Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2007

A Night at the Opera


Σκηνοθεσία: Sam Wood-Edmund Goulding
Παραγωγής: USA / 1935
Διάρκειας: 91'

Οι αδελφοί Marx, έχουν σηματοδοτήσει μια κωμική αδελφότητα στην ιστορία του cinema. Σε αυτή την "αστική" όπερα αποχωρίζονται τον αδερφό τους Zeppo που εγκαταλείπει την κινηματογραφική καριέρα, αποχωρίζονται την Paramount που τους κατηγόρησε σαν ξοφλημένους και ξεκινούν την συνεργασία τους με την MGM. Μια συνεργασία που ξεκινά με την μαγική αυτή αλληγορική νύχτα στην όπερα.

Ο Sam Wood δραματικοποιεί την ζωή δυο παλιάτσων, ενός φιλόδοξου νέου και μιας ταλαντούχας και γοητευτικής σοπράνο κόντρα στην "καθώς πρέπει" κοινωνία της μπουρζουαζίας. Και δεν υπάρχει καλύτερος χώρος για να το πράξει από αυτόν της αριστοκρατικής όπερας. Η υπόθεση είναι απλή. Η πλούσια κυρία της Νέας Υόρκης(Mrs. Claypool), άσχετη με την όπερα γίνεται στόχος ενός δοξομανή με υψηλό πόστο(Herbert Gottlieb). Και μαζί συνάπτουν συμφωνία επιχορήγησης της όπερας την Νέας Υόρκης. Ο καλύτερος αοιδός του κόσμου Lasspari έχει υπογράψει συμβόλαιο μαζί τους, και παίρνει εκτός των αρχοντικών του κόμπλεξ για ντουέτο του την όμορφη ταλαντούχα μα και συνεσταλμένη κοπέλα(Rosa Castaldi). Μεταξύ όλων αυτών βρίσκεται ένας αεριτζής εξυπνάκιας(Otis B. Driftwood). Μια αριστοκρατική φυσιογνωμία με μικροαστικά ένστικτα. Από τον οποίο πιάνονται ο ταλαντούχος και άσημος νέος(Barani) με τους παλιάτσους φίλους του(Fiorello, Tomasso) για να συναντήσουν την αγαπητικιά τους έπειτα από ένα περιπετειώδη θαλάσσιο ταξίδι για τη Νέα Υόρκη.

Ο Sam Wood με τους εκπληκτικούς κωμικούς Marx κάνει μια πολύπλευρη σάτιρα στα σκαριά της αριστοκρατικής κοινωνίας. Δηλώνει ολοφάνερα πως τα υψηλά πόστα κατέχονται από πανούργους ανθρώπους και όχι από ταλαντούχους. Με χαρακτηριστικό παράδειγμα την λαμπρή καριέρα του Lasspari σε αντιπαράθεση με την αφανή του Barani. Ενώ ο δεύτερος καθώς εξελίσσεται η ταινία αποδεικνύει την ανωτερότητα της φωνής του. Επίσης, ένα δριμύ κατηγορώ για την κοινωνική διαστρωμάτωση, η οποία μπορεί να διαμορφώνει τις καταστάσεις. Μπορεί να μετατρέπει μια σχέση σε απαγορευμένη παρά το γεγονός πως υπάρχει αναμφισβήτητη αγάπη. Καθώς το ύψος των συμβαλλόμενων απέχει στις εδραιωμένες αντιλήψεις του κόσμου. Αντίθετα, η εξύψωση που φέρνει μια φανταχτερή θέση ή το χρήμα αποκτά νόμιμο δικαίωμα όχι μόνο στο να επιβάλει την θέληση της, αλλά και να κατακτά την προδιάθεση των άλλων. Καταδεικνύεται ακόμα η επιρροή του χρήματος καθώς και η αφέλεια του σε μια μάλλον ταυτόσημη ερμηνεία. Αντίθετα από την άλλη παρουσιάζεται η λαϊκή κοινωνία σαν ένα πλήθος παλιάτσων. Με ακριβώς όμοια χαρακτηριστικά, αλλά έλλειψης εξουσίας και χρήματος καταδικάζεται σε μια σιωπηλή ανυπαρξία. Αυτή η όψη διακυβερνάται από την κωμική ιδιοφυΐα των αδερφών Marx. Που στους ρόλους των παλιάτσων και του αεριτζή ατζέντη επιδίδονται σε ένα ερμηνευτικό κρεσέντο. Με αφέλεια και μουσικότητα στο ύφος του Charles Chaplin και έξυπνα σκετσάκια χαριτολογούν το περιτύλιγμα αυτού του σκληρού κόσμου. Του σκληρού κόσμου, που αλλάζει στην ξεκαρδιστική ληκτήρια σεκάνς, με τον λαό να εξεγείρεται κατά της αριστοκρατίας μες στο σπίτι της. Την καλογυαλισμένη όπερα. Και να ανακτά δικαιωματικά όσα αξίζει!

Δεν θέλω να κάνω επιπλέον αναφορές στις πολυειπωμένες αρετές των αδερφών Marx και της Kitty Carlisle στο ρόλο της Rosa. Αλλά θέλω να σταθώ σε δυο σκηνές στη σεκάνς του ταξιδιού. Είναι εκπληκτική αισθητικά αλλά και σεναριακά μια από τις καλύτερες στημένες κωμικές σκηνές του κινηματογράφου. Μιλάω για την σκηνή που στριμώχνονται 15 άτομα σε ένα δωμάτιο 3*3. Ένα στοίβαγμα ανθρωποσωμάτων λαϊκής προέλευσης σε μια κρουαζιέρα του πλούτου. Ο καθένας βρίσκεται εκεί ως εργάτης ή ως απλός άνθρωπος του λαού. Χωρίς παράπονα δέχεται την "ασφυξία" και με συναίνεση παρευρίσκεται σε ένα χώρο για να κάνει την δουλειά του. Ο χώρος αντέχει όλους τους καλούς, όμως τελικά μια ανθρωποθάλασσα εξεγείρεται όταν το κεφάλαιο(Mrs. Claypool) επιχειρεί να εισέλθει. Και τσαλαπατημένα σώματα πέφτουν στην καλογυαλισμένη Mrs. Claypool.

Ενώ η άλλη σκηνή που θα 'θελά να σταθώ είναι αυτή της βραδινής διασκέδασης. Ένα πλήθος αστών παρευρίσκεται στριμωγμένο στο κατάστρωμα του πλοίου και διασκεδάζει με τους αθώους αυτοσχέδιους μουσικούς αυθορμητισμούς των αδέξιων παλιάτσων και της φωνής του ταλαντούχου Barani. Την στιγμή που η απαστράπτουσα αριστοκρατία απολαμβάνει σαφώς πιο ευρύχωρα την σαμπάνια της υπό τον ήχο διάσημων μελωδιών. Μια μαζική ελεύθερη κοινωνία, που βιώνει την διασκέδαση μέσα από μικρές αυθόρμητες στιγμές απόλαυσης σε αντίθεση με πάμπλουτες φιγούρες υψηλού κύρους που βαφτίζει την μιζέρια ευτυχία και εναγωνίως αναζητά το σκαλοπάτι που θα εξυψώσει το ανάστημα τους εις βάρος των άλλων!
Βαθμολογία 9/10

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2007

Le Scaphandre et le papillon


Σκηνοθεσία: Julian Schnabel
Παραγωγής: France / USA / 2007
Διάρκεια: 112'

Ο Julian Schnabel, που κυρίως με τα πινέλα του έχει "ζωγραφίσει" το όνομα του στην τέχνη, κάνει ένα μικρό οδοιπορικό και σε αυτή του cinema. Με φειδωλές εμφανίσεις! Αυτή την φορά μέσα από την ζωή του Jean-Dominique Bauby, συντάκτη του περιοδικού Elle, συνθέτει ένα ποίημα για την ζωή. Μια δοξολογία για την θέληση, για την ευτυχία, για την δύναμη του ανθρώπου όταν βρίσκεται υπό καθεστώς συνείδησης!

Ξεναγούμαστε στο παράλυτο κορμί του Jean-Dominique Bauby από το πρώτο πλάνο. Με τον τελειότερο οπτικά τρόπο. Ποικίλοι δύσμορφοι φακοί εναλλάσσονται για να διεισδύσουμε σε αυτόν τον δύσμορφο κόσμο του ήρωα μας. Του ήρωα μας που έμεινε παράλυτος έπειτα από ένα ατύχημα. Εγκλεισμένος στο "άψυχο" κορμί του, με μοναδική δυνατότητα το παίξιμο των ματιών του. Η ψυχή του όμως ταξιδεύει τώρα παρά ποτέ, μέσω της φαντασίας του μπορεί να ξεναγείται στις μνήμες του και να απολαμβάνει, έστω και μεταχρονολογημένα, τις μικρές στιγμές ευτυχίας μέσα από τα μικράτα συμβάντα της ζωής του που άφησε να φύγουν... Και αφού ξεπεράσει το πρώτο σοκ δυσφορίας για την ζωή απλώνει τα φτερά του και δραπετεύει από το σκάφανδρο του μεθώντας από την γύρη των αναμνήσεων.

Εδώ ο Schnabel κάνει έναν σοφό παραλληλισμό. Μέσω αντίθετων ζευγών παρουσιάζει την αλήθεια και το νόημα της ζωής. Ο δύσμορφος Jean-Do καθηλωμένος αντιλαμβάνεται την δύναμη της ανθρώπινης ψυχής. Αποβάλλει την μιζέρια της ρουτίνας και περιηγείται στα ονειρικά στέκια της φαντασίας. Από την άλλη, υγιή πρόσωπα περιστοιχίζονται γύρω του. Οι ιατροί, η γυναίκα του, ο πατέρας του είναι μερικά από αυτούς. Που σε πρώτο στάδιο τον αντιμετωπίζουν σαν ένα σταθμό μες στη ρουτίνα τους. Σαν μια ευκαιρία για να απογειώσουν την καριέρα τους, ή μια στιγμή για να ελευθερωθούν από το παρελθόν τους. Στην πλέον μισάνθρωπη κατάθεση! Αυτός μπορεί να είναι εγκλεισμένος σε ένα ξερό κορμί αλλά αυτοί σε μια μίζερη πραγματικότητα! Μόνο που αυτοί κοντά στον Jean-Dο θα πάρουν ένα μάθημα ζωής! Ένα μάθημα για την ίδια την ζωή. Πως μπορεί ένας άνθρωπος μην έχοντας στην ουσία τίποτα, να καταφέρνει να αντλεί την ευτυχία από το παραμικρό. Έχοντας μόνο μια επίπονη διαδικασία επικοινωνίας με τον έξω κόσμο μέσω ενός επινοημένου τρόπου σινιάλων των ματιών. Μια επίπονη επικοινωνία αλλά ταυτόχρονα άκρως γοητευτική, που θα είναι και η απαρχή της συγγραφής ενός βιβλίου με τίτλο το όνομα της ταινίας. Ω, κατόρθωμα! Και τότε κανείς δεν βλέπει τον παράλυτο Jean-Do. Όλοι βλέπουν έναν παθιασμένο άντρα για ζωή. Έναν άντρα αποφασισμένο να μην αφήσει ούτε ένα δευτερόλεπτο χωρίς να γίνει μεθυστική στιγμή. Από τα χιλιάδες χρώματα, από τα μαγικά ταξίδια που με οδηγό την φαντασία φτάνει στην ευτυχία! Και όλοι παίρνουν ένα μάθημα ζωής! Και καθώς εξελίσσεται η ταινία εξελίσσονται και αυτοί. Βαδίζοντας πιο κοντά στα μεταξωτά χνάρια του ονείρου!

Ο Schnabel θεματολογικά σε αυτό τον ύμνο προς την ζωή κυβερνάται από μια αλήθεια! Την ίδια την ανθρώπινη φύση. Που όσα και αν έχεις τίποτα δεν σου φτάνει. Το μόνο που θες είναι να γεμίζεις τις ήδη φουσκωμένες σου τσέπες, να γράφεις το όνομα σου με πιο παχιά γράμματα, προσπερνώντας ότι ανθρώπινο, ότι ουσιώδης, ότι αληθινό. Ένας γνήσιος εκφραστής μιας αρρωστημένα παθολογικής αγάπης προς το ακατόρθωτο. Ένας άπληστος αγώνας προς το ανεκπλήρωτο. Προσπερνώντας παρόν και παρελθόν και προτρέχοντας σε ένα μίζερο μέλλον. Εκμηδενίζοντας ταυτόχρονα όσα μεγάλα έχεις πετύχει, όσες εμπειρίες έχεις στοιβάξει στο χώρο της καρδιάς σου, διαγράφοντας την ζωή από την ζωή. Μόνο που αυτά έρχεται κάποια στιγμή να τα νοσταλγήσεις...Είναι η στιγμή που τα 'χεις χάσει. Που χουν ανοίξει φτερά και αιωρούνται σε ξένους ουρανούς. Και τότε αντιλαμβάνεσαι πως η πνευματική υγεία δεν έχει καμία σχέση με την σωματική! Και πως η μεγαλύτερη τερατομορφία δεν βρίσκεται στο δέρμα, αλλά κάτω από αυτό!

Μόνο που για να πετύχει όλα αυτά πέφτει σε ένα σημαντικό σφάλμα. Ο ήρωας, ο Jean-Do δεν αντιμετωπίζεται ως υπαρκτό πρόσωπο. Αλλά ως η ιδανική ματιά του δημιουργού. Δίχως ψεγάδια, δίχως εντάσεις σε έναν επιμελώς επιτηδευμένο ρομαντισμό. Πρώτο επιχείρημα για όλα αυτά είναι η απουσία του αναμενόμενου ξεσπάσματος μετά την παράλυση του, αλλά και η γενικότερα χαριτωμένη παρουσίαση του. Χαριτωμένη παρουσίαση που πηγάζει είτε από μικρές πινελιές χιούμορ, αλλά κυρίως από το "ποιητικό" voice over της περιγραφής του! Στα ελαττώματα της ταινίας προσθέτω και την άναρχη παρουσίαση του παρελθόντος του ήρωα. Πράγμα που πλήττει την διαδοχικότητα του παρόντος αλλά και την δραματουργική κορύφωση!

Δείτε το ως μια τρυφερή, αλλά και αληθινή ματιά για την ζωή. Παρά τις ατέλειες του πρόκειται για μια καλοδουλεμένη ταινία σε όλα τα επίπεδα! Με την φωτογραφία, το ηχητικό δέσιμο αλλά και τον εκπληκτικό Mathieu Amalric στον ρόλο του πρωταγωνιστή να φιγουράρουν στο χρυσό κάδρο του Schnabel!
Βαθμολογία 7/10

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2007

The Shinning


Σκηνοθεσία: Stanley Kubrick
Παραγωγής: USA / England/ 1980
Διάρκεια: 119'

Το φρεσκάραμε προχθές, όπου και το προβάλαμε με την κινηματογραφική ομάδα στο Ο.Π.Α και είπα να επιχειρήσω μια ανάλυση του εδώ. Η αλήθεια είναι πως ο Stanley Kubrick βρισκόταν στα μαχαίρια με τον Stephen King. Του οποίου διασκεύασε το βιβλίο. Και αυτό γιατί μάλλον ο Stephen είχε στο νου του την αυτούσια μεταφορά του. Διασκευή όμως σημαίνει πως χτίζω κάτι από την αρχή και το υποστηρίζω με κινηματογραφικά εργαλεία για να το μεταφέρω στο πανί! Πάντως αυτή η συνεργασία επέφερε μια σπουδαία ταινία, και μετέτρεψε τον Stephen King σε έναν αναγνωρισμένο συγγραφέα του οποίου σενάρια και βιβλία έγιναν και είναι άκρως περιζήτητα!

Το σπουδαίο σε αυτή την ταινία είναι πως υφαίνεται σε δυο κλιμακωτές διαστάσεις. Την μία που ο θεατής βλέπει αυτούσια μέσα από το πανί και την άλλη που φειδωλά αναπτύσσει ο Kubrick, και ο θεατής καλείται να αποκωδικοποιήσει μέσα από ολίγα συμβολικά πλάνα.

Όμως πρώτα ας δώσουμε μια συνοπτική περιγραφή της υπόθεσης! Ένας σαραντάρης άντρας( Jack Nicholson) αποφασίζει να καταφύγει με την τριμελή οικογένεια του σε κάποιο απομονωμένο ξενοδοχείο του Colorado ως συντηρητής του για την χειμερινή περίοδο. Ο Jack είναι συγγραφέας και θέλει να επωφεληθεί του ελεύθερου χρόνου που θα 'χει. Τον οποίον και τον βρίσκει. Όμως το ξενοδοχείο αποκλείεται σταδιακά τόσο φυσικά(χιόνια) αλλά και τεχνολογικά(τηλέφωνα) και η οικογένεια ζει για περισσότερους από τρεις μήνες πλήρως απομονωμένη. Το αίσθημα της απομόνωσης φιλτράρει με τρέλα και γεμίζει εντάσεις τους ήρωες. Εντάσεις που ξεκινούν από μικρά πράγματα και καταλήγουν στο να κυνηγά ο Jack όλη του την οικογένεια για να την θανατώσει. Ωστόσο ο γιος του έχει κάποιο κρυφό χάρισμα. Καταφέρνει να φέρνει οραματικές σκηνές στο νου του τόσο από το παρελθόν όσο και από το μέλλον αλλά και να συνομιλεί με άτομα που έχουν το ίδιο χάρισμα. Το λεγόμενο ως λάμψη. Γεγονός που κινεί τον μύθο μπροστά!

Όπως καταλαβαίνετε η θεματολογία μπορεί να μην διαφέρει από τα άθλια θρίλερ των καιρών μας. Όμως τι είναι αυτό που την κάνει αριστούργημα; Δυο λέξεις. STANLEY KUBRICK. Μία από τις σημαντικότερες σκηνοθετικές φιγούρες στα ιστορικά. Και αυτό γιατί διαχειρίστηκε με πολύ λεπτότητα το θέμα του. Δίνοντας όσο χώρο αναλογούσε για το θέμα του σε κάθε παράγοντα. Φίλτραρε κατ' αρχάς το αίσθημα της απομόνωσης. Με τις εντάσεις να κλιμακώνονται, και τον θεατή να μυείται σταδιακά στο νευρωτικό σύμπαν της αποξένωσης. Με ότι αυτή συνεπάγεται. Κινηματογραφεί τα πρόσωπα με μέτρο δίνοντας τους μόνο όσο χώρο χρειάζονται. Δεν αφήνει τις διορατικές εμπειρίες του εκπληκτικού πιτσιρίκου(Danny Lloyd) να στοιχειώσουν και να βαρύνουν μεταφυσικά την ταινία. Αντίθετα την χρησιμοποιεί για να υποβάλει τον θεατή σε υπέρτατης έντασης πλάνα. Όπως του αιματολουτρού που κατεβαίνει από το ασανσέρ και των σκοτεινών κοριτσιών που εστιάζονται με τηλεφακό. Προκαλώντας τρόμο στο φευγαλέο μάτι του θεατή. Δεν αφήνει τον Jack να γίνει ο serial psycho killer. Και οι ψυχωτικές του φαντασιώσεις επικαλύπτονται σε αυτό που θα αναπτύξουμε στην επόμενη παράγραφο. Αντίθετα, μπουκώνει την ταινία με πολλά στοιχεία, αγωνία και κρατάει τα χαλινάρια της αιματηρής έκρηξης. Άλλωστέ ένα κοντινό του Jack αρκεί για να απογειώσει την ένταση. Περιορίζοντας την από την παγίδα του αδιάκοπου splatarismatos. Και τελικά αυτή η σκηνοθεσία μπορεί να καλύψει ακόμα και την μέτρια ερμηνεία της μητέρας της οικογενείας Shelley Duvall.

Ο Kubrick όμως δεν εμμένει απλά στην αριστουργηματική γραφή με την οποία διαχειρίζεται το ψυχαγωγικό μέρος της ταινίας. Αλλά στοχάζεται πάνω στα θεμέλια του Αμερικάνικου έθνους. Στου Αμερικάνικου glamour έθνους. Πριν υπογράψει το συμβόλαιο ως συντηρητής του 'χει γνωστοποιηθεί το ιστορικό του ξενοδοχείου καθώς και ΄το ότι χτίστηκε πάνω από ένα ινδιάνικο νεκροταφείο. Ω, να οι βάσεις! Ο αφανισμός των ινδιάνων, αποτέλεσε την ανάπτυξη του Αμερικάνικου έθνους σαν έναν υπερπολιτισμό που τροφοδοτεί όλο τον κόσμο. Μετ' έπειτα παρακολουθούμε τον πιτσιρίκο να ποδηλατεί πάνω από ινδιάνικα χαλιά, και την μητέρα εντυπωσιασμένη να παρακολουθεί μερικά πράγματα ινδιάνικης προέλευσης. Έτσι φειδωλά κάνει την εμφάνιση του μέσα από προσεκτικά δουλεμένα πλάνα ο ινδιάνικος πολιτισμός. Μετ' έπειτα, η τρέλα του Jack παίρνει την μορφή μιας εργασίας που έχει συνάψει με τον παλιότερο διαχειριστή του ξενοδοχείου. Και δεν είναι τυχαίο πως ο μοναδικός φόνος γίνεται εις βάρος ενός αράπη(ω, ρατσισμός) ο οποίος κείτεται πάνω σε ένα επιβλητικό ινδιάνικο χαλί. Οι φαντασιώσεις του Jack παίρνουν συνεχώς την μορφή γιορτών και γλεντιών. Σε ακριβά πολυπρόσωπα πλάνα που περιγράφουν επακριβώς την σύγχρονη δομή της Αμερικάνικης κοινωνίας. Ενώ στο τέλος μας φυλάει όλη την αλήθεια. Όπου βλέπουμε σε μια φωτογραφία τους θεμελιωτές του ξενοδοχείου. Ανάμεσα τους και ο Jack Nicholson. Τους θεμελιωτές ενός ξενοδοχείου που βρίσκεται πάνω από ένα ινδιάνικο τάφο! Και εδώ είναι ο παραλληλισμός που επιχειρεί ο Stanley. Ο παραλληλισμός, με την σύγχρονη Αμερικάνικη κοινωνία η οποία θεμελιώνεται πάνω από το αίμα ινδιάνων που κουβαλούν την βαριά ιστορία του τόπου...
Βαθμολογία 9/10

Control


Σκηνοθεσία: Anton Corbijn
Παραγωγής: England / USA / Australia / Japan / 2007
Διάρκεια: 121'

Δεν ξέρω τι περιμένετε να δείτε από αυτή την ταινία; Αν περιμένετε μια στυγερή καταγραφή γεγονότων, ιστορικά συμβάντα που δεν μπορούμε να απορρίψουμε, και μια μελό αγιογραφία μάλλον θα πρέπει να χτυπήσετε αλλού την πόρτα. Γιατί στο film έχουμε την δραματικοποίηση συναισθημάτων, συμπεριφορών και βιωμάτων μέσα από το βιβλίο της συζύγου του Ian Curtis, της Debora Curtis. Ένα βιβλίο για έναν άνθρωπο όπως όλοι μας, ο οποίος σημάδεψε την Αγγλική μουσική σκηνή, και όχι μόνο, ηγώντας των θρυλικών Joy Division.

O πρωτοεμφανιζόμενος Anton Corbijn κάνει εξαιρετική δουλειά σε όλα τα επίπεδα. Δεν μπορώ να φανταστώ την ταινία με χρώμα. Και ούτε μάλλον ο σκηνοθέτης μπορούσε. Έτσι περιηγείται με ασπρόμαυρο καλλιτεχνικό φόντο στα μουντά και μίζερα περίχωρα του Manchester. Καθηλωτική μαγευτική φωτογραφία υπηρετώντας εξατομικευμένα τους ήρωες σπάει το συνολικό καταθλιπτικό πέπλο. Πέπλο που αναλαμβάνει να υπερτονίσουν οι σκληρές pessimistikes rock-punk νότες του συγκροτήματος. Αντιπρόσωποι μιας ολόκληρης εποχής. Και έτσι αν και σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ωραιοποιημένους ήρωες, το αντίθετο μάλλον, η φωτογραφία τους δίνει ένα αμυδρό φως σκοτεινής γοητείας απ' όπου ο θεατής μπορεί να πιαστεί.

Και αφού έχουμε το υπόβαθρο ακολουθούμε τον ήρωα. Τον Ian Curtis που εκπληκτικά υποδύεται ο Sam Riley στα πρώιμα κινηματογραφικά του βήματα! Μάλλον άλλο ένα στοίχημα που κερδίζει ο Anton Corbijn. Η κάμερα τον ακολουθεί στα εφηβικά του βήματα. Αντισυμβατικός, παράξενος, καταθλιπτικός και φανερά πιεσμένος από αυτή τη μουντή Αγγλία. Με μια επιληψία να βαραίνει τα εφηβικά του μάτια. Η κατάθλιψη, η ανθρώπινη "περιέργεια" για το άλλο φύλλο τον οδηγεί εξ αρχής σε έναν πρώιμο γάμο με την γυναίκα του Deborah και από νωρίς στον ρόλο του πατέρα. Γεγονότα που βαραίνουν τις έφηβες πλάτες του. Το πέρασμα σε μια άλλη ζωή μέσω της συμμετοχής του στους Joy Division, σηματοδοτεί μια νέα εποχή. Νέες φιλοδοξίες νέα συναισθήματα και οι άγκυρες του παρελθόντος να τον τραβάνε πίσω. Ο γάμος από βολική σχέση γίνεται δυσχερής εμπόδιο. Ο γάμος είναι αγάπη, εκτίμηση για όσα συνέβησαν, σεβασμός. Όμως έρωτας είναι η ερωμένη. Και οι απογειωτική πορεία του συγκροτήματος διψά με περισσότερες απαιτήσεις. Όλο αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον οπτικοποιείται εύστοχα με τις αλλεπάλληλες κρίσεις που πιάνουν τον πρωταγωνιστή. Καταστάσεις που αδυνατεί να χειριστεί. Που γίνονται θηλιά και βάζουν τέλος την 23ετή περιήγηση του στη ζωή. Μια ζωή που μπορεί να πέρασε από έντονη κατάθλιψη, να αντάμωσε μέρες μεγάλης δόξας. Όμως όλα συνέβησαν τόσο κινηματογραφικά, σε ένα παιδί που δεν πρόλαβε τα χρόνια της ενηλικίωσης... 'Όσο το έβλεπα απορούσα με την επιλογή του teenage make-up και του νεανικού στυλιζαρίσματος του πρωταγωνιστή. Όμως όσο η ταινία προχωρούσε απέδωσα τα εύσημα για ακόμη μια φορά στις αισθητικές επιλογές του Anton.

Και όλη αυτή την πίεση την κινηματογραφεί αριστουργηματικά. Ένας άνθρωπος όπως όλοι μας. Το παρελθόν γίνεται κομμάτι του μέλλοντος. Είναι αυτό που θα το οδηγήσει. Και όσο το τεντώνεις για να πάει εκεί που θες κάποια στιγμή αντιλαμβάνεσαι πως όλα όσα συμβαίνουν αφανίζουν το παρών. ΤΟ αφανίζουν ανάμεσα σε όσα επιθυμείς και σε όσα έχεις. Τα οποία μοιάζουν τελείως ασύμβατα μεταξύ τους. Και αυτό ο Anton το κινηματογραφεί καταγράφοντας ένα δωμάτιο, ένα παράθυρο δωματίου από το εξωτερικό του. Που γνωρίζει μόνο 2 καταστάσεις για αυτόν που βρίσκεται έξω. Την σκοτεινή, αυτή του παρελθόντος. Που μοιάζει τόσο μαύρη για να την αντέξει η άλλη όψη του νομίσματος. Της φωτεινής. Όπου η λάμπα γεμίζει φως το δωμάτιο, σε έναν ονειρικό συμβολισμό που χαϊδεύει και σημαδεύει την ιδανική μας οπτική. Και το παρών βρίσκεται μόνο στο ανοιγοκλείσιμο ενός διακόπτη. Πότε όμως αντιλαμβάνεσαι το βαθύτερο νόημα του; Μα όταν μπεις στο δωμάτιο φυσικά... Και τότε τα λάθη, οι αδυναμίες ίσως να μην έχουν κανένα νόημα. Γιατί όλα έχουν γίνει παρελθόν.
Κάπως έτσι σκηνοθετεί λοιπόν ο Anton, με αποκορύφωμα την τελική σκηνή. Όπου η Deborah έχει μπει στο δωμάτιο και οι κραυγές δεν μπορούν να αγγίξουν το τέλος μιας ζωής. Σκηνής που επιστεγάζει τις διάσπαρτες ενδιάμεσες αναφορές!

Εκπληκτική δουλεία λοιπόν. Που μετά και την δεύτερη θέαση της απογειώθηκε φανατικά μέσα μου. Έντονο fictionar μοτίβο, εύστοχη επιλογή της οπτικής ματιάς του σκηνοθέτη. Που μπορεί να παραμερίζει χιλιάδες άλλα σημαντικά πράγματα. Αλλά ο κινηματογράφος είναι άποψη! Και σε αυτή την άποψη του βρήκε σύμφωνο τον εκπληκτικό Sam Riley, αλλά και το υπόλοιπο cast. Και οι δυο πάντως απέσπασαν σωρείες βραβείων σε φεστιβάλ ανά τον κόσμο(Κάνες, Σικάγο, Μελβούρνη, Αμβούργο, Εδιμβούργο).
Βαθμολογία 8/10

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2007

Το Σπίτι Του Kάιν

Σκηνοθεσία: Χρήστος Καρακέπελης
Παραγωγής: Ελλάδα / 2000
Διάρκεια: 79'

Δεν θα μιλήσω πολύ για την ταινία! Δεν είναι αυτός ο σκοπός της ανάρτησης μου. Δυστυχώς εδώ στα μέρη μας γίνονται μερικά πράγματα, λίγες φορές, αλλά γίνονται που αξίζουν τεράστια συγχαρητήρια. Αντί αυτού ωστόσο καταδικάζονται σε μια ενδόμυχη αφάνεια. Αφάνεια που δεν μπορεί να γλιστρήσει στα τραχιά κανάλια της μίζερης πραγματικότητας που μας περιβάλλει. Ωστόσο η ύπαρξη τους δηλώνει ελπίδα. Είναι ένα φως που τυφλώνει παρθένα μάτια, και οδηγεί στην γη της κορύφωσης δια της εμπειρίας όποιους τυχερούς βρεθούν στο δρόμο τους. Δηλώνω κατηγορηματικά πως ένα τέτοιο στολίδι είναι και το σπίτι του Κάιν!

Για την ταινία θα αναφερθώ επιγραμματικά. Είναι ένα ντοκιμαντέρ που πραγματεύεται τον φόνο. Κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ, μακριά απ' την εκπορνευμένη τηλεοπτική ερμηνεία της λέξης ντοκιμαντέρ. Πραγματεύεται τον φόνο. Από ανθρώπους καθημερινούς χωρίς βεβαρημένο ποινικό ιστορικό. Μια βουτιά στην εσωτερικότητα ορισμένων που το διέπραξαν. Είναι μάλλον μία από τις λίγες φορές που "αυτοί" αντιμετωπίζονται ως άνθρωποι. Πρώτη φορά που νιώθουν την κάμερα ως μέσο έκφρασης, και όχι τον εκπορθητή που πασχίζει να τους ταπεινώσει. Με σεβασμό βρίσκουν τον χώρο να καταθέσουν ένα κομμάτι της ψυχής τους. Μακριά από αίτια, ελαφρυντικά και δικαστικούς όρους. Ένας διάλογος για τον φόνο, από ανθρώπους της διπλανής πόρτας. Το αισθητικό αποτέλεσμα το υπογράφει όλο το team της ταινίας με τον Χρήστο Καρακέπελη να διαχειρίζεται βιωματικά τις λεπτές κλωστές. Άπταιστη φωτογραφία, και η εξέλιξη του ντοκιμαντέρ κορυφώνεται καρέ με το καρέ μυώντας τον θεατή στο σπίτι του Κάιν.

Η ταινία έχει αποσπάσει το βραβείο στην Θεσσαλονίκη, ενώ έχει συμμετάσχει και στο festival Βερολίνου αποσπώντας πολύ καλά σχόλια. Έχει προέρθει μέσα από ένα βάθος χρόνου, μα κυριότερα μέσα από ένα βάθος δουλειάς. Μιλάμε για μια ταινία που τα γυρίσματα της γίνονται επί το πλείστον σε φυλακές, με ότι αντιξοότητες αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Μιλάμε για μια ελληνική προσπάθεια, όπου ως γνωστόν η υποστήριξη απουσιάζει και μια ταινία που κουβαλάει στο βάθος της αμέτρητες ώρες ερευνών. Ένας ανθρώπινος κινηματογράφος, με ανθρώπινες δυνατότητες, χωρίς επιπολαιότητες δεν διαπραγματεύεται παραχωρήσεις προς το αποτέλεσμα και με κλιμακωτές εργασίες φτάνει σε κορυφωτικό επίπεδο... Αξίζουν συγχαρητήρια!

Μη με ρωτάτε που θα την βρείτε, γιατί δεν νομίζω να κυκλοφορεί. Αλλά ας είστε λίγο προσεκτικοί την επόμενη φορά που θα την προβάλλει η κρατική ή το κανάλι της Βουλής!
Άνευ βαθμολογίας!

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2007

Sex, Lies, and Videotape


Σκηνοθεσία: Steven Soderbergh
Παραγωγής: USA / 1989
Διάρκεια: 100'

Ήταν το 1989 η χρονιά που έμελλε να πρωτοβραυευτεί ο Steven Soderbergh. Μεταξύ άλλων βραβείο στις Κάννες και πολλές ακόμα βραβεύσεις σε φεστιβάλ ανά τον κόσμο. Οι κριτικοί στάθηκαν γενναιόδωρα και για τις υπέροχες ερμηνείες αυτής της ταινίας. Που σε συνδυασμό με την "παρατηρητική" σκηνοθεσία του Soderbergh έφεραν αυτό το πολύ low budget για τα δεδομένα του Αμερικάνικου cinema, αλλά και των μετέπειτα standar του σκηνοθέτη, να βάζει ηχηρή υποψηφιότητα ακόμα και για τα Oscar.

Σεξ, Ψέματα και βιντεοκασέτες ή αυτενοχικά ένστικτα, ψέματα και πραγματικότητα αν προτιμάτε. Γιατί κάπου εκεί εστιάζει η ταινία. Μια ταινία που η αλήθεια είναι πως κινείται κατά κύριο λόγω χάρις τους ήρωες της. Τέσσερις αντιπρόσωπους της σύγχρονης κοινωνίας που παρατηρούνται με βάση την σεξουαλική τους συμπεριφορά. Όχι όμως προς την πράξη, αλλά προς τις στάσεις τους, τις αντιδράσεις τους γύρω από το sex. Με μια λεκτική επικοινωνία που πηγάζει από την γοητευτική πνευματική ολοκλήρωση. Όπου σκέψεις και αντιδράσεις αιωρούνται από τα στόματα και κολλάνε στα μουσκεμένα μυαλά των ηρώων. Μυαλά μουσκεμένα από την "κρυφή προσωπική" πλευρά του sex ενδεδυμένης με τους προσωπικούς κώδικες του καθένα!

Αλλά ας περάσουμε στους ήρωες. Ο John(Peter Gallagher) ένας φιλόδοξος δικηγόρος. Η ηδονή αποτελεί το νούμερο ένα στη λίστα του. Και μακριά από κάθε είδος συνείδηση απολαμβάνει τους καρπούς της εύφλεκτης κουνιάδας του. Η Ahn(Andie MacDowell) είναι η εσωστρεφής γυναίκα του John. Μια καλοκάγαθη γυναίκα που θεωρεί το sex ως υπερτιμημένο. Και λόγο της φύσης της το αυτοπαρουσιάζει ως μια εσωτερική απαγόρευση ορίζοντας το ως ανήθικο. Τον κόσμο αυτόν έρχεται να διαταράξει ο "περίεργος" επισκέπτης και πρώην φίλος του άντρα της. Η Cynthia(Laura San Giacomo) είναι η κουνιάδα. Ακριβώς αντίθετη της αδερφής της, μια γυναίκα που φαίνεται να τρέφεται με το sex. Και ο Graham(James Spader) στο νευραλγικό ρόλο της καταγραφής της αλήθειας. Ένας ηδονοβλέπτης των ανθρώπινων αδυναμιών. Αδυναμιών που υπόκεινται στην ιδιωτική ζωή και τον τρόπο που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες τα ερωτικά μηνύματα του εγκεφάλου. Σε μια βιντεοσκοπική καταγραφή, προσπαθώντας να καταργήσει την δική του επικοινωνία με αυτό το τμήμα του εαυτού του. Καθώς αυτά τα ένστικτα είναι που οδηγούν σε ασύμβατες με την προσωπικότητα συμπεριφορές...

Και η κάμερα του Steven Soderbergh με πολύ υψηλά τον ρεαλισμό καταγράφει αυτά τα πρόσωπα. Σε τόσο εσωτερική αλλά και εξωστρεφή δράση. Αυτή η καταγραφεί είναι και αυτή που προωθεί το καλογραμμένο σενάριο. Όταν οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν το σεξ ως διαφορετικό μέλος του εαυτού τους τότε περνούν σε ποινικά αδικήματα κατά της εσωτερικής τους ιδιοσυγκρασίας. Ένα από αυτά είναι τα ψέματα. Ψέματα τόσο στους άλλους αλλά και ως προς τον ίδιο μας τον εαυτό. Και αυτές οι συμπεριφορές μεταφράζονται σε αδυναμίες που ολοένα και αμαυρώνουν την σαφώς πιο βαριά έννοια της προσωπικότητας. Όλα αυτά δείχνει να τα ξέρει καλά ο παράξενος Graham. Και σε μια απόπειρα αποτοξίνωσης κηρύττει σε εμπάργκο την σεξουαλική του ζωή. Όμως για κάτι τέτοιο χρειάζεται τις αποδείξεις των σκέψεών του. Και ΄για αυτό αποφασίζει να βιντεοσκοπήσει την γυναικεία ματαιοδοξία γύρω από το σεξ με προσωπικές επικοινωνιακές συνεντεύξεις. Στέκεται λοιπόν απέναντι του σε μια προσπάθεια να πείσει τον εαυτό του για τις καταστροφικές πνευματικές επιπτώσεις που έχει. Παρατηρώντας το sex να γεννάει σφάλματα ζωής και ηθικής για τον καθένα. Ωστόσο δεν είναι αυτή η λύση... Αυτή είναι η υπεκφυγή, γιατί πάλι η ερωτική φύση του ατόμου αντιμετωπίζεται ως ανεξάρτητη. Και μόνο στην τελική αποκαλυπτήρια σκηνή θα μάθει μαζί με τον θεατή την αλήθεια. Στην ατμοσφαιρική συνέντευξη που έχει με την Ahn. Συνέντευξη που γίνεται συζήτηση υπό τους νόμους αυτής της πάντα μυστήριας έλξης. Και το σεξ γίνεται κομμάτι αναπόσπαστο του εαυτού σου, αρκεί να είναι έρωτας...

Μια πολύ δυνατή ταινία του Steven Sodebergh. Δουλεύει πολύ καλά με την κάμερα του, αλλά ακόμα πιο έντονα φαίνεται στο παρασκήνιο η έρευνα που έχει κάνει για το νευραλγικό θέμα του έρωτα. Μοναδικές ερμηνείες όλου του cast. Ξεχωρίζοντας αυτές των Andie MacDowell και James Spader. Σε μια ταινία που είναι επιτακτική η τήρηση των λεπτών γραμμών στις οποίες κινείται και εν τέλη με αυτές κεντάει μια σπουδαία κινηματογραφική ιστορία.
Βαθμολογία 8,5/10

Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2007

Persepolis


Σκηνοθεσία: Vincent Paronnaud-Marjane Satrapi
Παραγωγής: France / USA / 2007
Διάρκεια: 95'

Και ιδού ένα ερώτημα που προστίθεται; Κατά καιρούς έχουμε ακούσει αναλύσεις επί αναλύσεων για το πως μπορεί να αποτυπωθεί ένα λογοτεχνικό έργο στο πανί. Σταδιακά και όσο προχωράει το cinema σε αυτές τις αναζητήσεις προστίθεται και αυτή του κόμιξ. Πως μπορεί να αποτυπωθεί ένα κόμιξ στο cinema; Αν θέλετε πραγματικά να μάθετε, δείτε την ταινία, όπου η Marjane Satrapiμ με εμφανής ρίζες της γραπτής εικονογραφημένης της δουλειάς δίνει το πάτημα στο δυνατό Persepolis σε συνεργασία πάντα με τον Vincent Paronnaud.

Η ταινία είναι μια αφήγηση της Ιρανικής Τεχεράνης για όλους. Όπου ο κόσμος ταλαιπωρήθηκε από την δικτατορία του Σάχη και αφού απαλλάχτηκε από αυτή υπέκυψε στην απαράμιλλη εξουσία της Θεοκρατικής υπερκαταπιεστικής κυβέρνησης. Βιώνοντας επί της ουσίας μια δεύτερη βαναυσότερη δικτατορία. Όμως δεν είναι τα τραγικά συμβάντα στα οποία εστιάζει. Αλλά τον άνθρωπο. Τον ατελή άνθρωπο μέσα στην ιστορία. Αν πιστεύετε ότι ο καθένας παίρνει αυτό που του αξίζει, και το αναλύσετε σε ομαδικό πλαίσιο τότε αυτή η Ιρανική καταγραφή αποτελεί ακλόνητο επιχείρημα. Όπου οι άνθρωποι πολεμούν αλλήλους χωρίς να γνωρίζουν τον εχθρό. Πνευματικά και ιδεοληπτικά προσηλωμένοι σε λέξεις μακριά από το περιεχόμενο των νοημάτων. Όπου χωρίς συνείδηση φορούν τα "κουστούμια" που νομίζουν πως τους πάνε, χωρίς βαθύτερη αναζήτηση των αιτιών και των λόγων αντιδρούν στα ερεθίσματα με τον τρόπο που προκατειλημμένα έχουν προεπιλέξει. Εμφανή και η δυτική επεκτατική επιρροή σε όλη αυτή την ιστορία.

Και εμείς παρακολουθούμε λοιπόν τα χρονικά της παρακμής μιας ολόκληρης χώρας από την ιστορία ενηλικίωσης της ηρωίδας μας. Της μικρής Μαρζί. Ένα παιδί μεσοαστικής κοινωνίας. Με έντονη και ελεύθερα αναπτυσσόμενη εφηβεία. Ελεύθερα αναπτυσσόμενοι αν αναλογιστούμε τα ανεξάρτητα φρονήματα της. Η οποία με την καυστικότητα των δημιουργών ενσαρκώνει την κουλτούρα ενός ολόκληρου λαού. Εγκλωβισμένο σε δυτικά πρότυπα, μεταξύ Abba, Iron Maiden, Punk, Bruce Lee, Rocky, και sport-manaic ύφους. Προτύπων που παγιδεύουν την σκέψη και εγκλωβίζουν τον άνθρωπο. Εμείς παρακολουθούμε την μικρή να μεγαλώνει να φεύγει από το Ιράν σε μια πρώτη πολύ πυκνή ώρα. Γεμάτη πληροφορίες που συνθέτουν το μωσαϊκό της ταινίας. Με το ταξίδι της στη δύση αντιπαραβάλει 2 διαφορετικούς τρόπους ζωής. Τον ανθρωποκεντρικότερο και συναισθηματικότερο του υπανάπτυκτου Ιράν και του ιμπεριαλιστικού επεκτατικού Δυτικού κόσμου. Όμως και για τους δυο υπάρχει μια γέφυρα. Άτομα φερέφωνα λέξεων και όχι νοημάτων που χρίζονται ηγέτες και οδηγούν τις ομάδες στον δρόμο προς την καταστροφή. Η δεύτερη ώρα σηματοδοτεί την εσωτερική ωρίμανση της ηρωίδας. Έχει σαφώς πιο προσεγμένη γραφή, και αντικατοπτρίζει τον αντίκτυπο όλων αυτών των συμβάντων στο εσωτερικό των ατόμων.

Αν και το film έχει πολλούς συναισθηματισμούς αυτοί περνούν σε δεύτερη βάση. Καθώς είναι επιλογή να ξεραθούν οι με δάκρυα επιφορτισμένες σκηνές. Ξηρασία για χάρη της αντικειμενικής και ορθολογικής παρακολούθησης. Μην ξεχνάμε όμως ότι πρόκειται για animation film. Με διάθεση να προβληματίσει κρατώντας τις αρχές του animation. Επιμελώς πρόχειρο χειροποίητο σκιτσάρισμα είναι το βασικό οπτικό συστατικό που σε συνδυασμό με το ασπρόμαυρο χρώμα τονίζουν την διάθεση των δημιουργών να ασχοληθεί ο θεατής με την θεματολογία του.

Συνοπτικά πραγματικά καλή ταινία. Γενικά πιστεύω πως και φέτος το animation περνάει στιγμές δόξας. Όσο η τεχνολογία και κατ' επέκταση οι δυνατότητες διευρύνονται τόσο το είδος τελειοποιείται!
Βαθμολογία 8/10

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2007

Crimes and Misdemeanors


Σκηνοθεσία: Woody Allen
Παραγωγής: USA / 1989
Διάρκεια: 104'

Crime and Misedemeaors ή το Match Point της προηγούμενης σχεδόν εικοσαετίας. Τουλάχιστον αυτό ισχυρίστηκαν πολλοί κριτικοί και μαρτύρησαν και τα απλά μάτια των θεατών. Για μένα τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι... Ωραία, ομοιότητες ως προς τα γεγονότα έχουμε, αλλά και οι δυο ταινίες αποτελούν μοναδικές χρυσές στιγμές του κινηματογράφου!

Η ταινία είναι απ' τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα αυτού του μεγάλου καλλιτέχνη Woody Allen. Εντάσσεται στο τέλος της δεκαετίας του 80 όπου ο Νεοϋορκέζος εμφανίζεται με περίσσια αποθέματα πάθους και ψήγματα δέουσας ωριμότητας. Έτσι αντιμετωπίζει το θέμα του και εδώ, υπηρετώντας το είδος(αν ξεχωρίζετε είδη στο cinema) που σχεδόν μόνος του εισήγαγε, δηλαδή το κωμικό δράμα! Αυτό που κάνει ξεχωριστή κατά τη γνώμη μου τη δουλεία του, είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζει το κοινό. Ξεδιπλώνει με τέλεια σαφήνεια κάθε θέμα του. Καταδέχεται και ασχολείται ακόμα και με τον τελευταίο θεατή με την αμεσότητα της κινηματογράφησης του. Αμεσότητας που αγγίζει τα πλαίσια ευθύ διαλόγου. Όπου τα δυο μέρη ανταλλάσσουν και απορροφούν πληροφορίες μέσα στο πλαίσιο που αρμονικά συνυπάρχουν. Και το σημαντικότερο, χωρίς να υποτιμάται ούτε στιγμή η νοημοσύνη του θεατή. Αντίθετα ποντάρει σε αυτή. Καθώς η κρίση του κοινού είναι αυτή που εν τέλη θα μετατρέψει τις εικόνες του σε ένα αψεγάδιαστο έργο τέχνης. Καθώς τα film του παίρνουν σάρκα και οστά, απ' την στιγμή που ολοκληρώνονται μέσα στο σύμπαν του θεατή! Όλα αυτά νομίζω συντελούν στο να κρατήσουμε σχεδόν ερωτικά την μορφή του Woody Allen στο μυαλό μας. Και μέσα σε όλα αυτά πως μπορούμε να μην του συγχωρήσουμε την εμμονή του να σκηνοθετεί τον εαυτό του(!);

Η ταινία καλουπώνεται μέσα από την ολοκλήρωση των ηρώων της. Των ηρώων της που μαεστρικά ξεδιπλώνει λεπτό με το λεπτό ο Woody Allen. Φανερώνοντας εν τέλη το μωσαϊκό των χαρακτηριστικών εκείνο που θα αποκαλύψει στον θεατή όλη την αλήθεια αυτού του δράματος. Η ταινία πραγματεύεται το δίλημμα δυο κόσμων. Αυτόν της ηθικής, όπου ο κόσμος είναι γεμάτος αξίες και ολοκληρώνεται στην εσωτερική ευτυχία του ατόμου. Και από την άλλη τον κόσμο όπου στερείται ιδεολογίας, και η επιτυχία βιώνεται εξωτερικά, μέσα από την επαγγελματική ανταμοιβή και την πάντα ετοιμόρροπη κοινωνική ανύψωση. Αυτά τα άκρα ορίζονται με δύο υποστηρικτικά πρόσωπα. Δύο β-ρολίτες που ενσαρκώνουν την απόλυτη ηθική και το ακόρεστο κυνήγι της επιτυχίας στα πλαίσια του εξωτερικού κόσμου αντίστοιχα. Αυτοί είναι ο σκηνοθέτης της τηλεόρασης Lester(Alan Alda) που καταγράφεται κενός ηθικής να επιτυγχάνει σε επαγγελματικά και ερωτικά ζητήματα. Και από την άλλη ένας βαθιά θρησκευόμενος τύπος, που βιώνει τον κόσμο σχεδόν ερημητικά, με την απόλυτη ολοκλήρωση να επέρχεται από την εσωτερική τελειότητα που βιώνει από τον εναρμονισμό συναισθημάτων, σκέψεων και ιδεολογιών.

Πρόσωπα με λιγοστό χρόνο, που δηλώνουν επακριβώς την φύση του δίπολου που πραγματεύεται η ταινία και είναι καταλύτες στην πορεία του δράματος. Οι κύριοι πρωταγωνιστές όμως είναι άλλοι. Και οι αλήθειες του θεατή βρίσκονται στο σύμπαν τους, στον τρόπο που αντιμετωπίζουν τη ζωή. Πρόκειται για τον Judah Rosenthal(Martin Landau) και τον Cliff Stern(Woody Allen). Ο Judah είναι ένας διάσημος οφθαλμίατρος. Εδώ ο σκηνοθέτης αφήνει απλόχερα στον θεατή να τον ανακαλύψει από τα περιγραφικά εναρκτήρια πλάνα του. Έναν καλοστεκούμενο 50αρη που έχει τον λόγο και την εκτίμηση του κοινού σε μια κοινωνική εκδήλωση. Μετέπειτα τον βλέπουμε να οδηγάει το πολυτελή αυτοκίνητο του έχοντας τον ταραγμένο του νου καρφωμένο στην σχέση απιστίας του. Σκεπτόμενος πιεστικά και με έντονη απέχθεια στην παράνομη φιλενάδα του. Η οποία είναι απειλή για να διαταράξει την ήρεμη ζωή του. Όπως παρουσιάζεται, μέσα από τον βολικό του γάμο, την καλοστημένη δουλειά του και την εκτίμηση που απορροφά όντας μέσα στα κουστούμια της φιλανθρωπίας. Εκεί ταλαντώνεται μεταξύ της ηθικής και των αιματηρών σκέψεων κατά του παράνομου διετή δεσμού του. Οι θρησκευτικές οικογενειακές καταβολές, η κουβέντα με τον βαθιά θρησκευόμενο ασθενή του δείχνουν να τον στραγγαλίζουν εσωτερικά μέσα από ατμοσφαιρικά flash back πλάνα. Όμως η απειλή κατά της εικόνας που έχει χτίσει φουντώνει. Η ηθική τυφλώνεται. Και η εντολή για βίαιη απομάκρυνση της ερωμένης του δίνει τέλος σε αυτή την πιεστική ατμόσφαιρα. Ο θάνατος έρχεται, η εικόνα περισώζεται αλλά οι εσωτερικοί δισταγμοί φλογίζουν την εναπομένουσα συνείδηση του.
Από την άλλη έχουμε τον Cliff. Έναν άνθρωπο που ερμηνεύει τον κόσμο βάση της βαθύτερης ουσίας του. Απεχθάνεται τα επικοινωνιακά τρικ, και κρατάει ένα σοφό ιδεολογικό σύμπαν ως χάρτη στη ζωή του. Μόνο που δεν μπορεί να κινήσει τις επιθυμίες του στις ράγες αυτού του μη ποιοτικού κόσμου. Μένει άνεργος, και αντικρίζει την πλάτη της συζύγου του μέσα σε έναν ψυχρό γάμο. Έναν γάμο δίχως εκτίμηση, δίχως ανθρώπινη επαφή και κυρίως χωρίς κατανόηση. Έτσι αποφασίζει να δουλέψει για τον Lester. Τον αδερφό της γυναίκας του σε ένα ντοκιμαντέρ της show-biz για να βγάλει κάποια αναγκαία χρήματα. Κρατάει την ιδεολογία του ψηλά και προσπαθεί να την προωθήσει. Αυτή είναι που τον φέρνει στο κατώφλι μιας ελκυστικής παραγωγού. Η ευτυχία φαίνεται κοντά, καθώς η σχέση τους αρχίζει να αναπνέει. Όμως η τραγική ειρωνεία έρχεται με την εληκτήριο σκηνή, όπου το αντίμαχο στρατόπεδο(Lester) καταφέρνει να κερδίσει την πολυπόθητη αυτή γυναίκα.

Έτσι η ταινία μετεωρίζεται σε δυο ολοφάνερα αντίθετους κόσμους. Αυτόν της ιδεολογίας και αυτόν της επιφανής ευτυχίας. Δηλώνει σταθερές όπου η μία αλληλοαναιρεί την άλλη. Μέσα από απλές συνηθισμένες ζωές που κυνηγούν την ευτυχία με διαφορετικά μέσα... Η ευτυχία έχει διαφορετικές εκφράσεις, μόνο που ο βαθύτερος κόσμος της ηθικής, της ιδεολογίας δείχνει να καταδικάζεται σε μια αυτοδημιούργητη ερημιά ενώ αυτός ο ανάλαφρος κόσμος των προβολέων σε μια άνυδρη και εφήμερη ευτυχία. Ευτυχία που καλείται συνεχώς να αναζητά σταθμό σε νέους προορισμούς με ημερομηνία λήξης. Η τελευταία σκηνή κατά τη γνώμη μου αποτελεί και την κορυφωτική στιγμή της ταινίας. Όπου ο δημιουργός εξομολογείται στο κοινό μια άτυπη αυτοκριτική του έργου του με τον πιο ανθρώπινο τρόπο. Ένα ποτήρι στο χέρι και ένα δεμένο δάκρυ στο μάτι...

Θα ήθελα να κάνω και μια ειδική αναφορά για την δουλειά δυο συντελεστών της ταινίας που δεν βρίσκονται πια μαζί μας. Τον διάσημο κινηματογραφιστή Sven Nykvist που με τα πλάνα του κορυφώνει την ταινία. Κρατάει ένα δικό του δίπολο, μεταξύ της ηρεμίας και της νευρικότητας. Και τελικά εισέρχεται στην ζωή των ανθρώπων και αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για την δραματική εξιστόρηση προσωπικών στοιχείων. Ενώ επίσης θέλω να σταθώ και στον καλλιτεχνικό διευθυντή Speed Hopkins . Το αποτέλεσμα φαίνεται σε όλη την ταινία, αλλά ειδική αναφορά ωφείλει να γίνει για την φωτογραφία. Όπου έχουν επιλεγεί ζεστά κόκκινα χρώματα να δηλώνουν αυτό το πάθος των ανθρώπων για ζωή μετριασμένες από σκοτεινές μελαγχολικές αποχρώσεις να περιγράφουν αυτό το σκούρο της ανεκπλήρωτης ευτυχίας...
Βαθμολογία 9/10

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2007

Dead Poets Society


Σκηνοθέτης: Peter Weir
Παραγωγής: USA / 1989
Διάρκεια: 128'

Ο κύκλος των χαμένων ποιητών ή η λέσχη των νεκρών ποιητών είναι το soft πέρασμα του Peter Weir από αλήθειες κατά του κομφορμισμού και του συντηρητισμού. Χωρίς να κρατάει αποστάσεις από το θέμα του, και πατώντας πολλές φορές σε ένα εξόφθαλμο voice over φτιάχνει μια ηθικοπλαστική ταινία. Κοπιάζει για να δημιουργήσει έδαφος για εύκολη επιβίβαση του κοινού διαμέσου συγκινησιακών και επικοινωνιακών τρικ. Ωστόσο ακόμα και αυτή η "ύπουλη" μέθοδος εξαγνίζεται σε μεγάλο βαθμό, καθώς η ταινία του αποτελεί αντιρρησία των χαλιναγωγημένων καιρών. Νομίζω πως αυτό την έκανε δυνατό κεραυνό στα χρονικά της έκδοσής της(κέρδισε και το oscar άλλωστε) αλλά το πλήρωμα του χρόνου στέκεται απειλητικά απέναντι της!

Αλήθεια που χάσαμε τον Peter; Μετά το αποδεκτό άλλα μάλλον "αδιάφορο" Master and Commander: The Far Side of the World τα ίχνη του αγνοούνται. Μας συνηθίζει ωστόσο σε μεγάλα διαστήματα αποχής. Ωστόσο μέχρι το 2009 έχει ανακοινώσει ήδη δυο δουλείες του. Γεγονός που δεν μπορεί να μη μας κάνει ανυπόμονους. Αλλά για την ταινία τώρα...

Θα θελα να σταθώ σε δύο σημεία για όποια ανάλυση της ταινίας. Ελπίζω αυτά τα σημεία να μην γίνουν αφορμή να παραλληριστώ με την άθλια έρευνα για την κριτική ποίησης που ορθώς κατακερματίζεται στο film. Θα 'θελά λοιπόν να αναφερθώ στα όσα η ταινία διαμηνύει άμεσα στον θεατή αλλά και τις "κλισέ", σε μεγάλο βαθμό, τεχνικές που χρησιμοποιεί. Τεχνικές και μέθοδοι που νομίζω επιστρατεύονται για λόγους ευκολίας. Με σκοπό να προσελκύσουν την μεγαλύτερη γκάμα του κοινού, αλλοτριώνοντας ως κάποιο σημείο το τέλειο θεματικά περιεχόμενο και την δυναμική της ταινίας!

Θεματικά λοιπόν δε μου μένει παρά να εξυμνήσω την άρτια αυτή δημιουργία. Δίνει την δύναμη που μπορεί να φέρει στις ομάδες το νέο αίμα. Αυτή την διαφορετική άποψη που μπορούν να προσφέρουν και να απογειώσουν οι νέες προσθήκες σε μια ομάδα. Προσθήκες που συναντάμε με την έλευση του αντισυμβατικού και ανοιχτόμυαλου καθηγητή Keating(Robin Williams), και του εσωστρεφή μαθητή, μα δυναμικού αγωνιστή Todd Anderson(Ethan Hawke). Ταινία που καθ' όλη την διάρκεια της αποτελεί έναν ύμνο για την ανθρώπινη ελευθερία, για την παιδική "ανευθυνότητα" και την βόλτα στα στέκια του ονείρου. Ταινία που πατάει και αντιστέκεται της βολικότητας των πραγμάτων. Των χαλιναγωγημένων προτύπων που η κοινωνία προβάλλει ως μοναδικά διέξοδα στα πλαστά αδιέξοδα. Που άνευ φραγμών εξυμνεί την προσωπική άποψη. Άποψη που μπορεί να γίνει δυνατή, μονοπάτι που μπορεί να γίνει ο δρόμος προς μίμηση όταν κουβαλάει το συνειδησιακό βάρος του αγωνιστή. Ταινία που αρνείται να συντηρήσει τον "φτιαχτό" κόσμο των υποχρεώσεων, και προτάσσει τα στήθια της για να αμυνθεί τις αγνές επιθυμίες ανθρώπων που δεν έχουν ακόμα προσβληθεί από την ασθένεια των καιρών. Βαθιά λοιπόν συνειδητοποιημένα νοήματα κατά του κομφορτισμού και του συμβατικού τρόπου που διεκπεραιώνονται τα πάντα είναι τα στοιχεία που περικλείουν το σύμπαν της ταινίας. Αυτά τα μηνύματα κάνουν ακόμα πιο σημαντική την ταινία αν αναλογιστούμε το real περιβάλλον του 1989. Εντατικό φούντωμα του καπιταλισμού σε όλο τον κόσμο, διαρκής υποδείξεις για φτιαχτά μέλλον. Άνευ ορίου αχρείαστες αυξημένες υποχρεώσεις που βαραίνουν ανήλικους ώμους, και μολυσμένα από μεγαλοκαρχαρίες στερεότυπα. Έτσι η ταινία στέκεται απέναντι απ' όλα αυτά, δίνοντας νέα πιο εσωτερικά πρότυπα στο κοινό της.

Όλα αυτά η ταινία τα κάνει μέσα από μια ιστορία που αναπτύσσεται σε ένα Αμερικάνικο κολεγιακού τύπου σχολείο. Όπου το κατεστημένο της διοίκησης βαραίνει με υποχρεώσεις τους μαθητές με σωρεία γνώσεων. Σκοπός η προετοιμασία των τροφίμων του για το θεοποιημένο κολέγιο. Θεοποιημένη και ευρέως αποδεκτή μόρφωση που διαφημίζεται σε όλες τις κοινωνίες. Αυτή την συντηρητική δομή καλείται να σπάσει ο καθηγητής Keating. Νέος φιλόλογος, που αρνείται να διδάξει στα παιδιά συμβατικές γνώσεις. Αντίθετα τα μυεί στον κόσμο της σκέψης, τα καλεί να πιστέψουν στις δυνάμεις τους, και να ορθώσουν σαν λάβαρο τις επιθυμίες τους ψηλότερα από κάθε υποχρέωση. Γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη βλασφημία προς τον εαυτό σου από το να διαπιστώσεις πως χάνεις τις στιγμές της ζωής χωρίς να τις ζεις. Χωρίς να αρπάζεις απ' τα μαλλιά την ευτυχία που σου ανήκει. Έτσι τα παιδιά μέσα από την ελευθερία του νου, και ομαλές διαδικασίες ενηλικίωσης γίνονται ξεχωριστοί άνθρωποι. Έρχονται πραγματικά κοντά, σπάζοντας την απροσωπία των καιρών. Σε αυτή τους την εξέλιξη σημαντικό ρόλο παίζει η ελεύθερη διαπαιδαγώγηση τους μέσα από τον από κοινού ορισμένο θεσμό των νεκρών ποιητών και το αγαπημένο προς αυτά μάθημα του κύριου Keating. Μόνο που η νέα αυτή ανθρωποκεντρική και επαναστατική ιδεολογία έρχεται κόντρα στα καλά θεμελιωμένα συντηρητικά πρότυπα του περιβάλλοντος. Ακολουθούν σωρεία γεγονότων μέχρι τον τελικό προορισμό, όπου οι απελευθερωμένες και αφυπνισμένες συνειδήσεις δραπετεύουν από τον κόσμο της μιζέριας και ανεβαίνουν ένα σκαλί υψηλότερα για να δουν τον κόσμο από ψηλά...

Μια ταινία ένα πραγματικό ηθικοπλαστικό διαμάντι. Που μέσα από την "ποιητική" πλευρά της ζωής μιλάει με αλήθειες στον θεατή. Αυτή η θεματολογία της είναι και το κλειδί της αναγνώρισης... Για μένα όμως παρουσιάζει κάποια προβλήματα που αμαυρώνουν το συνολικό της περιεχόμενο. Ο Peter Weir δεν κρατάει αποστάσεις από το θέμα του. Χρησιμοποιεί αυθεντίες, και εξόφθαλμη διάκριση καλού και κακού κατά την δημιουργία των ηρώων του. Ήρωες που κουβαλούν την ιστορία της ταινίας αλλά δεν έχουν το εσωτερικό υπόβαθρο που θα διεκπεραιώσουν αψεγάδιαστα τα νοήματα. Αυτά τα κλισέ λοιπόν, εύκολοι ρομαντισμοί που αποσκοπούν στην μαζικότερη παρακολούθηση της ταινίας είναι η σκιά σε κατά τα άλλα απαστράφτουσες απόψεις. Ενώ στο ευρύτερο πλαίσιο, για να ειπωθούν τα μηνύματα, το σύμπαν στερείται φυσικότητας. Νομίζω πως η ταινία χάνει το στοίχημα να αναπαραστήσει φυσικά τον κόσμο ενός σχολείου, χρησιμοποιώντας συνηθισμένα πλάνα, καθώς και η έλλειψη εμβάθυνσης σε σημαντικούς παράγοντες της στερούν μια ακόμα καλύτερη εικόνα(εννοώ τους ρόλους τω διευθυντών, των γονιών και σε πολλά σημεία ακόμα και των παιδιών).

Στην γενικότερη κριτική των συντελεστών έχουμε αποδεκτές ερμηνείες από την πλευρά των ηθοποιών. Με ικανοποιητικότερες αυτές των δυο πρωταγωνιστών. Συναισθηματική αχνή μουσική, και επιβλητική φωτογραφία εναρμονίζουν το film. Γενικότερα νομίζω πως πρόκειται για μια μεγάλη ταινία. Που ωστόσο χάνει αρκετά στην τελική της μορφή. Λόγω της εμμονής της να φωνάξει άμεσα αλήθειες αντί να της ψιθυρίσει στο αυτί του θεατή στην πιο ακριβή τους μορφή!
Βαθμολογία 7,5/10

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2007

The Lady Vanishes



Σκηνοθεσία: Alfred Hitchcock
Παραγωγής: England / 1938
Διάρκεια: 97'

Στην επί Αγγλία θητεία του ο Alfred έκανε αυτό το αριστοτεχνικό δημιούργημα. Πιο απλός με τις δομές του απ' ότι τον έχουμε συνηθίσει, μα σφιχτά κρατώντας το προσωπικό του ύφος. Ύφος που τον ανέδειξε στους "μεγάλους" της 7ης τέχνης. Το κλιμακωτό σασπένς, η ανατρεπτική αφήγηση που απογειώνει την αγωνία.

Το The Lady Vanishes για μένα είχε την ευκαιρία να βρίσκεται σε περίοπτη θέση στην ταινιοθήκη κάθε σινεφίλ. Όμως αυτή την ευκαιρία την χάνει. Και το χείριστο είναι πως την χάνει στο νήμα, ίσως στην τελευταία πράξη. Ενώ έχει κουβαλήσει αξιομνημόνευτες σκηνές και έχει θίξει αξιέπαινα ζητήματα με λεπτό τρόπο που τσιμπάει τις μέχρι τότε χοντροκομμένες αναφορές στην εμπειρία των σινεφίλ. Όμως νομίζω πως στο finale πέφτει θύμα της ανάγκης της να εντυπωσιάσει. Εξαρτημένη από μια άνευ αιτίας πομπώδης προσέγγιση.

Θα ήθελα να ακολουθήσω το σενάριο κατά τα τρία κύρια στάδια για να τεκμηριώσω όσα ανέφερα. Δηλαδή κατά την δέση(1η πράξη), κατά την σύγκρουση(κορμός), και κατά την λύση του μύθου(3η πράξη). Λοιπόν κατά την δέση ο Hitchkock μας έχει πληροφορήσει επαρκή και ταυτόχρονα φειδωλά για τους ήρωες του, έχοντας πλέξει τον μύθο που θα ακολουθήσει. Εντυπωσιακός χειρισμός των προσώπων που εναλλάσσονται, καθώς και της ιστορίας που κουβαλάνε. Ξεχωριστούς επαίνους σε αυτή την πρώτη πράξη αποτελούν τα ειδικά εφέ στη σκηνή του εγκεφαλικού τραυματισμού της ηρωίδας Iris(Margaret Lockwood). Όπου η εικόνα μπαίνει η μία μέσα στην άλλη όπως τα χρώματα ζωγράφου στην παλέτα σε αφηρημένο εικαστικό αντικείμενο. Σκηνή που προκαλεί δέος ακόμα και 69 χρόνια αργότερα, και πρόκειται να αποτελέσει δραματουργικό προωθητή για το κυρίως κορμό της ταινίας.

Ο κορμός της ταινίας αποτελείται από την απλόχερη φροντίδα της σεβάσμιας Miss Froy(Dame May Whitty) προς την ελαφριά τραυματισμένη Iris κατά την διάρκεια του σιδηροδρομικού ταξιδιού τους. Ακολουθεί η ανεξήγητη εξαφάνιση της Miss Froy. Η απροστάτευτη αναζήτηση της από την Iris, σε ένα κύκλο δύσπιστων επιβατών. Στην μοναχική της προσπάθεια η Iris βρίσκει εμπιστοσύνη από τον Gilbert(Michael Redgrave). Έναν γοητευτικό φιλόδοξο άντρα, με τον οποίο οι συστάσεις τους δεν ήταν και οι καλύτερες στο παρελθόν. Και ξεκινάει η από κοινού της προσπάθεια ξεδιάλυνσης της ίντριγκας που έχει εξαφανίσει την Miss Froy. Κόντρα σε απρόθυμους να βοηθήσουν συνεπιβάτες, αρχίζουν να βρίσκουν την άκρη του νήματος. Σε αυτό το σημείο ο Alfred έχει μεγαλουργήσει. Έχει θέσει τον θεατή σε μια καλλιτεχνική ταλάντωση. Από την πρακτική δράση των ηρώων ως την ψυχολογική δράση της κοινωνίας. Στην πρακτική δράση βρίσκεται η προσπάθεια του ζευγαριού. Με μια σειρά από ευρήματα να επεκτείνουν την αγωνία αλλά και να βάζουν τον θεατή σε λειτουργική ρότα. Ενώ στην ψυχολογική δράση υπάρχει η ανάλυση της Αγγλικής, και όχι μόνο, κοινωνίας. Μια σειρά από βολεμένους ανθρώπους. Που αδιαφορούν για το τι συμβαίνει στον συνάνθρωπο. Ακόμα και αν τα σύννεφα δυσφήμησης βασανιστικά θωρούν πάνω απ' το κεφάλι του. Μόνο και μόνο στο φόβο πως κάποια εμπλοκή θα τους στερήσει μια σταγόνα από την εσωτερική άνεση τους. Και όλα αυτά ο σκηνοθέτης τα παρουσιάζει περνώντας από λεπτές γραμμές, και με την απαραίτητη σάτιρα σε κομβικά σημεία.

Μέχρι αυτό το σημείο μιλάμε για μια σπουδαία ταινία. Όμως η τελευταία πράξη, η πράξη που θα λύσει τον μύθο κατά την γνώμη μου ναυαγεί. Κουβαλάει μια αδικαιολόγητη μεγαλομανία. Κάνει ολική στροφή, και ως αίτιο της απαγωγής της διασωθέν πλέον Miss Froy προβάλλεται ο πρώιμος πόλεμος στον χώρο της Ευρώπης. Η σεβάσμια κυρία αποτελεί μυστικό πράκτορα. Το ζευγάρι αποκτά δράση ήρωα. Ρόλος προδοσίας από μια φερόμενη καλόγρια, και κοινωνική σύγκρουση που προκύπτει μέσα από τους διαφορετικούς ιεραρχικά ρόλους. Η ταινία διαχειρίζεται όλα αυτά τα στοιχεία με την επιβεβλημένη απλότητα. Και σε ύφος κομεντί καταλήγει το ανίκητο ζευγάρι αχώριστο υπό τα δεσμά μιας ρομαντικής αγάπης!

Νομίζω πως αυτή η μεγαλόπνοη στροφή της ταινίας στο κλείσιμο της δραματουργίας χαλάει ότι αριστουργηματικό έχει προηγηθεί. Συνοπτικά μιλάμε για μια καλοκατασκευασμένη σκηνοθετικά ταινία, με άριστη χρήση του casting. Όπως άλλωστε μας έχει συνηθίσει ο Alfred. Την καλλιτεχνική διεύθυνση να έχει το στίγμα της σε μια ταινία που αδικείται από το επιπόλαιο κλείσιμο της...
Βαθμολογία 7,5/10