Υπάρχει μια στιγμή πριν τα κεριά τοποθετηθούν στην τούρτα. Μια στιγμή πριν καν υπάρξει τούρτα. Είσαι αγέννητος. Το α εμπρός από τη γέννηση δε στερεί την υπαρξία. Αγέννητη είναι μια λευκή σελίδα. Μια λευκή σελίδα δύναται να εμπεριέχει ό,τι μπορεί να γραφεί σε αυτή. Το άπειρο μέσα σε μια σιωπή. Αγέννητος είναι ο αέναος ορίζοντας. Τοποθετείς πάνω του τη θάλασσα, τα όρη, τα έθνη και τίποτα δε μολύνει τη διαφάνεια, τη διαύγεια του. Αγέννητος είναι αυτός που ζει χωρίς τη νοσταλγία αυτού που έχει συμβεί. Αυτός που συμβιώνει με την ακαθόριστη αίσθησή αυτού που έχει συμβεί, χωρίς να το γνωρίζει, και μέσω της αίσθησης, χωρίς να το ξέρει, εμπεριέχει το πάντα, εμπεριέχει το Όλο, και εμπεριέχεται σε αυτό.
Έρχεται όμως μια φρικτή στιγμή. Έστω η στιγμή της γέννησης. Όπου ο κόσμος που ζούμε, αυτός ο παράλογος κόσμος, εντυπώνεται καθοριστικά μέσα μας. Μοιάζει σαν καλέμι με σφυρί που μας χτύπησαν με αυτό μέχρι να σπάσουμε. Μέχρι να χωθούν, με συχνότητα χειμάρρια, όλες οι ιστορίες και οι μικροϊστορίες εντός μας. Κι εμείς, στη στιγμή της αδυναμίας μας, στη στιγμή που σπάσαμε, αγκαλιάζουμε τα μη χρηστά εισερχόμενα με μια αγωνία και μια λαιμαργία όμοια με αυτή που αγκαλιάζει τη λέμβο ένας που πνίγεται. Η σελίδα παύει να είναι λευκή. Έστω και ένα γράμμα την περιορίζει στους εφικτούς συνδυασμούς του. Ο ορίζοντας γίνεται χαρτί, ή τείχος. Όσο κι αν σπρώχνεις δεν περνάς από την άλλη.
Εντός μας ένα πληροφοριακό κομφούζιο. Ένας άνθρωπος μπορεί να γνωρίζει τον βιολογικό κύκλο ενός γορίλα. Μπορεί να γνωρίζει τα χιλιάδες χιλιόμετρα που τον χωρίζουν από το κέντρο της γης. Την πρόταση γάμου που έκανε ο τάδε τηλεοπτικός αστέρας στη δείνα γλάστρα. Ένας άνθρωπος μπορεί να γνωρίζει το τραγούδι που πρώτευσε στα charts μιας δεκαετίας πίσω. Τους τίτλους της ομάδας του. Πόσα σταγονίδια εμπεριέχει το σάλιο. Όμως, δε μπορεί να γνωρίζει που αρχίζει και που τελειώνει η αγάπη. Τόσες και τόσες πληροφορίες, άχρηστες. Πληροφορίες που μας βραχυκυκλώνουν. Μικροπληροφορίες που καθορίζουν τον τρόπο που σκεφτόμαστε, τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε, τον τρόπο που υπάρχουμε. Πληροφορίες αχρείαστες που μας καταλαμβάνουν. Κατάληψη. Μας κλέβουν τον τρόπο να αισθανόμαστε. Μπορεί, πληροφοριακά, να γνωρίζουμε τα πάντα. Όμως αυτό το γνωστικό πάντα μοιάζει με αδιαπέραστο συρματόπλεγμα στην ανικανότητά μας να επικοινωνήσουμε το πάντα μέσα απ' την αίσθηση το Τίποτα, τώρα που περισσότερο από ποτέ η αφή είναι ακρωτηριασμένη.
Μας περιορίζουν οι πληροφορίες που, χωρίς να το ξέρουμε, χαράχθηκαν ανεξίτηλα εντός μας. Όλα μονόδρομοι. Υπάρχει μία συνταγή για το κέικ. Υπάρχει ένα εγχειρίδιο για το πως να ερωτεύεσαι. Ένας τροχονόμος ρυθμίζει το εδώ και το εκεί στα όνειρά σου. Υπάρχει ένας χάρτης για την πορεία προς την κοινωνική ανέλιξη. Υπάρχουν δέκα απαράβατες εντολές για να είσαι ευτυχισμένος. Χιλιάδες προκαθορισμένοι τρόποι για να ταξιδεύεις χωρίς ταξίδι. Για να υπάρχεις χωρίς να είσαι. Το είναι γυμνό. Ακόμα και η προσέγγιση της ομορφιάς μπήκε σε ιατρική συνταγή: διάβασε ποίηση, κοίτα τα άστρα, άκου τη θάλασσα, την Άνοιξη, τα πουλιά. Όλα προδιαγεγραμμένα. Όμως μέσα μας πως; Μέσα μας τι; Ακολουθούμε μόνο σαν υπνωτισμένοι επαληθεύοντας το υπαρξιακό μας βραχυκύκλωμα. Τα αδιέξοδά μας είναι αυτοσχέδια.
Η τιμωρία της γνώσης ακλόνητο είδωλο στον καθρέφτη της ανικανότητάς μας να αισθανθούμε. Έσπασε: είναι η τιμωρία του ό,τι συμβαίνει να έχει συμβεί. Η τιμωρία του ό,τι κάνουμε, του ό,τι κάναμε, του ό,τι έχουμε ήδη κάνει να μη μπορεί να γίνει ξανά σαν να είναι η πρώτη φορά...
Κοινωνίες κλειστές. Κοινωνίες κλεισμένες. Στον εαυτό τους. Μονόδρομοι. Λάσπη. Σκέψεις μονοφώρια. Χωρίς τρόπο. Τό- πο. Το αλλιώτικο υποφέρει. Ο πληρεξούσιος του αλλιώτικου υποφέρει. Κατακριτέος. Κοινή γνώμη. Μοναξιά. Αφανισμός.
Έστω τόπος: κλειστός.
Πίστομα. Το κεφάλι στο χώμα. Μάτια χωρίς προοπτική. Σύννεφα γκρι αδιαπέραστα. Αχτίδες ξένες. Μονόδρομοι. Το αλλιώτικο υποφέρει. Υπακοή. Κοινωνίες κλειστές. Νεκρές. Νεκροί. Νεκρό. Θάνατος: μια ευκαιρία στη λύτρωση. Κοινωνίες κλειστές φυλακές, προσκυνητές ενός αποκρουστικού Θεού. Μοόδρομος. Εμετός. Υπακοή. Υποταγή. Μάτια κλειστά. Τόπος κλειστός. Αναπόδραστος. Ανέγγιχτος. Μάτια σκυφτά. Στο χώμα. Πίστομα.
Ένας νέος νόμος στην Αλβανία, στα πλαίσια του απαιτούμενου εκσυγχρονισμού -θα μπορούσε να ονομάζεται και "η φιλανθρωπία του σεξ"- επιτρέπει στους κρατούμενους να δέχονται τις επισκέψεις των συντρόφων τους, μία φορά το μήνα, με περιεχόμενο την ερωτική επαφή. Κάπως έτσι, στο θάλαμο αναμονής, η Elsa και ο Spetim, σύντροφοι φυλακισμένων, ερωτεύονται. Σε αυτόν τον έρωτα δεν λείπει το πάθος, δε λείπει η ορμή, όμως ξεχειλίζει η αγάπη, στην ανάγκη να επουλωθούν πληγές σε ψυχές και σώματα. Πληγές από ένα αφιλόξενο Βαλκανικό περιβάλλον, που μοιάζει να αδιαφορεί για τα ανθρώπινα. Πληγές από μια παράδοση που αρνείται να κατανοήσει.
Ο Μπουγιάρ Αλιμάνι στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία δείχνει να γνωρίζει βαθιά ότι τα δομικά υλικά του κινηματογράφου είναι ο χώρος και ο χρόνος. Κι αυτό διότι δίνοντας ευάερες σιωπές στην αφήγηση, μέσα απ' το ορυχείο του φιλμικού χωροχρόνου εξορυγνύει κοιτάσματα στιγμών και συντεταγμένων που εκτείνονται σε ένα αχανές συνεχές. Από τα άπειρα πρόσωπα του χώρου και του χρόνου εντός των ανθρώπινων, ως τον ντετερμινισμένο πολιτικό χωροχρόνο αλλά και τα ασαφή είδωλα που αντλεί απ' την παράδοση.
Στην Αμνηστία η σκηνή και το παρασκήνιο εναλλάσσονται διαρκώς. Ο έρωτας της Elsa και του Spetim απ' το επίκεντρο περνάει σε ένα μακρινό φόντο, δίνοντας τη θέση του στο άγριο βαλκανικό τοπίο που τους ρουφάει. Και αντιστρόφως. Έτσι, στη συνέχεια της παρακολούθησης, η Αμνηστία μοιάζει με αρένα που συγκρούονται οι χώροι και οι χρόνοι. Με μια αρένα που συγκρούονται οι νόμοι. Νόμοι ανθρώπινοι, νόμοι φυσικοί, νόμοι κατασκευασμένοι.
Πρώτον, βλέπουμε τον νόμο στην τυπική του μορφή. Μέσα από τους νόμους που επιβάλλει η πολιτική της Αλβανίας στην προσπάθειά της να εκσυγχρονιστεί για να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή ένωση. Ο κάθε νόμος, όμως, δεν εδραιώνεται με τη βούληση αλλά με την επιβολή. Με την εξουσία. Έτσι, ο κάθε νόμος αποτελεί μια πράξη βίας. Που εκφυλίζει ό,τι απαιτεί, για αυτόν ακριβώς τον λόγο: το απαιτεί. Δεύτερον, βλέπουμε τους άτυπους νόμους των ανθρώπων και τη μηχανική τους. Τις παραδόσεις που σε κλειστές κοινωνίες έχουν μια τεράστια δυναμική. Παράδοση είναι ό,τι έχει χωνευτεί μέσα από τη συνήθεια. Και η συνήθεια αρνείται κάθε νέο πρόσωπο. Οτιδήποτε εκτείνεται έξω από αναγνωρίσιμες μορφές αποτελεί κάτι κατακριτέο. Υπάρχει ένας πόλεμος που αντιστέκεται στο νέο.
Και τρίτον, πέραν όλων και πάνω όλων βλέπουμε τον υπέρτατο νόμο. Τον άγιο έρωτα. Γεννιέται χωρίς παρελθόν. Χωρίς να αποσκοπεί στο μέλλον. Δεν έχει λογικά κίνητρα. Δεν αποζητά ανταμοιβές. Του αρκεί η ουτοπία του. Γεννιέται από μια σπίθα. Αυθόρμητα. Χάνεται με έναν κρότο, μέσα σε βαθιά σιωπή, κι όμως διαρκεί για πάντα.
Κι όμως η Αμνηστία, που μοιάζει να γνωρίζει σε ακρίβεια το Αλβανικό τοπίο, δεν είναι μια ταινία εναντίωσης. Δεν είναι μια ταινία κατακραυγής. Είναι μια ταινία που ποθεί την ώριμη κατανόηση του τόπου, του τοπίου, των συνθηκών που το καθορίζουν, του εαυτού της. Κι αν μένει κάτι, αυτό είναι ένας λυγμός. Ένας λυγμός για όλα εκείνα που εναντιώνονται στο όμορφο να υπάρχει.