τους συμβολισμούς, σε μια διάσταση όμως ευρύχωρη, οικουμενική. Θεωρείται πρωτοπόρος του ιμπρεσιονισμού. Ενώ το La coquille et le clergyman αποτελεί ουσιαστικά την πρώτη ταινία του σουρεαλισμού. Μια κινηματογραφική επανάσταση, ακόμα κι αν επισκιάστηκε απ' τον μεταγενέστερο Ανδαλουσιανό σκύλο.
Θεματικά η Germaine Dulac παρατηρεί έναν κληρικό σε σεξουαλική απόγνωση. Ορέγεται ασυγκράτητα τη γυναίκα ενός στρατηγού. Σε μια αφήγηση ονειρική που συντίθεται από τα επιμέρους οράματά του. Χειμαρρώδη ένστικτα σεξουαλικής καταπίεσης λαμβάνουν ποίκιλες μορφές, και καταλήγουν είτε στο στραγγαλισμό του άλλου(του αντικείμενου του πόθου) είτε στον αυτοστραγγαλισμό.
Ολόκληρη η ταινία της Germaine Dulac αναφέρεται, επί της ουσίας, στις παραμορφωτικές ιδιότητες του βλέμματος. Η όραση μας προβάλλοντας τις πεποιθήσεις, τις αντιλήψεις, τα ένστικτα, τις φαντασιώσεις μας, παραμορφώνει το εκάστοτε υποκειμενικό θέαμα κατ' εικόνα του εκάστοτε θεατή. Ωστόσο, η Germain Dulac αποτελεί τρίτο πρόσωπο στην ιστορία. Και μεταφέρει αυτή την παραμόρφωση περισσότερο στον κληρικό, παρά στις εικόνες που δημιουργεί, βλέποντας ή φαντάζοντας . Αν συγκρίναμε τα υποκειμενικά του πλάνα με τα αντικειμενικά του, σίγουρα τα αντικειμενικά του εμφανίζονται πιο διαταραγμένα. Η μορφή του, στα κοντινά πλάνα των έντονων εκφράσεων, αποκτάει μια αφύσικη υπόσταση. Ενώ το είδωλο του λιώνει και παραμορφώνεται, καθώς η σκηνοθέτιδα, επιλέγει ανορθόδοξους φακούς για να τον κινηματογραφήσει. Ταυτόχρονα σ την αποτύπωσή του παρεμβάλλονται και διάφορα παραμορφωτικά αντικείμενα, όπως το νερό, ή μια κρυστάλλινη σφαίρα, όπου αντανακλούν το Εγώ του σε μια πειραγμένη διάσταση. Κάτι παρόμοιο γίνεται και με τις αλλεπάλληλες διπλοτυπίες, που αμφισβητούν τη φυσική υπόσταση των υποκειμένων και των αντικειμένων που παρευρίσκονται στα κάδρα.
Βλέποντας το La coquille et le clergyman δε μπορεί να περάσει απαρατήρητος ο καινοτόμος τρόπος συρραφής των πλάνων. Το πέρασμα από κάδρο σε κάδρο, στην συντριπτική πλειοψηφία, γίνεται με διπλοτυπίες και πολλαπλοτυπίες. Δηλαδή με την παράθεση του ενός πλάνου μέσα στο άλλο. Το μοντάζ, υπό αυτή την έννοια, δεν είναι ούτε μοντάζ βλέμματος(χώρου), ούτε μοντάζ χρόνου. Πρόκειται για ένα εννοιολογικό μοντάζ που συνδέει και συνθέτει καταστάσεις μεταξύ τους, με κριτήριο αμιγώς ψυχολογικό. Και εντελώς επαναστατικό σε σύγκριση με την παραδοσιακή αφήγηση. Ο φιλμικός χρόνος γίνεται μια παλέτα χρωμάτων που εμφορείται εξ' ολοκλήρου από της συναισθηματικές αναθυμιάσεις του σεξουαλικά καταπιεσμένου κληρικού.
Αν μη τι άλλο, το La Coquille et le clergyman αποτελεί, όπως ολόκληρο το (δυσεύρετο) σινεμά της Dulac ένα αντικείμενο κινηματογραφικής μελέτης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου