Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2012
Carnage
Σκηνοθεσία: Roman Polanski
Παραγωγής: France / Germany / Poland / Spain / 2011
Διάρκεια: 80'
Ένα εξωτερικό γεγονός δεν είναι παρά μια έκφραση της ύλης. Μετακινήσεις σωματιδίων και μικροσκοπικών μορίων ύλης από την κατάσταση Α, στην κατάσταση Β, στην κατάσταση Γ, κι ούτω καθ' εξής. Ένα εξωτερικό γεγονός δεν είναι παρά μια πάθηση της ύλης, αισθητικής κυρίως σημασίας. Κάθε άλλη πτυχή ενός εξωτερικού συμβάντος -κοινωνική, πολιτική, ιδεολογική κλπ- δεν αφορά το γεγονός αυτό καθ' εαυτό, αλλά τις δικές μας προβολές που ενσωματώνουμε πάνω του. Προβολές που κατ' επέκταση αλλοιώνουν το γεγονός, κι επιβάλλουν μια δυσμορφία. Όχι τόσο αισθητική, αλλά κυρίως πνευματική.
Κάτι όμοιο αποτυπώνει στο εναρκτήριο πλάνο και ο Polanski. Εκεί, στο μοναδικό εξωτερικό πλάνο, κινηματογραφεί σ' ένα τρε τζενεράλ μονοπλάνο ένα τοπίο που εμπεριέχει τον καυγά δυο παιδιών. Ο θεατής παρακολουθεί από μια πολύ μακρινή απόσταση τις κινήσεις των παιδιών μέσα στο κάδρο. Κινήσεις ασαφείς σαν σκιές. Κινήσεις τις οποίες ο θεατής δεν μπορεί να ερμηνεύσει και κατά συνέπεια κινήσεις στις οποίες δε μπορεί να αποδώσει/αντιστοιχίσει καμία σημασιολογική προέκταση. Με αυτόν τον τρόπο, ο Πολωνός σκηνοθέτης απαλλάσσει το πλάνο του από κάθε ιδεολογική, πολιτική και κοινωνική προέκταση και το αφήνει να λειτουργεί σ' ένα αισθητικό επίπεδο εικόνων και ήχων κενών από σημασία.
Η συνέχεια δεν είναι ανάλογη. Κλεισμένοι ασφυκτικά μέσα σ' ένα μεσοαστικό σπίτι παρακολουθούμε τους γονείς των παιδιών, εν απουσία των παιδιών -τα γεγονότα πάντα λείπουν- να προσπαθούν να επιλύσουν, συζητήσουν ειρηνικά το περιστατικό. Η ειρήνη άλλωστε είναι το βασικό συστατικό του πολιτισμού μας, όπως θα διέδιδε κάποιος πολιτισμένος. Αερολογίες! Ασφαλώς, αυτό που παρακολουθούμε δεν είναι μια συζήτηση για το περιστατικό. Αλλά οι υπαγορευμένες απ' το κοινωνικό πλαίσιο(όπως υπογραμμίζεται εις διπλούν απ' την πρώτη κιόλας στιγμή) αντιλήψεις/πεποιθήσεις/ηθικές μιας τετράδας διαφορετικών ανθρώπων.
Μια βασική ανθρώπινη λειτουργία -εγωτική λειτουργία- είναι η κτίση ενός κόμβου που συνδέει τον άνθρωπο με καθετί που συμβαίνει. Είτε υπάρχει άμεση εμπλοκή, είτε έμμεση, είτε καμία. Ο άνθρωπος προσπαθεί να ερμηνεύσει με τη λογική ό,τι συμβαίνει γύρω του και με αυτόν τον τρόπο (νομίζει πως) συνδέεται, οικειοποιείται και καταλαμβάνει ό,τι τον περιβάλλει. Έπειτα, προσθέτει στα γεγονότα τις αντιλήψεις και τις πεποιθήσεις του, δημιουργώντας στην ουσία νέα και αυθαίρετα γεγονότα. Τα νέα γεγονότα δεν είναι υλικά, ωστόσο, θα μπορούσαμε να πούμε πως έχουν την υπόνοια μιας υλικής βάσης. Οι ανθρώπινες αντιλήψεις και πεποιθήσεις δεν είναι μοναδικές για κάθε άνθρωπο, ούτε ταυτοτικές. Στην πραγματικότητα προέρχονται απ' το εκάστοτε δυναμικό κοινωνικό πλαίσιο που τον περιβάλλει. Ο άνθρωπος απλά αναπαράγει.
Στον άνθρωπο όμως -εγωτική λαιμαργία- δεν αρκεί να νιώσει πως συνδέεται με κάθε γεγονός. Επιθυμεί να συνδέεται και με κάθε άλλο άνθρωπο. Έτσι, εκκινώντας από κάθε συμβάν και με σημείο αναφοράς το συμβάν, ορίζει δύο επίπεδα: α) του θύτη, β) του θύματος. Στα οποία επίπεδα, και σύμφωνα με τις αντιλήψεις του, που διαφέρουν από κοινωνικό πλαίσιο σε κοινωνικό πλαίσιο, και συνεπώς από άνθρωπο σε άνθρωπο, εκχωρείται (σχεδόν) κάθε ανθρώπινος οργανισμός. Στρατόπεδα. Κατά αυτόν τον τρόπο, ο άνθρωπος δημιουργεί άλλο ένα σημείο σύνδεσης. Αυτή τη φορά με κάθε άνθρωπο. Χωρίζοντας τους σε θύτες και θύματα, και με σημείο αναφοράς τον εαυτό του σε συμμάχους και αντίμαχους.
Έτσι και στο Carnage, με αφορμή και σημείο ένωσης το πρωταρχικό συμβάν του καυγά δύο παιδιών παρακολουθούμε τις δύο οικογένειες. Αρχικά χωρισμένες στα αναμενόμενα "στρατόπεδα". Αυτό που ακολουθεί είναι μια διάρροια κοινωνικά εμφυτευμένων λέξεων, πεποιθήσεων και αντιλήψεων, που όπως προείπαμε, δημιουργούν νέα γεγονότα. Έτσι, απ' τα νέα γεγονότα δημιουργούνται διαρκώς νέες τάξεις και στρατόπεδα. Οι συμμαχίες και οι αντιμαχίες κλιμακώνονται κι αλλάζουν συνθέσεις.
Μέσα λοιπόν από αυτές τις διαφοροποιήσεις ο κάθε άνθρωπος μπορεί να αισθάνεται ως θύτης ή ως θύμα. Ως θύτης, στο Carnage, μοιάζει να έχει δύο επιλογές: α) να συμπονέσει το θύμα προσποιούμενος πως έρχεται στη θέση του, εξασφαλίζοντας έτσι μια βολική συγχώρεση στον εαυτό του(ανάλογα κάπου θίγεται η μηχανική των Δυτικών φιλανθρωπιών σε σχέση με τον αναπτυσσόμενο κόσμο) β)να είναι λιγότερο συμπονετικός παρουσιάζοντας το αβαντάζ ως ένα πλεονέκτημα ποιότητας. Το θύμα εξίσου δύο: α) να πατήσει στο άλλοθι της αθωότητάς του και να εξαπολύσει μια βίαιη επίθεση που θα το εξισώσει με τον θύτη, β) να πατήσει στο άλλοθι της αθωότητάς και να καλλιεργήσει έναν υπόγειο ψυχολογικό πόλεμο αξιοποιώντας το πεδίο της ενοχής.
Είναι αυτονόητα φανερό, πώς όλες αυτές οι επιλογές είναι εξίσου κίβδηλες, ανυπόστατες και εικονικές με τον αυθαίρετο τρόπο που οδήγησε στη δημιουργία τους. Δηλαδή την λογική/κοινωνική παραποίηση/αλλοίωση της πρωταρχικής αισθητικής ουσίας. Αποτέλεσμα ολόκληρης της διαδικασίας είναι η αχαλίνωτη αναπαραγωγή του κοινωνικού πλαισίου του εκάστοτε πομπού, των ηθικών του, των ιδεών του, καθώς και των λοιπών πτυχών. Παράγοντες που διαιωνίζουν και εντείνουν την ισχύ του κοινωνικού οικοδομήματος/κατασκευάσματος πάνω μας. Παράγοντες, που εν τέλει, και εν αρχή, αναιρούν την πρωταρχική αισθητική αλήθεια του συμβάντος.
Ο Polanski μοιάζει να έχει χάσει την πίστη και της ελπίδα διαφυγής από την ανθρώπινη συνθήκη. Η τέχνη(με μικρό τ) ίσως να αποτελούσε έναν διαύλο διαφυγής. Όμως, δεν υπάρχει η ευαισθησία στην προσέγγιση του άλλου. Η ενσάρκωση με ακρίβεια εαυτού. Δεν υπάρχει διάθεση στην οδύνη. Πίστη στο αγέννητο, στο ανύπαρκτο. Δεν υπάρχει η νέα ανόθευτη ματιά. Όλα/όλοι υπακούουν σε εξωτερικούς κανόνες. Η τέχνη έγινε αποδεκτή από τη ράτσα μας κι ενσωματώθηκε στην ευρύτερη κοινωνική μηχανική. Έγινε δηλαδή Τέχνη(με Τ). Μια πεθαμένη μούμια. Κοιμάται σε σελίδες ιλουστρασιόν, λουστραρισμένα κάδρα, πολυτελή μουσεία. Έγινε άλλο ένα ελεγχόμενο υποπροϊόν του πλαισίου. Συνώνυμη και σύμφυτη μιας κατευθυνόμενης πνευματικής αγωγής. Ένας οδηγός, μια συνταγή. Η τέχνη αντικαταστάθηκε από την ακίνδυνη Τέχνη. Της χρειάζεται ένα ξερατό αυτής της Τέχνης.
Κι ο θεατής μένει μέχρι τέλους κλεισμένος σε αυτό το δράμα δωματίου. Όπου οι ήρωες, όπως στον Εξολοθρευτή Άγγελο του Bunuel, δε μπορούν να διαφύγουν. Ακόμα κι αν οι πόρτες εδώ είναι ανοικτές, οι απολαύσεις του κοινωνικού οικοδομήματος(καφές, φαγητό, τσιγάρο, αλκόολ) είναι αναπόρριπτες. Γιατί στο Carnage, όπως στο σύγχρονο σήμερα, ο άνθρωπος είναι οικειοθελώς φυλακισμένος. Εθελοντής εγκλωβισμένος στον "πολιτισμό" που τον αφανίζει. Παραποιητικά. Όπως ακριβώς αφανίζεται η πρωταρχική -ίσως μοναδική- αισθητική σημασία των πάντων.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
5 σχόλια:
καστοριαδική σκέψη...
ακόμα ένα τρομερό κείμενο εύγε
Ευχαριστώ για τον καλό λόγο..
Περιμένω αφή και στις δικές σου σκέψεις που εκμαίευσε η ταινία..
Ενα απο τα πιο χειροπιαστα παραδειγματα πνευματικου αυνανισμου.Κριτικη ταινιων,σημαινει κρινω,αξιολογω μια κινηματογραφικη ταινια,με βαση αυτα που μας δειχνει,και οχι γεμιζω ενα κειμενο με καθαρα δικες μου σκεψεις που δεν εχουν καμμια εντελως συναρτηση με το αντικειμενο που κατα τα αλλα περιγραφω.Τα περιβοητα δευτερα και τριτα επιπεδα αναγνωσης ειναι υπαρκτα μονο στο μυαλο του δεκτη.Οπως ελεγε και καποιος σοφος,καμμια φορα μια βαρκα ειναι απλα μια βαρκα.
@Ανώνυμος
Χαίρομαι με τέτοια σχόλια!
Πραγματικά χαίρομαι! Σεδόν γελάω!
Μια ταινία υπάρχει, όχι ως προς τον εαυτό της, αλλά ως προς τη σχέση που ανοίγει με τον θεατή. Ειδάλλως, ποιος ο λόγος να θεαθεί ένα έργο; Αν μια ταινία υπάρχει απ' τη στιγμή πυο έχει κινηματογραφηθεί, οριστικά κι απόλυτα, ποιος ο λόγος να προβληθεί; Να ανοίξει διάλογο με το κοινό;
Όσον αφορά το Carnage τώρα και το κείμενό μου για αυτό, νομίζω έχω δηλώσει ευδιακρίτως τα σημεία της ταινίας πάνω στα οποία στηρίζω τις θέσεις μου.
Αλλά. Ένα έργο υπάρχει χάρις την αλληλόδρασή μας με αυτό. Προσωπικά, προσπαθώ και πιστεύω πως απέναντι από ένα έργο πρέπει να στέκεσαι γυμνός, χωρίς να του προσθέτεις ιδιόκτητα πιστεύω, ηθικές, αντιλήψεις. Τουλάχιστον όχι συνειδητά. Να το αντιμετωπίζεις όπως ένα τοπίο. Να παρίστασαι μέσα σε αυτό, χωρίς προθέσεις, χωρίς διεκδικήσεις. Να το καθρεφτίζεις όπως η θάλασσα καθρεφτίζει τις παρανυχίδες των βουνών, ή ένα πρόσωπο που κοιτιέται μέσα σε αυτή.
Αλλά, ναι διάολε, είσαι εσύ που κοιτάς το έργο. Ο υποκειμενικός εσύ που είσαι. Μέσα απ' τα ολόδικά σου μάτια και όχι μέσα από κάποιες μαγικές αντικειμενικές κουμπότρυπες αλήθειας. Τρίβεσαι μαζί του. Γίνεσαι ο ζωντανός καμβάς, το ζωνατνό μέσο αναπαραγωγής/γέννησης του. Αποκτά υπόσταση μέσα σου. Για αυτό άλλωστε δημιουργήθηκε. Και αυτή η υπόσταση, η υποκειμενική, δίνει μια νέα προοπτική και επεκτείνει το έργο. Τώρα πόσο αυθαίρετες είναι αυτές οι προεκτάσεις, αυτό έγκειται στην ευαισθησία και την βιωματική ανοικτότητα με τις οποίες κοιτάμε ένα έργο...
Χωρίς εμάς, τη θέασή μας, αν οι τανίες κλειδώνονταν στον εαυτό τους, δεν θα τις παρέλυε η μοναξιά; Όχι;
Απ’ ότι κατάλαβα ο ανώνυμος στο σχόλιο 3 μας κλείνει το δρόμο, αυτόν του στοχασμού – τη δυνατότητα εγώ να στοχάζομαι - πάνω σ’ ένα έργο τέχνης, συνέπεια αυτού και κάθε στοχασμού πάνω στη καθημερινότητα μας, στη γενική πολιτική που ακολουθείται…Γενικότερα κλείνει το δρόμο στην κριτική σκέψη…
Το τρομερό είναι το τι μας αντιπροτείνει: την αποδοχή της κυριαρχίας του δημιουργού (βέβαια ο πραγματικά μεγάλος δημιουργός αφήνει ελεύθερο το πεδίο του στοχασμού ειδάλλως γίνεται πηγή απολυτότητας) κατά συνέπεια και την αποδοχή της κάθε αυθεντίας ως πηγή της αλήθειας, του ορθολογικού και δε ξέρω γω τι άλλου. Αντί του πνευματικού αυνανισμού (χρησιμοποιώ την ορολογία του) - δηλαδή της δυνατότητας να στοχάζομαι – μας αντιπροτείνει τον πνευματικό ευνουχισμό – την επιφανειακή τριβή με μια ταινία: αυτό λέει ο ποιητής και τέλος, άντε και την τεχνική αποδόμηση μιας ταινίας: κακός ο φωτισμός στο τάδε κάδρο, απότομο το μοντάζ, πολύ θεατρικό το παίξιμο των ηθοποιών…
Δημοσίευση σχολίου