Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011

Ordet


Σκηνοθεσία: Carl Theodor Dreyer
Παραγωγής: Denmark/ 1955

Διάρκεια: 126'


"Είναι αφελής όποιος πιστεύει ότι θα πάει στον παράδεισο μιας θρησκείας και δεν θα διακινδυνεύσει να καταλήξει στην κόλαση μιας άλλης."

Στον κόσμο του Ordet κυριαρχεί ο φανατισμός και η θρησκευτική αφέλια. Εδώ τα παιδιά δε γεννιούνται, ή γεννιούνται νεκρά, για να αποφεύγουν τον περιττό κόπο της προσαρμογής στη σαπισμένη φύση της κανονικής ζωής. Εδώ σε καθορίζουν οι ψαλμοί, οι παραδοχές και οι βεβαιότητές που υπηρετείς. Σ’ αυτόν τον ασφυκτικό κόσμο, αναρωτιέται ο Dreyer αν είναι δυνατόν να υπάρξει θεϊκός Λόγος.


"Δυο χιλιάδες χρόνια μετά δοξάζετε τα θαύματά Του, αλλά δεν μπορέσατε να καταλάβετε τον ζωντανό Χριστό", λέει ο Johanes, ο μόνος που αντιμετωπίζεται ως "τρελός", κάποια στιγμή στην ταινία. Θεϊκό είναι ό,τι μας υπερβαίνει. Συνεπώς, θεϊκό είναι το ακατανόητο. Κι ακατανόητο, δεν είναι ό,τι είναι θεϊκό, αλλά ό,τι μένει εξόριστο απ' τους ακλόνητους τρόπους και τις βέβαιες πρακτικές μας. Τελικά, αν χριστό είναι το θεϊκό, χριστό είναι μόνο το ακατανόητο. Και η χριστότητα αυτή, έγκειται στο γεγονός ότι δε μπορούμε να το καταλάβουμε. Διότι, αν αφεθούμε να καταληφθούμε από αυτό, τότε, οι εαυτοί στους οποίους θα επιστρέψουμε, θα είναι διευρυμένοι κατά το νέο, ακατανόητο μέχρι πριν, τοπίο που ενσαρκώσαμε. Υπό αυτή την έννοια, ο Χριστός του Ordet είναι μόνο ο Johanes. Και δεν είναι Χριστός, επειδή τον παριστάνει, λυγισμένος από τις ευθύνες που του 'χει καταλογίσει ο ιεροκήρυκας πατέρας του. Αλλά, είναι Χριστός, επειδή η μοναδική εσωτερικότητά του παραμένει ακατανόητη και ανέγγιχτη από τα ασφυκτικά θρησκευτικά δόγματα που μονοπωλούν τους κόσμους των άλλων.


Μπορεί τα παραπάνω να μοιάζουν εξαιρετικά μεταφυσικά. Όμως ο Carl Theodor Dreyer τα εισάγει μ' έναν άκρως φυσικό τρόπο στην ταινία του. Για την ακρίβεια, ο αργός ρυθμός των πλάνων, η υπνωτιστική κίνηση της κάμερας, και οι μεγάλες παύσεις στη δράση εντάσσουν με τον πλέον ωμό και ρεαλιστικό τρόπο τις μόνιμες Θεολογικές ανησυχίες του δημιουργού στην επαρχιακή καθημερινότητα που λαμβάνει χώρο η ιστορία. Μια ιστορία βασισμένη στο θεατρικό του πάστορα Kaj Munk, και που ο Dreyer, όπως συνηθίζει σ' ολόκληρη τη φιλμογραφία του, χειρίζεται ως θεατρολόγος. Δηλαδή, κατευθύνει την αποδραματικοποιημένη αφήγηση μ' έναν περίτεχνο τρόπο, ώστε να οδηγηθούμε στη μείζων σημασίας τελική πράξη της λύ(τρω)σης.


Αυτή η τελική πράξη λαμβάνει χώρο σ' ένα δωμάτιο, με τοίχους γυμνούς, όπου όλα τα υποκείμενα της ταινίας βρίσκονται απέναντι από ένα νεκρό σώμα. Οι θάνατοι είναι για τους ζωντανούς άλλωστε. Η φωτογραφία σ' αυτό το δωμάτιο, γνωρίζει την αποθέωσή της. Όπως και σ' ολόκληρη την ταινία -εδώ πιο πολύ από ποτέ- είναι εξαιρετικά δύσκολο να καθορίσεις τη θέση της φωτιστικής πηγής. Πράγμα που δίνει μια υπερφυσική, μια αυτόφωτη αίσθηση στα σώματα. Σ' αυτή την κάμαρα, με τον ιδιότυπο και αφαιρετικό φωτισμό, θα τελέσει ο Dreyer ένα θείο θαύμα. Όμως, η ύπαρξη(ή μη) του Θεού, και συνεπώς του θείου, δεν οφείλεται σε λογικές παραδοχές, στατιστικές πιθανότητες ή επιστημονικές προσεγγίσεις. Η ύπαρξή Του είναι εξ' ολοκλήρου ζήτημα πίστης. Και η πίστη δεν σημαίνει, όπως παρεξηγημένα καταλογίζεται, τον ασπασμό των (δογματικών) παραδοχών που επικαλούνται την Παραδείσια εκπλήρωση των ενάρετων επιθυμιών. Η πίστη, κατά τον Dreyer, αναφέρεται σε μια πηγαία, αυθόρμητη, αυτόκλητη και κολασμένη παρόρμηση του υποκειμένου. Τέτοια που ενώνει αξεδιάλυτα τον πιστό με το αντικείμενο της πίστης. Τέτοια που καθιστά το αντικείμενο της πίστης υπαρκτό, ανεξαρτήτως εφικτότητας και πιθανοτήτων, μέσα από την υπαρξιακή πλήρωση και την υπάρχουσα εσωτερικότητα του πιστού. Η πίστη είναι Το θαύμα...

11 σχόλια:

Simply Burgman είπε...

Απαράδεκτη προπαγάνδα η ταινία. Το τέλος είναι από τα πιο εξοργιστικά που έχω δει ποτέ μου και όσο στεγνά-αντικειμενικά και αν προσπάθησα να δω την ταινία, δεν μπόρεσα να χωνέψω την ασύδοτη θαυματολαγνεία που μας σερβίρει ο σκηνοθέτης απροκάλυπτα.

ds είπε...

Αδιαμφισβήτητα από τις καλύτερες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ. Έχω δει αμέτρητες και ο τρόπος που η συγκεκριμένη προσεγγίζει την αγάπη (ένα θέμα που άλλες ταινίες το κάνουν τόσο πολύπλοκο) είναι μοναδικός.

Το φινάλε, με την απλότητα και αμεσότητα που ξετυλίγεται, είναι από τις καλύτερες στιγμές όχι μόνο του κινηματογράφου αλλά και της τέχνης γενικότερα.

Αυτό για μένα είναι το τέλειο!

kioy είπε...

@Edgar Nolan Poe
Ναι το 'χ διαβάσει το κείμενο σου. Δε ξέρω είχα βρει τη προσέγγισή σου και τότε πολύ άνιση. Προπαγάνδα περί τίνος πράγματος. Θρησκευτική σίγουρα όχι. Αφού το θαύμα, ανάμεσα σε 3 κύρηκες, το κάνει ο "ξένος", ο "τρελός"...
Τώρα αν εννοείς τις θεολογικές ευαισθησίες του Dreyer, οι οποίες είναι δηλωμένες σ' όλη τη φιλμογραφία του, ναι: εγώ νομίω πως ολόκληρη η μεταφυσική νότα των θεολογικών ζητημάτων εξανθρωπίζεται και ενσαρκώνεται αυτούσια στην καθημερινότητα της απλής ζωής της υπαίθρου, όπου εξελίσσεται η ιστορία.

Ο Dreyer σίγουρα δε μιλάει με φανατισμό. Έχει μια οικουμενική και διαλεκτική διάθεση. Απόλυτα προσγειωμένη. Κι αναρωτιέμαι, τι είναι πιο επικίνδυνο: οι αμφιλεγόμενες πίστες ενός σκηνοθέτη, ή οι ακλόνητες πεποιθήσεις μας, που μας εσωκλείουν στο στενόχωρο του παγιωμένου εαυτού μας;

@Dynx
Είναι όντως εξαιρετική η σκηνή του φινάλε. Από τεχνικής άποψης, η φωτογραφία είναι εντυπωσιακή, ενώ δραματουργικά, ο Dreyer το ετοιμάζει "βήμα-βήμα" καθ' όλη τη διάρκεια της αφήγησης..

Η αγάπη; Δε ξέρω... Νομίζω ότι η ταινία είναι περισσότερο συνώνυμο της βαθιάς, ανεξάρτητης και αδέσμευτης πίστης. Χμ, βέβαια, μόνο τυχαίο δεν είναι ότι ανασταίνεται η Inger, το απόλυτο σύμβολο δοτικότητας, ευσπλαχνίας και συμπόνιας...

Johnny Panic είπε...

To τέλος είναι αριστουργηματικό και απογειώνει την εξαίσια αυτή ταινία.Το ατυχές κατά τη γνώμη μου σχόλιο του Νόλαν είναι ενδεικτικό ενός αθεϊσμού θρησκευτικά φανατικού(τι ειρωνεία!),που τυφλώνει εξίσου με την θρησκοληψία και δυστυχώς κλείνει οδούς που οδηγούν στο Θαύμα,όχι της πίστης,αλλά της Τέχνης.Επιπλέον,όχι μόνο δε βρίσκω προπαγανδιστική την ταινία,αλλά νομίζω πως ασκεί καταφανώς κριτική στις απολιθώσεις της θρησκείας.Το θαύμα,όπως σωστά επισημαίνει ο Kioy,επιτελείται από τον κατά Χριστόν σαλό,από τον "τρελό" που υψώνεται πάνω από τις λέξεις ενσωματώνοντας τον Λόγο.Προσωπικά,πιστώνω την ανάσταση της κοπέλας όχι μόνο στον Johannes αλλά και στον δημιουργό-Dreyer(πιθανή περσόνα του οποίου είναι και ο Johannes άλλωστε),τον καλλιτέχνη-φορέα του Λόγου που ποιεί και αναγεννά.

Τα καθαρά κινηματογραφικά επιτεύγματα τα αφήνω σε σας που τα γνωρίζετε καλύτερα,εγώ πάντως βλέπω ένα οπτικό ποίημα απλότητας και διαύγειας.

ΥΓ: Είμαι άθεος.Εντελώς όμως.Μήπως θα έπρεπε με τη σειρά μου να κατηγορήσω τον Μπαχ για θρησκευτική προπαγάνδα; Μα ας σοβαρευτούμε λίγο...

Ανώνυμος είπε...

Τι σημασία έχει ποιος έκανε το θαύμα; Το ίδιο το θαύμα σαν παραβίαση των κανόνων της φύσης είναι μια από μηχανής και μετέωρη παρέμβαση του θείου στοιχείου, ασχέτως ποιος είναι ο επίγειος φορέας του. Το "η πίστη κινεί βουνά" είναι ένας καλός εντυπωσιασμός, αλλά προσωπικά δεν με εκφράζει, χώρια το ότι μου φέρνει στο μυαλό το ανεκδιήγητο και εμετικό ρητό του Κοέλιο για τις συνομωσιολογία του σύμπαντος.

Ο όρος "προπαγάνδα" που χρησιμοποιώ είναι συνειδητά υπερβολικός αλλά πράγματι πιστεύω ότι έτσι όπως κλείνει η ταινία καταλήγει ένας αυνανισμός πίστης, πίστης όχι σε κάποια ανθρώπινη αξία αλλά στο Θεό, στο υπερφυσικό. Μπορείς να είσαι άθεος αλλά να πιστεύεις σε ανθρώπινα μέτρα και δυναμικά, μην τσουβαλιάζουμε την πίστη σε έναν σάκο με μαύρα γράμματα που σχηματίζουν τη λέξη ΘΕΟΣ, είναι μια άδικη υπεραπλούστευση. Οπότε, δεν είναι ύμνος στην πίστη γενικώς αυτή η ταινία, δεν είναι Dersu Uzala να πεις ότι ο άνθρωπος υπερέβαλλε εαυτόν και κάτι κατάφερε, είναι ύμνος στην πίστη στον Θεό, ξεκάθαρα.

Edgar

Ανώνυμος είπε...

Ναι, μήπως να βγάλουμε και τον Ντράγιερ ριζοσπάστη αθεϊστή και να τον βάλουμε μαζί με τον Μπουνιουέλ ότι επιτίθεται στην καθεστηκυία τάξη και τον χριστιανισμό; Η Ζαν ντ΄Αρκ μου άρεσε εξαιρετικά, όπως και η Γερτρούρδη, όπως λατρεύω και τον Μεσσία του Χένδελ, μην τα ισοπεδώνουμε όλα!Αναφέρομαι σε συγκεκριμένο θέμα και είδος και δεν επιτίθεμαι σε κάθε μορφή τέχνης με θρησκευτικό περιεχόμενο, για όνομα.

kioy είπε...

Ναι. Σίγουρα. Ο Dreyer πιστεύει στο Θεό. Την παρουσία του υμνεί. Την πίστη του. Αυτή η πίστη είναι πίστη, είτε απευθύνεται σε ανθρώπινες αξίες(;) είτε σε θείες υπάρξεις, είτε, είτε, είτε... Και δεν έχει να κάνει με τσουβάλιασμα. Αλλά με την αρχική αφαιρετική έννοια της πίστης, απ' όπου εκκινεί κάθε ετεροκατάληκτη πίστη. Δηλαδή αν ο Dreyer έκανε, με τους ίδιους όρους, μια ταινία γία την πίστη (γιατί κι αυτό, στην κλίμακα που αναλογεί, πιστεύω είναι) στην αθεΐα, θα 'χε κάνει μια εξαιρετική ταινία;

Δε διαφωνώ μαζί σου, στο ότι το film δοξάζει το Θείο(μέσα στα λοιπά που κάνει). (Τώρα ποιο θείο, είναι άλλη κουβέντα). Αλλά γιατί αυτό θα έπρεπε να συνιστά ατόπημα; Αφού όλος ο χρόνος, όλη η ποιητική της ταινίας, όλα τα μέρη, συμπεριλαμβανομένου του συζητημένου φινάλε, είναι ειλικρινή προς τον εαυτό τους...

Ασφαλώς κάθε ταινία μας μιλάει διαφορετικά. Γιατί είμαστε άλλοι σε σχέση εμ το δημιουργό, άλλοι και μεταξύ μας. Όμως δε μπορώ να φανταστώ μεγαλύτερη τιμωρία για την τέχνη, από το να την αντιμετωπίζουμε αυστηρά βάσει των δεδομένων αντιλήψεων μας, και φιμώνοντάς τη μ' αυτές, να καταλήγει μειοδωτικά, απλά ως ένα εργαλείο αυτεπιβεβαίωσης(ή το αντίθετο)..

υγ. Johnny Panic
Πολύ ενδιαφέρον αυτό που λες για τις οργανικά αναστάσιμες ιδιότητες του ίδιου του Λόγου. Αν συμπροσθέσουμε κι αντιπαραθέσουμε κιόλας, όλες τις εκφορές μέσα στην ταινία: προτεστάντων, καθολικών, ιατρών, όπου ο κλινικός λόγος περιφέρει, σε πνευματικό επίπεδο, την ίδια τη σωτό τους... Ουσιαστικά, στην τελική σκηνή, ο Johanes(ο Λόγος του) τους ανασταίνει Όλους...

Johnny Panic είπε...

Καλά αγαπητέ μου,αν έφτασες στο σημείο να αναφέρεις Κοέλιο εξ αφορμής Ντράγιερ,νομίζω πως δεν υπάρχει περιθώριο συνεννόησης,τουλάχιστον μαζί μου,που κατά πώς φαίνεται δεν είμαι πολύ του διαλόγου,ο απολίτιστος.Απορώ πάντως πώς αντέχεις το τέλος του ταρκοφσκικού Stalker,είναι μια απαράδεκτη προπαγάνδα υπέρ της τηλεπάθειας και των...μένταλιστ,χοχοχο! Λοιπόν,δε θα επανέλθω,γούστα είναι αυτά,συνεπώς...καλά κρασιά.

Ανώνυμος είπε...

Καλησπέρα..

Πολύ ενδιαφέρουσα η, από μέρους σου, παρουσίασή μιας σπουδαίας ταινίας ενός μεγάλου σκηνοθέτη.

Μερικές σκέψεις ή και αντιρρήσεις που μου γέννησε το κείμενό σου:

Δεν θα χαρακτήριζα καθόλου ωμό και ρεαλιστικό τον τρόπο κινηματογράφησης του Dreyer. Τα στοιχεία που παραθέτεις (αργός ρυθμός, κίνηση της κάμερας, παύσεις στη δράση κλπ) ενταγμένα μέσα σε μία -ανελέητη σχεδόν- γεωμετρική ισορροπία των πλάνων (ίσως μια προσπαθεια του Ντράγερ να αποκαταστήσει την χαμένη ισορροπία ανάμεσα στους ανθρώπους, που φαίνεται ότι τους χωρίζουν οι θρησκευτικές αγκυλώσεις) θα έλεγα ότι μαρτυρούν το αντίθετο! Και εξηγούμαι:

Δύο θα έλεγα ότι είναι τα στοιχεία κλειδιά του "Λόγου": 1. η οπτική διάσταση των εικόνων (δηλαδή ο τρόπος που εμφανίζονται οι κινηματογραφικές μορφές, και όχι μόνο τα λόγια των ηθοποιών ή το σενάριο) 2. Ο Σόρεν Κίργεγκωρ!

Σε ό,τι αφορά το πρώτο: τα αρκετά μεγάλης διάρκειας στατικά πλάνα, τα μονοπλάνα με την υπνωτιστική κίνηση της κάμερας, η λιτότητα και η εικαστική ισορροπία των κάδρων (που όλα θυμίζουν και τον Ταρκόφσκι, και αυτόν καθόλου ρεαλιστικό ή ωμό δεν θα τον λέγαμε) οι παύσεις στη δράση και οι πάυσεις ανάμεσα στα λόγια των ηρώων, θα έλεγα ότι καθιστούν ορατή την εσωτερική ένταση των μορφών του Dreyer. Πρωταγωνιστές έιναι αποκλειστικά και μόνο οι άνθρωποι. Αυτοί εντάσσονται πάντα στο κέντρο του ενδιαφεροντος, ο χώρος γύρω τους έιναι λιτός, σχεδόν επίπεδος, χωρίς να τραβάει το ενδιαφέρον. Η κάμερα, οταν κινείται, σταματά και ξεκινά πάντα στο σημείο που βρίσκονται οι πρωταγωνιστές (χαρακτηριστική η σκηνή που παραθέτεις στο βίντεο, όπου η κάμερα εντάσσει στο κέντρο τις δύο ανθρώπινες παρουσίες, και σχετικόποιεί τον χώρο γύρω τους), οι πάυσεις στη δράση των ηρώων αποδίδουν μια θρησκευτική επισημότητα στις κινήσεις τους, οι παύσεις στο διάλογο και οι σιωπές γιγαντώνουν τη σημασία των εκφρασεων και του Λόγου (αν αρχή ην ο λόγος..).

Ο φωτισμός, που μοιάζει να μην ερχεται απο μία πηγή, επικεντρώνεται εμφατικά στα πρόσωπα των ηρώων (θυμίζει το κιαροσκούρο της αναγεννησιακής ζωγραφικής, δραματικό, ανησυχητικό και σχεδόν απόκοσμο, πάντως όχι ρεαλιστικό και ωμό).

Ο τρόπος που κινηματογραφεί ο Dreyer είναι πολύ λιγότερο μια ρεαλιστική καταγραφή και αναπαράσταση ενός γεωγραφικού τόπου (ενός σπιτιού, ενός χωριαφιού στην ύπαιθρο) και πολύ περισσότερο (καθοριστικά θα΄ελεγα) ένας οπτικός χώρος που δημιουργείται (χαρη στα στοιχεία που ανέφερες και συ) και που εντάσσει τους ήρωές του μέσα στην ατμόσφαιρα μια υπαρξιακής έντασης. Της οξύτητας εκείνης, δηλαδή, που ο Κιρκεγκωρ (και εδώ έρχομαι στο δεύτερο σημείο) θεωρούσε δείκτη αυθεντικότητας και σημείο εκκίνησης προκειμένου να πραγματοποιηθεί το αλμα πιστης που έχει τόσο κεντρική θέση στη φιλοσοφία του.


Για την τελευταία σκηνή: Το φώς είναι φορέας όλοκληρου του νόηματος. Είναι φως παραξενο, ερωτηματικό, προκαλεί δέος (δηλαδή ανησυχία και θαυμασμό ταυτόχρονα). Δέος μας προκαλεί και το θείο (η ύπαρξη ή μη του Θεού δεν ταυτίζεται με το θείο) γιατί την ίδια στιγμή που μας ξεπερνά, στρεφεται προς εμάς, μας αφορα, μας καλεί να υπερβούμε τον εαυτό μας, όχι όμως επειδή θα το κατανοήσουμε -το θείο δεν είναι το ακατανόητο- αλλά επειδή θα αναλάβουμε να αναπτύξουμε σχέση με αυτό. Θα ελεγα ότι κατα κάποιον τρόπο το φώς απελευθερώνει τον χώρο και τα πρόσωπα από την ρεαλιστική και χρονολογικά μέτρήσιμη πραγματικότητα (το ρολόι στον τοιχο είναι σταματημένο, όχι μόνο συμβολικά, αλλά γιατί τα όσα συμβαίνουν είναι περισσότερο ζήτημα της εσωτερικής κατάστασης των ηρώων). Είναι η στιγμή της πίστης όπως την εννοούσε ο Κιρκεγκωρ, δηλαδή όχι ως κάτι ανώδυνο, όχι ως φυγή απο την πραγματικότητα, αλλά ως πίστη αγωνιώδη μιας ύπαρξης τεντωμένης ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, την βεβαιότητα και την αβεβαιότητα, την απώλεια και την αγάπη, και κυρίως μπροστά στο παράδοξο του θάυματος, η στιγμή που η ύπαρξη στρέφεται αλλιώς προς το θείο, προς τη ζωή προς τους άλλους.

Ανώνυμος είπε...

Edgar..

Η ταινία κλείνει με κοντινό στα αγκαλιάσμενα πρόσωπα του ζεύγους που υμνεί τη ζωή και την αγάπη.

Οσο για το ότι "Το ίδιο το θαύμα είναι παραβίαση των κανόνων της φύσης..", όλη η κινηματογραφιση του Ντραγιερ είναι παραβίαση των κανόνων της φύσης - απελευθερωση της φυσικής πραγματικότητας, απελευθέρωση των μορφών του, του χώρου και του χρόνου, απο τη φυσική πραγματικότητα.

Οποτε το θαυμα της αναστασης στην τελευταια σκηνή είναι το λίγοτερο, αφού εντασσεται στο σύνολο και όλα τα μέρη, όπως λέει και η Kloy, και είναι ειλικρινή με τον εαυτό τους.

kioy είπε...

@fidelio
Καλησπέρα.

Με χαροποιεί πολύ το σχόλιο σου. Γιατί μέσα από την πλήρη ματιά σου μας δίνεται η δυνατότητα αν επεκτείνουμε τη σχέση μας με την ταινία....

Κατ' αρχάς δε διαφωνώ σ' αυτά που λες. Τα μακριά πλάνα, ο πρωτοφανής και ασύλληπτος φωτισμός, η αργή κίνηση της κάμερας, μας μυσταγωγούν σχεδόν σε μια θνητή τελετουργία πίστης, πίστης κατά Κίργεγκωρ, όπως αναφέρεις...

Αυτό που λέω εγώ σχετικά με το ρεαλισμό(το ωμός ήταν μάλλον υπερβολή), είναι πως στα πλαίσια και μιας ειρωνείας, ο Dreyer παρατηρεί τους ήρωες, και ειδικά τους "Αφέντες" ποιμνίων, στην εγκώσμια διάστασή τους. Πάνω από τον εθισμό του καφέ. Σε καθημερινές κουβέντες-πράξεις. Σίγουρα το περιβάλλον απουσιάζει. Ο φακός στρέφεται στα πρόσωπα. Και τις συνήθειες τους. Όμως, επειδή τα πρόσωπα είναι κοσμικά, εν τέλει, οι συνήθειες μας πληροφορούν για το περιβάλλον. Εγώ το πιστώνων αυτό στην πολλαπλότητα της ταινίας. Και σε μακρύτερο επίπεδο, θεωρώ, πως ο Dreyer, μεταφέρει τη Θεολογία και στην εγκόσμια πλευρά των ανθρώπων, την καθημερινή, κάθιστόντας την έτσι, περισσότερο ανθρώπινη/κοινωνική...

Κατά τ' άλλα σίγουρα δεν είναι στις προθέσεις του Dreyer να περιγράψει νατουραλιστικά τον χώρο και τον χρόνο. Ασχολείται και αποτυπώνει πράγματα άχρονα και άχωρα, ένοιες σ' όλη την αφαιρετικότητά τους, κι αυτό δίνει μια οικουμενική διάσταση στο film...

Πολύ ενδιαφέρουσα η τελική σου ανάλυση... Αυτό το δωμάτιο είναι ότι πιο μεταφυσικό έχουμε δει στην ταινία. Το απέριττο και το λιτό δεσπόζει στο χώρο. Την ίδια στιγμή που οι άνθρωποι έχουν τις αγκυλωμένες υπερβολές τους. Η πίστη απουσιάζει και είναι πιο παρούσα από ποτέ, καθώς η ματιά μας μετακυλίζεται στα πρόσωπα... Υπάρχουν όλες οι συνθήκες για να γίνει το -μη πραγματικό- θαύμα. Το παρένθετο θαύμα... Γιατί το σάρκινο, το αφουγκραζόμαστε, όχι στο γεγονός, αλλά στα αδιόρατα που το καθιστούν υλοποιήσιμο, και στα ορατά που επιφέρει, πλέον, σε χρόνο πραγματικό....